Αυλαία, ασύστατοι! Αιμορραγούν ως και οι πέτρες, σ’ αυτόν τον άνυδρο καιρό! ΑΥΛΑΙΑ (Γ. Μπλάνας, Στασιωτικό 53o)

28/7/08

Αντόνιο Βιβάλντι

Στις 28 Ιουλίου του έτους 1741 απεβίωσε ο Αντόνιο Βιβάλντι. Τα βιογραφικά στοιχεία του μεγάλου συνθέτη που διατίθενται στο ελληνικό διαδίκτυο, προκύπτουν λίγα, σκόρπια και ορισμένα μάλιστα αμφισβητούνται από τους βιογράφους του. Με την επιφύλαξη για μια πιο ολοκληρωμένη παρουσίαση οι "Γεφυρισμοί" σήμερα στη μνήμη του παραθέτουν ένα πολύ μικρό αφιέρωμα που εστιάζει στις "Τέσσερις Εποχές" και ειδικότερα στο "Καλοκαίρι" που διανύουμε. Ένα πολύ περίεργο καλοκαίρι…

Ο Αντόνιο Λούτσιο Βιβάλντι υπήρξε Ιταλός συνθέτης Μπαρόκ μουσικής, βιρτουόζος του βιολιού και ιερέας του 17ου-18ου αιώνα. Γεννήθηκε στο ανεξάρτητο κρατίδιο της Βενετίας στις 4 Μαρτίου 1678, την ημέρα ακριβώς που ένας ισχυρός σεισμός συγκλόνισε την πόλη. Μπορεί και το γεγονός αυτό να ώθησε τους γονείς του να τον βαφτίσουν αμέσως μόλις ήρθε στον κόσμο. Βιογράφοι του ωστόσο αναφέρουν και την περίπτωση να ήρθε στον κόσμο με κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας. Τελικά, η επίσημη βάφτισή του έγινε δύο μήνες αργότερα στο ναό του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή.

Ιωάννης Βαπτιστής ήταν και το όνομα του πατέρα του ο οποίος ήταν επαγγελματίας βιολιστής ενώ πριν ασκούσε το επάγγελμα του κουρέα. Ήταν εκείνος που δίδαξε στον Αντόνιο την τέχνη του οργάνου και ήταν εκείνος που μαζί με άλλους μουσικούς ίδρυσε την Sovvegno dei musicisti di Santa Cecilia, μια ένωση μουσικών και συνθετών στην οποία προέδρευε ο Τζιοβάνι Λεγκρέντζι, ο βενετσιάνος θεμελιωτής της τριο-σονάτα. Ορισμένοι πιστεύουν ότι αυτός ήταν και ο πρώτος δάσκαλος του νεαρού Αντόνιο.

Ο Βιβάλντι αντιμετώπιζε ένα χρόνιο πρόβλημα υγείας που αφορούσε στο αναπνευστικό του σύστημα –πιθανόν άσθμα- αλλά αυτό δεν τον εμπόδιζε στη μουσική εκπαίδευση και στις μουσικές δραστηριότητες παρά μόνο κατά την αδυναμία να ασχοληθεί με τα πνευστά. Σε ηλικία 15 ετών (1693) ξεκίνησε τις ιερατικές σπουδές ώστε στα 25 του χρόνια ήταν πλέον ο κόκκινος παπάς. Ένα προσωνύμιο που έλαβε πιθανόν λόγω του χρώματος των μαλλιών του. Ωστόσο ένα χρόνο αργότερα (1704) η κατάσταση της υγείας του άρχισε να επιδεινώνεται και σταμάτησε να λειτουργεί χωρίς όμως να αποποιηθεί την ιδιότητά του ως ιερέας.

Από το Σεπτέμβριο του 1703 ξεκίνησε να διδάσκει βιολί σε ένα από τα τέσσερα δημόσια ορφανοτροφεία της Βενετίας, Pio Ospedale della Pieta, όπου τα αγόρια μάθαιναν να δραστηριοποιούνται εμπορικά και τα κορίτσια λάμβαναν μουσική εκπαίδευση. Οι καλύτερες μάλιστα από τις μικρές παρέμεναν στο ίδρυμα ως μέλη της φημισμένης ορχήστρας του ή της επίσης φημισμένης χορωδίας του. Εκεί ο Βιβάλντι κέρδισε αμέσως την εκτίμηση όλων και του δόθηκε η ευκαιρία να συνθέσει μεγάλο μέρος του συνολικού έργου του όπως κονσέρτα, καντάτες και εκκλησιαστικά κομμάτια.

Η ανανέωση της συνεργασίας του με το ορφανοτροφείο γινόταν σε ετήσια βάση -και ομόφωνα μάλιστα- μέχρι το 1709 οπότε δεν έγινε δεκτή για μία ψήφο. Έτσι καθ΄ όλη τη διάρκεια του 1710 εργάστηκε ως ελεύθερος μουσικός ενώ το 1711 ανακλήθηκε στο Ospedale -και αυτή τη φορά ομόφωνα- από τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου που είχαν το χρόνο να διαπιστώσουν πόσο σημαντική ήταν η παρουσία του.


Το 1716 προήχθη σε Διευθυντή του μουσικού τμήματος ενώ την περίοδο αυτή παρήγαγε ένα μεγάλο αριθμό έργων περιλαμβανόμενων όπερων και κονσέρτων συμμετέχοντας παράλληλα σε φεστιβάλ και πολλές μουσικές εκδηλώσεις. Εκείνη τη χρονιά σύνθεσε μάλιστα και το ορατόριο με τίτλο Ο Θρίαμβος της Ιουδήθ για τον εορτασμό της ανάκτησης της Κέρκυρας από τους Βενετσιάνους, μετά τη νίκη τους επί τον Οθωμανών.

Είναι γεγονός ότι το ύφος του Βιβάλντι στις όπερες ενόχλησε ορισμένους συντηρητικούς μουσικούς οι οποίοι δεν παρέλειψαν να εκφράσουν δημόσια και με σχετικά έντυπα τη δυσφορία τους, αν και οι ίδιοι ήταν μάλλον ερασιτέχνες της όπερας. Το φυλλάδιο που κυκλοφόρησε από τον Μπενεντέτο Μαρτσέλο με τίτλο Θέατρο εποχών μοντέρνων παρ΄ όλο που συγγραφικά είναι εξαιρετικό, καυτηριάζει το έργο του συνθέτη του οποίου μία καρικατούρα κοσμεί και το εξώφυλλο.

Από το 1718 μέχρι το 1721 ο Βιβάλντι αναλαμβάνει μαέστρος στη Μάντοβα, πατρίδα του Βιργίλιου, μετά από επιλογή του ίδιου του κυβερνήτη Φιλίππου, όπου έγραψε πολλές ακόμη όπερες. Τότε γνωρίστηκε με την Άννα Τζίρο που έμελλε να γίνει και η αγαπημένη του πριμαντόνα. Γύρω από τη σχέση τους αλλά και τη σχέση του συνθέτη με την αδελφή της δημιουργήθηκαν διάφορες ιστορίες, ωστόσο τίποτε δεν αποδεικνύει, από τα στοιχεία που υπάρχουν σήμερα, ότι υπήρχε κάτι παραπάνω από επαγγελματική συνεργασία. Το 1721 παρουσίασε στο Μιλάνο και το ποιμενικό δράμα La Silvia και την επόμενη χρονιά ένα ορατόριο, λίγο πριν βρεθεί στη Ρώμη προσκεκλημένος του Πάπα Βενέδικτου ΙΓ΄ που του ζήτησε να παίξει για τον ίδιο.

Επιστρέφοντας στη Βενετία, 1725, κουβαλάει μέσα του την όμορφη φύση της Μάντοβα. Υπό αυτές τις αναμνήσεις σύνθεσε τις Τέσσερις Εποχές∙ ένα έργο πραγματική επανάσταση στη μουσική αντίληψη. Κάθε κονσέρτο συνδέεται με ένα σονέτο του συνθέτη στο οποίο αποτυπώνονται οι σκηνές που περιγράφει η μελωδία. Τρία χρόνια μετά ενώ βρισκόταν στην κορυφή της καριέρας του δημιουργούσε έργα κατά παραγγελία για τους βασιλικούς οίκους της Ευρώπης όπως η γαμήλια καντάτα Gloria e Imeneo που γράφτηκε για τους γάμους του Λουδοβίκου ΙΕ΄. Την ίδια χρονιά συναντήθηκε στην Τεργέστη με τον αυτοκράτορα Κάρολο Δ΄ ο οποίος λάτρεψε κυριολεκτικά τις μελωδίες του συνθέτη και για το λόγο αυτό του απένειμε τον τίτλο του ιππότη, ένα χρυσό μετάλλιο και μια πρόσκληση για τη Βιέννη.



Στο βίντεο ακούγεται η μελωδία από το «Καλοκαίρι» του Αντόνιο Βιβάλντι. Μια σύνθεση ξεχωριστή. Ξεχωριστή όμως είναι και η τεχνοτροπία animation στην άμμο δια χειρός Ferenc Cako. Ο συνδυασμός μαγικός και εξαιρετικά θερινός. Απολαύστε τον.


Το 1730 ο συνθέτης συνοδευόμενος από τον πατέρα του ταξιδεύει στη Βιέννη και στην Πράγα όπου εκτελείται και η όπερά του Farnace. Φαίνεται όμως ότι η τύχη που τον ακολουθούσε τα τελευταία χρόνια είχε αλλάξει πορεία. Το 1741 η μουσική του στη Βενετία είχε πλέον απαξιωθεί, τα οικονομικά του ήταν άσχημα και πιθανόν το περιβάλλον της γενέτειράς του να είχε βαρύνει για αδιευκρίνιστους λόγους. Αναφέρονται διάφορες ιστορίες οι οποίες όπως κι εκείνη με τις αδελφές δεν μπορούν να διασταυρωθούν ώστε να βεβαιωθούν. Τότε αποφάσισε να δεχτεί την πρόσκληση του Κάρολου. Μάταια όμως. Η τύχη τον είχε οριστικά εγκαταλείψει. Φθάνοντας στη Βιέννη ο αυτοκράτορας πεθαίνει και μαζί του και η θέση του συνθέτη στην Αυλή.

Ο Αντόνιο Λούτσιο Βιβάλντι πέθανε πάμφτωχος τη νύχτα μεταξύ της 27ης και 28ης Ιουλίου 1741 από κάποια λοίμωξη στο σπίτι της χήρας ενός Βιεννέζου σαμαρά. Το πρωί τάφηκε στο νεκροταφείο του Νοσοκομείου της πόλης ενώ δεν έχει αποδειχθεί εάν η τελετή έγινε όπως σε άπορους. Αργότερα μεταφέρθηκαν τα οστά του δίπλα στο Karlskirche στο χώρο του Τεχνικού Ινστιτούτου όπου έχουν τοποθετηθεί και τιμητικές πλάκες.

Το έργο που άφησε έχει ιδιαίτερα μεγάλη έκταση. Υπολογίζεται ότι έχει γράψει 40 όπερες, 3 ορατόρια, 50 θρησκευτικές συνθέσεις, 50 κοσμικές καντάτες και σερενάτες, 100 σονάτες καθώς και 500 κοντσέρτα και συμφωνίες. Η αναγνώρισή του έγινε πολλά χρόνια μετά το θάνατό του αν και πολλοί συνθέτες όπως ο Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ είχαν επηρεαστεί από αυτόν. Άλλωστε από τον μεγάλο μουσουργό άρχισαν να έρχονται στην επιφάνεια τα έργα του Βιβάλντι παρόλο που πέρασαν πολλά χρόνια (20ος αιώνας) ώστε να αποκαλυφθούν στο σύνολό τους. Και μια σύμπτωση: ο Μπαχ πέθανε επίσης στις 28 Ιουλίου το έτος 1750.

Πλήρεις βιογραφίες του Αντόνιο Βιβάλντι
Antonio Vivaldi: Biography by Allen Krantz