Αυλαία, ασύστατοι! Αιμορραγούν ως και οι πέτρες, σ’ αυτόν τον άνυδρο καιρό! ΑΥΛΑΙΑ (Γ. Μπλάνας, Στασιωτικό 53o)

18/12/07

Ιαπωνία: Κρίση στα τρόφιμα

Η Ιαπωνία μπορεί να αποτελεί, σε παγκόσμιο επίπεδο, τη δεύτερη οικονομική δύναμη, ωστόσο αγωνίζεται κυριολεκτικά για την παραγωγή ποσοτήτων τροφίμων, ικανών να καλύψουν τις ανάγκες του πληθυσμού της. Σύμφωνα με στοιχεία που διέθεσε η κυβέρνηση της χώρας, μόνο το 39% των τροφίμων που καταναλώνουν οι Ιάπωνες παράγονται από τους ίδιους, ενώ η Μ. Βρετανία παράγει το 70% και η Γαλλία περισσότερο από το 120%!

Ο πληθυσμός της χώρας ανέρχεται περίπου σε 128 εκατομμύρια, με τους περισσότερους κατοίκους να στριμώχνονται σε μεγάλες πόλεις όπως το Τόκιο. Εκείνο που απασχολεί την κυβέρνηση είναι το πώς θα καλυφθούν οι διατροφικές ανάγκες των πολιτών.

Ένα δημογραφικό χαρακτηριστικό της Ιαπωνίας είναι η πρόωρη γήρανση των κατοίκων της: το 1990 σε κάθε συνταξιούχο αντιστοιχούσαν σχεδόν έξι άνθρωποι εργασιακά ενεργείς, αλλά μέχρι το 2025 ο αριθμός αυτός θα έχει μειωθεί σχεδόν σε δύο. Ωστόσο, λόγω της μακροζωίας θα υπάρχει μεγαλύτερη ζήτηση τροφίμων τα οποία είτε θα πρέπει να παραχθούν είτε να εισαχθούν.

Η ιαπωνική μακροζωία, πιθανολογείται, ότι οφείλεται εν μέρει στην υγιεινή διατροφή του έθνους, μεταπολεμικά, η οποία στηρίζεται κυρίως στο ρύζι και τα ψάρια.

Η χώρα κατατάσσεται στην 124η θέση στην ασφάλεια τροφίμων, παγκόσμια και με δεδομένο ότι ο πληθυσμός της γης αυξάνεται, ο ανταγωνισμός για τους διαθέσιμους πόρους γίνεται συνεχώς και μεγαλύτερος.



Η εξάρτηση των Ιαπώνων από τα εισαγόμενα τρόφιμα σημαίνει, ακόμη, ότι οποιαδήποτε επίπτωση στα τρόφιμα λόγω των κλιματικών αλλαγών μπορεί να γίνει έντονα αισθητή στη χώρα τους.

Ένας σοβαρός λόγος για την πτώση του ποσοστού αυτάρκειας τροφίμων στην Ιαπωνία είναι οι μεταβαλλόμενες διαιτητικές συνήθειες των κατοίκων. Σήμερα η διατροφή τους διαπιστώνεται όλο και περισσότερο εξευρωπαϊσμένη. Αγαπούν τα μπέργκερ, την πίτσα και άλλα δυτικά τρόφιμα και τρώνε περισσότερο λίπος και πρωτεΐνη απ΄ όσο παράγουν με αποτέλεσμα το μεγαλύτερο μέρος αυτών να εισάγεται. Οι μελέτες δείχνουν ότι, όπως και άλλα έθνη, προτιμούν τα επεξεργασμένα τρόφιμα και να γευματίζουν σε εστιατόρια.

Η κυβέρνηση προσπαθεί να αντιμετωπίσει το πρόβλημα με την εκπαίδευση των καταναλωτών. Στο πλαίσιο αυτό προωθεί τα οφέλη που προκύπτουν στην υγεία από το διατροφικό σχήμα ρύζι-ψάρι, ενθαρρύνοντας τους πολίτες να εκτιμήσουν την ποιότητα των ιαπωνικών προϊόντων και να μην είναι πάρα πολύ ιδιότροποι (πολλά τρόφιμα στην Ιαπωνία αποφεύγονται επειδή θεωρούνται ακατάλληλα). Επίσης ενθαρρύνονται οι επιχειρηματίες τόσο μαζικής εστίασης όσο και παραγωγής τροφίμων να προάγουν τα ντόπια προϊόντα.

Ακόμη όμως και σε αυτό το διατροφικό σχήμα οι Ιάπωνες προσπαθούν να διατηρήσουν την ισορροπία. Ο λαός αυτός καταναλώνει το 25%, περίπου, των παγκόσμιων αποθεμάτων τόνου. Έχοντας υπολογισθεί ότι για την παραγωγή ενός κιλού τόνου απαιτείται η θυσία 4 κιλών μικρών ψαριών (ο τόνος τρέφεται με μικρότερα ψάρια) υποστηρίζεται ότι οι καταναλωτές που θέλουν να κάνουν βιώσιμες επιλογές πρέπει να αποφύγουν το ψάρι αυτό, η τιμή του οποίου μπορεί να φθάσει, ανάλογα με το βάρος του, έως και την τιμή ενός μικρού αυτοκινήτου. Κατά συνέπεια τα κίνητρα για την παράνομη αλιεία τόνου είναι πολύ ισχυρά.

Ο τόνος τεμαχίζεται πολύ προσεκτικά και τα μικρότερα κομμάτια χρησιμοποιούνται για σούσι. Δεδομένου ότι ο μεζές αυτός προτιμάται ιδιαίτερα σ΄ ολόκληρο τον κόσμο εμφανίζεται μια συνεχώς αυξανόμενη πίεση στα αποθέματά του. Έτσι, η ιαπωνική κυβέρνηση αποφάσισε να βραβεύει τους αλιείς που φέρνουν στην επιφάνεια το πιο παράξενο είδος τόνου ελπίζοντας ότι έτσι θα καταπολεμήσει το φαινόμενο της παράνομης αλιείας του.

Στην Ιαπωνία παράγονται ποσότητες ρυζιού, πατάτας και λαχανικών ικανές να καλύψουν τις ανάγκες των κατοίκων, αλλά υποχρεώνονται και στην εισαγωγή τεράστιων ποσοτήτων σιτηρών, φασολιών, φρούτων και το μεγαλύτερο μέρος ζωικών προϊόντων. Στη χώρα παράγεται περίπου το 50% του κρέατος και των ψαριών που απαιτούνται ενώ μεταπολεμικά η γεωργία κάλυπτε το 50% της οικονομικής ζωής. Σήμερα ο τομέας έχει συρρικνωθεί ακριβώς στο 1%.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα για τους λόγους αυτής της συρρίκνωσης αποτελεί η περιοχή Shinjuku του Τόκιο η οποία πριν το πόλεμο ήταν αγροτική αλλά στα επόμενα χρόνια οι κάτοικοι διαπίστωσαν ότι μπορούσαν να πλουτίσουν πιο εύκολα και γρήγορα πουλώντας τα χωράφια τους για την ανέγερση πολυώροφων κτιρίων. Έτσι σήμερα το Shinjuku συγκαταλέγεται μεταξύ των ακριβότερων περιοχών του πλανήτη. Μπορεί η γη να είναι ακριβή σε ολόκληρη την Ιαπωνία αλλά οι κάτοικοι των πόλεων πρέπει με κάποιο τρόπο να καλύψουν τις διατροφικές τους ανάγκες.


Πηγή: BBC


Κείμενο: Chris Hogg
Εικόνες: James Cope