Αυλαία, ασύστατοι! Αιμορραγούν ως και οι πέτρες, σ’ αυτόν τον άνυδρο καιρό! ΑΥΛΑΙΑ (Γ. Μπλάνας, Στασιωτικό 53o)

5/3/10

Άννα Αχμάτοβα

Η Άννα Αχμάτοβα υπήρξε σπουδαία σοβιετική ποιήτρια μία από τις πλέον γνωστές της χώρας (συμπεριλαμβανομένων και των ανδρών), το έργο της οποίας επηρέασε ιδιαίτερα την ρωσική ποίηση. Η πολυμεταφρασμένη ποίησή της παρουσιάζει ιδιαίτερα μεγάλο εύρος περιεχομένου και ύφους περιλαμβάνοντας από λυρικούς έως και για μεγάλα κοινωνικά προβλήματα της εποχής στίχους, με κορύφωση το «Ρέκβιεμ» στο οποίο αποτυπώνεται η τραγική όψη της περιόδου που ηγείτο στην ΕΣΣΔ ο Ιωσήφ Στάλιν, οπότε αναφέρονται «εκκαθαρίσεις».

Η Αχμάτοβα με τον αδελφό της το 1905.

Γεννήθηκε στο Μπολσόι Φοντάν της ουκρανικής Οδησσού στις 23 Ιουνίου 1889, κόρη και ένα από τα τέσσερα παιδιά του Αντρέι Αντόνοβιτς Γκορένκο και της Ίνα Εράσμοβνα Στογκόβα. Τα παιδικά της χρόνια που έζησε στο χωριό των Τσάρων, λίγα χιλιόμετρα έξω από την (Αγία) Πετρούπολη, δεν προκύπτουν ευτυχισμένα ενώ οι γονείς της χώρισαν το 1905. Αν και αντιμετώπισε μεγάλα προβλήματα στην εκπαίδευση λόγω της κακής υγεία της, κατάφερε να τελειώσει το περίφημο για την λογοτεχνική του παράδοση Λύκειο του Τσάρσκογιε Σελό, όπως ονομάζεται στη ρωσική γλώσσα το χωριό των αυτοκρατόρων απ΄ όπου είχαν αποφοιτήσει σπουδαίοι λογοτέχνες με κορυφαίο στη λίστα τον Αλέξανδρο Πούσκιν, το όνομα του οποίου είχε λάβει κατά τη σοβιετική περίοδο. Τελειώνοντας το Λύκειο συνέχισε σπουδάζοντας Νομικά στο Κίεβο. Ήδη όμως εκεί είχε γνωρίσει τον ποιητή Νικολάι Γκουμιλιόφ, με τον οποίο τελικά παντρεύτηκε, μετά από πιεστική πολιορκία, στις 25 Απριλίου 1910. Μετά το γαμήλιο ταξίδι τους στο Παρίσι έμεινε μόνη μια κι εκείνος επέλεξε να συμμετάσχει σε αφρικανικό σαφάρι για κυνήγι λιονταριών. Εξάλλου ήταν γνωστή η αγάπη του για τα εξωτικά μέρη αλλά και τα παριζιάνικα και ιταλικά στέκια στα οποία ταξίδευε συχνότατα την πρώτη δεκαετία του 2ου αιώνα, τουλάχιστον. Την ίδια αγάπη έτρεφε επίσης και για την περιπέτεια λαμβάνοντας μέρος σε σαφάρι, σε μονομαχίες για τα μάτια μιας γυναίκας αλλά και πολέμους όπως θα δούμε στη συνέχεια.

Σκίτσο της ποιήτριας δια χειρός Μοντιλιάνι (1911)

Κατά τη διάρκεια του γαμήλιου ταξιδιού στο Παρίσι την άνοιξη του 1910, η σπάνια ομορφιά και γοητεία της Άννα φαίνεται να «έκαψε πολλές καρδιές» στους καλλιτεχνικούς κύκλους του συζύγου της προκαλώντας αρκετές φορές τη ζήλια του αν και ήταν εγκρατής στις εκδηλώσεις του. Σε μία όμως περίπτωση η κατάσταση ξέφυγε από τον έλεγχό του και ήταν τότε που η Άννα γνωρίσθηκε με τον ζωγράφο Αμεντέο Μοντιλιάνι που είχε πολλούς Ρώσους φίλους. Όπως αναφέρει η ίδια στα απομνημονεύματά της, 50 χρόνια μετά το περιστατικό, τον συνάντησε λίγες φορές αρκετές όμως για να δημιουργηθεί αμοιβαία συμπάθεια, ίσως και έρωτας. Η σχέση τους παραμένει αδιευκρίνιστη καθώς ο ίδιος έφυγε νωρίς ενώ η ίδια κάθε φορά διηγιόταν διαφορετικές εκδοχές με σκοπό, προφανώς, να καλύψει με πέπλο μυστηρίου μια τυπικά παράνομη σχέση. Ωστόσο φαίνεται ότι αμέσως μετά την επιστροφή του άνδρα της από την Αφρική, πήγε στο Παρίσι και έμεινε με τον Μοντιλιάνι περίπου έξι μήνες (Σεπτέμβριος 1910-Μάρτιος 1911), περίοδος κατά την οποία εκείνος την ζωγράφισε (;) και εκείνη έγραψε στίχους τους οποίους, σύμφωνα με δηλώσεις της, ο Μοντιλιάνι δεν μπορούσε να κατανοήσει καθώς δεν γνώριζε ρωσικά.

Όπως αναφέρουν οι βιογράφοι της, η Άννα ξεκίνησε να γράφει ποίηση σε ηλικία μόλις 11 ετών εμπνευσμένη από τους αγαπημένους τους ποιητές Ρακίνα, Πούσκιν και Μπαρατίνσκι. Τόσο οι σπουδές της όσο και ο γάμος της με τον Γκουμιλιόφ της έδωσαν την ευκαιρία αφενός να αναπτύξει το ποιητικό της ταλέντο και αφετέρου να κινηθεί σε χώρους λογοτεχνικούς αποτελώντας μάλιστα από το 1911 η ίδια και ο σύζυγό της τον κεντρικό πυρήνα του «Σιναφιού των ποιητών» ή «Ποιητικής Συντεχνίας» που δημιουργήθηκε σε συνεργασία με τον Οσίπ Μαντελστάμ. Το «Σινάφι» ασπαζόταν τον ακμεϊσμό που σύμφωνα με το λεξικό του Διαμαντίδη αποτελεί «ρωσική φιλολογική κίνηση που αναπτύχθηκε το 1909 και απαιτούσε την αγνότητα της τέχνης και την απομάκρυνσή της από την κοινωνική ζωή και τα ιστορικά γεγονότα. Τα κυρίαρχα στοιχεία στην τέχνη, σύμφωνα με τον ακμεϊσμό, πρέπει να είναι ο άνθρωπος, τα υψηλά ιδανικά, τα αισθήματα και κυρίως η αισθητική αρτιότητα. Η ακμεϊστική ποίηση εξυμνεί τον ερωτισμό, το μυστικισμό, τον πεσιμισμό, αλλά και τη δύναμη της ψυχής και της τύχης». Το ρεύμα αυτό, αν και κατά γενική παραδοχή σηματοδότησε τη μοντέρνα στροφή των Ρώσων ποιητών κόντρα στο ρεύμα του συμβολισμού, δέχθηκε συχνή και σκληρή κριτική από το σοβιετικό καθεστώς. Η πλευρά των ίδιων των ποιητών προσδιορίζει το ρεύμα ως «νοσταλγία του παγκόσμιου πολιτισμού» ενώ μέλη του ΚΚΣΕ χαρακτήρισαν τους ακμεϊστές «ως κήρυκες της ηττοπάθειας, του πεσιμισμού και της πίστης στο επέκεινα» παρομοιάζοντάς τους με τους «συμβολιστές, τους παρακμίες και τους άλλους εκπρόσωπους της αποσυνθεμένης αστικοαριστοκρατικής ιδεολογίας».

Προσωπογραφία της Αχμάτοβα (1922). Έργο του Ρώσσου Ζωγράφου Κούζμα Πετρόβ-Βόντκιν. Μουσείο (Αγίας) Πετρούπολης.

Η ποιήτρια στον συγκεκριμένο κύκλο ομότεχνών της απέκτησε σύντομα μεγάλη φήμη κερδίζοντας διάφορους τίτλους όπως «Βασίλισσα του Νέβα» ή «Ψυχή της Αργυρής Εποχής» αλλά και λόγω του «μοιραίου» στυλ που είχε υιοθετήσει στην εμφάνισή της τον τίτλο «Άννα Πασών των Ρωσιών». Ειδικότερα έτσι την χαρακτήριζε μια άλλη μεγάλη ρωσίδα ποιήτρια η Μαρίνα Τσβετάγεβα. Εδώ αξίζει να σημειώσουμε ότι οι περίοδοι στη ρωσική ποίηση συνηθίζεται να ταξινομούνται σε σχέση με την χρονική περίοδο που έζησαν μεγάλοι ποιητές τους. Έτσι η Χρυσή Περίοδος προσδιορίζεται στο πρώτο ήμισυ του 19ο αιώνα με κορυφαίο τον Πούσκιν ενώ η Αργυρή τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα με την εμφάνιση του έργου του Αλέξανδρου Μπλοκ. Μέσα σε αυτό το τοπίο δύο χρόνια μετά τον γάμο της παρουσιάζει την πρώτη συλλογή της με τίτλο «Εσπέρα» (1912), ως Άννα Αχμάτοβα. Ο λόγος της επιλογής αυτού του επώνυμου ήταν η άποψη του πατέρα της ο οποίος θεωρούσε ντροπή να χρησιμοποιείται το «σεβαστό» επώνυμο της οικογένειας Γκορένκο, ως υπογραφή σε ποιήματα. Έτσι εκείνη χρησιμοποίησε το επώνυμο της προγιαγιάς της που είχε ταταρική καταγωγή, με το οποίο, τελικά, έγινε παγκόσμια γνωστή. Πάντως, την μεγαλύτερη έκπληξη θα πρέπει να εκδήλωσε ο ίδιος ο σύζυγός της ο οποίος, όπως αναφέρεται, δεν έτρεφε και ιδιαίτερη εκτίμηση για το ταλέντο της γυναίκας του. Έτσι, ο Γκουμιλιόφ μάλλον σοκαρίστηκε όταν ο Μπλοκ του είπε πως τα ποιήματα της Άννα του αρέσουν περισσότερο από τα δικά του.

Με τον πρώτο σύζυγό της Γκουμιλιόφ και τον γιό τους Λεβ, σε οικογενειακή φωτογραφία του 1913.

Την 1η Οκτωβρίου της ίδιας χρονιάς που εκδόθηκαν τα πρώτα ποιήματά της, η Αχμάτοβα έφερε στον κόσμο τον γιο της Λεβ που υπήρξε ιστορικός, εθνολόγος και ανθρωπολόγος ο οποίος με τη διατύπωση της θεωρίας του σχετικά με τη μετακίνηση των νομαδικών φυλών από την ευρασιατική στέπα προς την Ευρώπη και την Κίνα, εστιάζοντας κυρίως στα ταταρικά και μογγολικά φύλα, κατηγορήθηκε ως αντισημίτης, διώχθηκε από το σοβιετικό καθεστώς, αποτέλεσε όμως και την αρχή για τη δημιουργία της πολιτι(στι)κής κίνησης γνωστής ως Νέο-Ευρασιανισμός σύμφωνα με την οποία, μεταξύ άλλων, οι Ρώσοι βρίσκονται πολιτιστικά πλησιέστερα στην Ασία παρά στην Ευρώπη. Ωστόσο η γέννηση του παιδιού σήμανε και την αρχή του τέλους ενός γάμου που από την αρχή φαινόταν ασταθής. Από τότε ξεκινούν να ζουν ουσιαστικά αυτόνομοι κυνηγώντας ο μεν λιοντάρια και ερωμένες η δε εραστές και γαλήνη. Όμως, η Αχμάτοβα προκειμένου να ζήσει ελεύθερη διάλεξε να μείνει μακριά από το παιδί, πράξη που είχε εξαιρετικά δυσμενή αποτελέσματα για το ίδιο και για τη σχέση τους όπως θα δούμε στη συνέχεια. Πιθανόν με το επιχείρημα που προβάλλει σε ποίημά της, πως η μητρότητα αποτελεί ένα γλυκό βασανιστήριο και δεν ήταν αντάξιά της, αποφασίζει να αφήσει το μωρό, αμέσως μετά την έξοδό της από το μαιευτήριο, στη γιαγιά του και πεθερά της.

Η Άννα Αχμάτοβα, ζωγραφισμένη από τον Ρώσο κυβιστή, Νάθαν Αλτμάν, το 1915.

Η έναρξη του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου (1914) βρίσκει την Αχμάτοβα να γράφει, να ερωτοτροπεί, και να προσπαθεί να επουλώσει τις πληγές από τον αποτυχημένο γάμο και της ακόμη πιο αποτυχημένης μητρότητας, προσβεβλημένη από φυματίωση. Από την άλλη μεριά ο τυπικά ακόμη σύζυγός της έσπευσε να ενταχθεί στο ρωσικό στρατό και ειδικότερα σε έλα ιππικό σώμα για την ελίτ της χώρας του. Μάλιστα, για την ανδρεία του, ο Γκουμιλιόφ τιμήθηκε δύο φορές ενώ την εμπειρία του από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις την αποτύπωσε μέσω των ποιημάτων του και ειδικότερα στη συλλογή με τον τίτλο «The Quiver» (Ανατριχίλα, 1916). Εν τω μεταξύ την ίδια χρονιά (1914) εκδίδεται η δεύτερη ποιητική συλλογή της «Ροζάριο» με την οποία μπορούμε να πούμε ότι κατέλαβε μια σημαντική θέση στη ρωσική ποίηση. Το 1918 διαλύθηκε και τυπικά ο γάμος της με τον Γκουμιλιόφ ενώ μεταξύ των εραστών που είχε την περίοδο αυτή, εκτός από εκείνους που παντρεύτηκε περιλαμβάνονται ο ζωγράφος και ποιητής Μπόρις Ανρέπ και ο ποιητής και κριτικός Νικολάι Νεντόμπροβο. Από αυτούς εκείνος που κατέλαβε μεγαλύτερο χώρο στη ζωή της ήταν ο Ανρέπ για τον οποίο έχει γράψει τουλάχιστον 30 ποιήματα. Να σημειωθεί ότι ο καλλιτέχνης αυτός ήταν φίλος τόσο με τον πρώτο της σύζυγο όσο και με τον Νικολάι Νεντόμπροβο ενώ η φιγούρα και το πρόσωπο της Αχμάτοβα εμφανίζονται και σε δικά του έργα (Compassion και Saint Anne Mosaic). Ο Ανρέπ εγκατέλειψε την Αχμάτοβα και μαζί και τη χώρα του λίγο προν την έκρηξη της Επανάστασης του 1917 και δεν επέστρεψε ποτέ, εγκατεστημένος κυρίως στην Μ. Βρετανία. Συναντήθηκαν για τελευταία φορά το 1965, λίγο πριν το θάνατό της, όταν εκείνη πήγε να παραλάβει το τιμητικό πτυχίο από το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

1924: περίοδος απομόνωσης αλλά και προβλημάτων υγείας.

Το 1921 ο Γκουμιλιόφ εκτελείται με την κατηγορία της αντισοβιετικής δράσης και η Αχμάτοβα λίγο αργότερα παντρεύεται με τον μελετητή ασιατικών γλωσσών Βλαντιμίρ Σιλέικο ο οποίος ήταν ιδιαίτερα δύστροπος χαρακτήρας. Την περίοδο αυτή αναφέρεται επίσης η σχέση της με τον κλασικό συνθέτη και υποστηρικτή της οκτωβριανής επανάστασης κατά τα πρώτα χρόνια, Άρτουρ Λουριέ που ενσωμάτωσε στα έργα του πλήθος στίχων της, αλλά και με τον Μιχαήλ Ζίμερμαν, άνθρωπο του θεάτρου. Από τη μια οι βίαιες εκρήξεις ζήλιας του δεύτερου συζύγου της και από την άλλη η συνεχιζόμενη αναζήτηση ενός πραγματικού συντρόφου στη ζωή, έσπρωξαν γρήγορα την Άννα κοντά σε έναν άνθρωπο με τον οποίο ήταν συμμαθητές στο Τσάρσκογιε Σελό. Πράγματι, ο ιστορικός τέχνης Νικολάι Νικολάγεβιτς Πούνιν απέσπασε το ερωτικό ενδιαφέρον της σε σημείο που να παραβλέψει ότι από το 1917 ήταν παντρεμένος με την γιατρό Άρενς με την οποία είχαν αποκτήσει και μια κόρη, την Ιρίνα. Έτσι τον παντρεύτηκε και έζησε μαζί του 15 ολόκληρα χρόνια ανεχόμενη της απιστίες του που έφθαναν μέχρι του σημείου κάποια φορά να συγκατοικούν μαζί με την ερωμένη του. Ο Πούνιν παρόλο που μέχρι το 1949 κατείχε σημαντικές θέσεις στον κρατικό μηχανισμό της ΕΣΣΔ τότε συνελήφθη με την κατηγορία της αντισοβιετικής προπαγάνδας γιατί όπως λένε δήλωσε ότι πολλά πορτρέτα του Λένιν είναι «ανούσια, άγευστα». Παίρνοντας το δρόμο της εξορίας κατέληξε λίγους μήνες μετά το θάνατο του Στάλιν στο στρατόπεδο Γκούλακ λόγω των εξαιρετικά δυσμενών συνθηκών διαβίωσης. Να σημειωθεί ότι ο Πούνιν είχε συλληφθεί και κατά τη διάρκεια της σχέσης του με την Αχμάτοβα, ωστόσο εκείνη είχε καταφέρει να τον αφήσουν ελεύθερο. Μετά το θάνατο του Πούνιν η Αχμάτοβα εξακολουθούσε να προκαλεί το ενδιαφέρον των ανδρών και να δέχεται και προτάσεις γάμου, χωρίς όμως ανταπόκριση από πλευράς της. Ο Μπόρις Πάστερνακ, μάλιστα, ήταν ένας από τους επίδοξους συζύγους της.

Χειρόγραφο του «ποιήματος δίχως ήρωα» (1940-1942)

Τα δεκαπέντε χρόνια της συμβίωσής της πέρα από την απιστία του συντρόφου της, η Αχμάτοβα παράγει ένα μεγάλο αριθμό ποιημάτων στα οποία φαίνεται η απογοήτευσή της όχι μόνο για την προσωπική της ζωή αλλά και για το περιβάλλον στο οποίο ζούσε καθώς ήταν στιγματισμένη ήδη λόγω του πρώτου γάμου της ενώ οι περισσότεροι φίλοι της είτε είχαν μεταναστεύσει είτε είχαν εξορισθεί ή και εκτελεσθεί. Μέχρι την έκρηξη του Β΄ Παγκόσμιου ζούσε μεταφράζοντας κυρίως Τζιάκομο Λεοπάρντι, αρθρογραφώντας και γράφοντας ποίηση, που όμως είχε απαγορευθεί η δημοσίευσή της. Ήδη από το 1922 ο Λέων Τρότσκι είχε αποκηρύξει τη συλλογή της «Αnno Domini», που σήμερα θεωρείται κορυφαίο επιτεύγματα της ρωσικής ποίησης, ως βδελυρή ενώ τρία χρόνια αργότερα αποσύρθηκαν όλα τα βιβλία της και, όπως αναφέρεται, καταστράφηκαν. Την περίοδο του Μεσοπολέμου περίοδο φαίνεται να έχει υπογράψει και ένα ποίημα για τον «Πατερούλη των Λαών» το οποίο όπως αναφέρουν οι βιογράφοι της έγραψε σε μια προσπάθεια αποστιγματισμού του παιδιού της. Πράγματι ο Λεβ τη δεκαετία του 1930 αποπέμφθηκε από το Πανεπιστήμιο του Λένινγκραντ και οδηγήθηκε στην εξορία για πολλά χρόνια (1938-1956), παρόλο που κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου είχε πολεμήσει στις γραμμές του Κόκκινου Στρατού και ειδικότερα στη μάχη του Βερολίνου. Ο ίδιος δεν συγχώρεσε ποτέ τη μητέρα του, θεωρώντας την υπεύθυνη για όλα τα βάσανα που πέρασε στα νεανικά του χρόνια.

Η ποιήτρια με τον Μπόρις Πάστερνακ το 1940.

Με την έναρξη του Β΄ Παγκόσμιου άρθηκε, προσωρινά, η απαγόρευση και η «Πράβντα» δημοσίευσε πατριωτικά ποιήματα της Αχμάτοβα ενώ η ίδια σε όλη τη διάρκεια του πολέμου των 900 ημερών εμψύχωνε από τα ραδιόφωνο τις γυναίκες. Παράλληλα εργαζόταν πάνω στο «Ρέκβιεμ», που θεωρείται και το αριστούργημά της, με περιεχόμενο εξόχως καυστικό για τη σταλινική περίοδο στην ΕΣΣΔ αλλά και κυρίως για τα προσωπικά δεινά της. Χαρακτηριστικοί οι στίχοι για τη σύλληψη του παιδιού της: «Συνοδεία σε πήραν την αυγή/ Σαν κηδεία ακολούθησα μαζί/ Στο μισοσκόταδο της κάμαρας κλαίγαν τα παιδιά/ Και στο εικόνισμα τρεμοσβήναν τα κεριά./ Στα χείλη σου τ' αγίου η παγωνιά./ Στο μέτωπό σου ο θάνατος ανάβλυζε νερό... Δεν ξεχνώ!/ Σαν των Στρέλτσι τις έρημες γυναίκες κι εγώ/ Στους πύργους του Κρεμλίνου θα ουρλιάζω χωρίς σταματημό». Το «Ρέκβιεμ» στο σύνολό του δημοσιεύτηκε στην ΕΣΣΔ μόλις το 1987.

Φωτογραφία της που μάλλον επιβεβαιώνει τον χαρακτηρισμό «καλόγρια». Χωρίς ημερομηνία.

Μεταπολεμικά οι περιορισμοί συνεχίστηκαν με κορύφωση τον Αύγουστο του 1946 οπότε της ασκήθηκε σκληρή κριτική από την ΚΕ του ΚΚΣΕ για «ερωτισμό, μυστικισμό, και πολιτική αδιαφορία», όπως και για «ξένη προς τον σοβιετικό λαό ποίηση». Μάλιστα ο Αντρέι Ζντάνοφ, στενός συνεργάτης του Στάλιν, μέλος του ΠΓ, υπεύθυνος πολιτιστικών και δημιουργός της Ένωσης Σοβιετικών Συγγραφέων με σφοδρή αντιδυτική ιδεολογία και ένθερμος υποστηρικτής του σοσιαλιστικού ρεαλισμού ήταν εκείνος που την χαρακτήρισε ως «Μισή πόρνη, μισή Καλόγρια», διαγράφοντάς την ταυτόχρονα από την Ένωση Λογοτεχνών. Η φράση αυτή έμελλε να συνοδεύει την Αχμάτοβα, συχνότερα για να αναδείξει την σκληρότητα του καθεστώτος, αν και η προσωπική μας άποψη είναι ότι το περιεχόμενό της δεν είναι υβριστικό, τουλάχιστον για τους Μαρξιστές. Αν και στο πλαίσιο της λογοκρισίας απαγορεύθηκαν και περιοδικά όπως το Ζβέζντα στο οποίο δημοσιεύονταν κατά καιρούς στίχοι της Αχμάτοβα, η ποίησή της διαδιδόταν από στόμα σε στόμα και σε συνδυασμό με την προσωπικότητά της και την τύχη των μελών της οικογένειάς της, σύντομα έγινε θρύλος και σύμβολο της πολιτιστικής κληρονομιάς των Ρώσων από εκείνους που θεωρούσαν πως αυτή ισοπεδωνόταν από το σοβιετικό καθεστώς. Κάποιες πηγές αναφέρουν ότι η ποιήτρια έγραψε ύμνους για τον Στάλιν το 1950 με τον ίδιο στόχο που δεν ήταν άλλος από την απελευθέρωση του γιου της. Τα ποιήματα αυτά, σύμφωνα πάντα με τις ίδιες πηγές, δημοσιεύτηκαν στο εβδομαδιαίο περιοδικό Ογκονιόκ υπό τον τίτλο «Από τον κύκλο “Δόξα στην Ειρήνη”». Μετά το θάνατο του Στάλιν, η αποκατάσταση της Αχμάτοβα ήταν αργή και σταδιακή. Μέχρι το 1958 δημοσιεύτηκαν αρκετά ποιήματά της και μεγάλο μέρος του ογκώδους μεταφραστικού έργου της, στο οποίο εκτός από τα έργα του Λεοπάρντι περιλαμβάνονται κι εκείνα του Βίκτωρα Ουγκώ, του Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ, και διαφόρων Αρμενίων Κορεατών ποιητών. Επίσης ήρθαν στην δημοσιότητα διάφορα κείμενα - απομνημονεύματα για τους Μπλοκ, Μοντιλιάνι και Μαντελστάμ. Το 1964 τιμήθηκε με την ευκαιρία των 75ων γενεθλίων της με ειδικές εκδηλώσεις. Μεταξύ άλλων έλαβε το ιταλικό βραβείο ποίησης «Αίτνα-Ταορμίνα», ενώ το 1965 όπως αναφέραμε ήδη πήρε τιμητικό πτυχίο από την Οξφόρδη.

Η Αχμάτοβα προς την τελευταία κατοικία της. Δεξιά διακρίνεται ο νομπελίστας ποιητής Γιόζεφ Μπρόντσκι.

Η Άννα Αχμάτοβα πέθανε στις 5 Μαρτίου 1966, κατά σύμπτωση ακριβώς την ίδια μέρα που είχε πεθάνει ο Ιωσήφ Στάλιν το 1953, ενώ ο γιός της πέθανε τον Ιούνιο του 1992. Η φήμη της εξαπλώθηκε ιδιαίτερα μετά το θάνατό της ενώ στη χώρα της υπάρχουν και μνημεία μεταξύ των οποίων και το σπίτι που έζησε με τον Πούνιν όπου συγκεντρώνονταν πολλοί Ρώσσοι διανοούμενοι. Από το έργο της που δημοσιεύθηκε ολόκληρο στην ΕΣΣΔ την περίοδο της «Περεστρόικα» γνωρίζουμε να έχουν εκδοθεί στη χώρα μας το «Ποίημα χωρίς Ήρωα» (Ωκεανίδα,1982), το «Ρέκβιεμ» (Υπερίων, 1998 και Αρμός, 2007), «Ρέκβιεμ», «Ποίημα δίχως Ήρωα» και «Ελεγείες του Βορρά» (Μικρή Άρκτος 2008), ενώ ποιήματά της περιλαμβάνονται στις Ανθολογίες των Ρώσων ποιητών (2004) και της Ξένης Ποίησης (2007). Αξιόλογες επίσης μεταφράσεις παρουσιάζονται και στα ηλεκτρονικά περιοδικά ενώ έχει μεταφρασθεί και η βιογραφία της γραμμένη από τον Βόλφγκανγκ Χέσνερ (Μελάνι, 2007).

Άννα Αχμάτοβα, βιογραφικά στοιχεία, ποίηση και κριτικές
-Anna Akhmatova, Wikipedia.
-Anna and Amedeo, Olga's Gallery, 1 Σεπτεμβρίου 2002.
-Μια τσαρίνα «αγία και πόρνη», Δημήτρης Χουλιαράκης, Κυριακή 2 Σεπτεμβρίου 2007, ΤΟ ΒΗΜΑonline.
-Άννα Αχμάτοβα: «Ο κάλπικός τους έπαινος εμένα δεν μ΄ αγγίζει», Χάρης Βλαβιανός, Σάββατο 23 Αυγούστου 2008, ΤΑ ΝΕΑ on-oline, Ένθετο «Βιβλιοδρόμιο».
-Akhmatova Anna, OdessaWeb.
-Anna Akhmatova, The University of Vermont.
-Άννα Αχμάτοβα: Ποίηση, Pegas, Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια Μικρών Κειμένων.
-Το «Ρέκβιεμ» της Αννας Αχμάτοβα, «Και εσείς μπορείτε να περιγράψετε αυτό;», Του Γιάννη Αντιόχου, .poema, ηλεκτρονικό περιοδικό για την ποίηση.
-Ρετρό: «Ποιήματα» της Άννας Αχμάτοβα, της Ανθής Ντάρδη, Βακχικόν, Περιοδικό Γραμμάτων και Τεχνών.
-Άννα, η Πασών των Ρωσιών: Το κορίτσι και το πεπρωμένο, Σόνια Ιλίνσκαγια-Αλεξανδροπούλου, Κυριακή 19 Ιουλίου 1998, ΤΟ ΒΗΜΑonline.
-Φωτογραφικό υλικό από το RussianPoetry.

Άλλα πρόσωπα και τα έργα τους
-Nikolay Gumilyov, Wikipedia.
-Lev Gumilyov, Wikipedia.
-Αλέξανδρος Πούσκιν, Βικιπαίδεια.
-Ποίηση Αλέξανδρου Πούσκιν, Pegas, Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια Μικρών Κειμένων.
-Alexander Blok, Wikipedia.
-Ποίηση Αλέξανδρου Μπλοκ, Pegas, Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια Μικρών Κειμένων.
-Οσίπ Μαντελστάμ: Ερανίσματα από την ποίησή του, Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης, .poema, ηλεκτρονικό περιοδικό για την ποίηση.
-Αμεντέο Μοντιλιάνι, Βικιπαίδεια.
-Arthur Vincent Lourié, Geocities, Composer of 'L'
-Nikolai Punin, From Wikipedia.
-Boris Anrep, Wikipedia.
-Andrei Zhdanov, Spartacus.
-Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ, Βικιπαίδεια.
-Kuzma Petrov-Vodkin, Wikipedia.
-Nathan Altman, Wikipedia.

Οδησσός
-Odessa, Wikipedia.
-Οδησσός: Η ανατολή της Ευρώπης, Κυριακή Βασσάλου, Η Καθημερινή, 5 Οκτωβρίου 2007.

Τσάρσκογιε Σελό
-Τα τεκμήρια της καταστροφής, Ριζοσπάστης, Ένθετο «7 ημέρες μαζί», 16 Μαρτίου 2008.
-Ρωσία, ΔΕΘ.
-Tsarskoye Selo,Wikipedia.

Ακμεϊσμός
-Διαμαντίδης, Αντώνης (2008) Λεξικό των –ισμών, Αθήνα: εκδ. Γνώση.
-Οι εποχές της καταστολής: Συγγραφείς & εξουσία, Αναστάσιος Βιστωνίτης, Κυριακή 30 Ιουλίου 2006, ΤΟ ΒΗΜΑonline.

Ευρασιανισμός
-Neo-Eurasianism, Wikipedia.

Εποχές της ρωσικής ποίησης