Αυλαία, ασύστατοι! Αιμορραγούν ως και οι πέτρες, σ’ αυτόν τον άνυδρο καιρό! ΑΥΛΑΙΑ (Γ. Μπλάνας, Στασιωτικό 53o)

31/10/08

Νύχτες με τον Φελίνι

Ο Φελινικός κόσμος είναι ένας κόσμος από βιώματα μνήμες και αθέατες μελλοντικές ήττες και επιβολές. Μάνος Χατζιδάκις


Στις 31 Οκτωβρίου 1993, έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 73 ετών ο Φεντερίκο Φελίνι, ένας από τους σπουδαιότερους ανθρώπους στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου. Ο μεγάλος σκηνοθέτης γεννήθηκε στο Ρίμινι, στις 20 Ιανουαρίου 1920, πρώτος γιος της Ίντα Μπαρμπιάνι και του Ουρμπάνο Φελίνι, οι οποίοι λίγο αργότερα έφεραν στον κόσμο τον Ρικάρντο (1921) και την Μαρία Μανταλένα (1929). Η καταγωγή του πατέρα του ήταν από Γκαμπετόλα, όπου ο Φεντερίκο περνούσε και τις διακοπές του συντροφιά με τους παππούδες του. Οι εμπειρίες τόσο από τις διακοπές αυτές όσο και από το Ρίμινι έχουν καταγραφεί σε πολλές από τις ταινίες του χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κάθε τι που περιγράφει έρχεται από το παρελθόν του. Είναι κάτι που λανθασμένα ισχυρίστηκαν αρκετοί, παρασυρμένοι προφανώς από τη φαντασία που κυριαρχεί στα έργα του. Άλλωστε οι συνεργάτες του στον κινηματογράφο (Πινέλι, Ζαπόνι, Ροτούνο) έχουν επισημάνει ότι ο Φελίνι χρησιμοποίησε στοιχεία από τις αναμνήσεις του με μοναδικό σκοπό να κάνει πιο απολαυστικό το στόρι των ταινιών του.

Την εποχή του Μουσολίνι, τόσο ο Φεντερίκο όσο και ο αδελφός του Ρικάρντο, είχαν ενταχθεί στη νεολαία του φασιστικού κόμματος, πράγμα που ήταν άλλωστε υποχρεωτικό. Την άνοιξη του 1939 μετακινήθηκε στη Ρώμη αρθρογραφώντας για ένα σατιρικό περιοδικό (Μάρκ Αουρέλιο) μεγάλης κυκλοφορίας. Τότε παίρνοντας συνέντευξη από τον Άλντο Φαμπρίτσι ήρθε σε επαφή με το ραδιόφωνο, δημιουργώντας μάλιστα μια πολύχρονη επαγγελματική συνεργασία με το διάσημο κωμικό του θεάτρου και του κινηματογράφου. Την ίδια εποχή που τόσο η Ιταλία όσο και η υπόλοιπη Ευρώπη βρισκόταν στο έλεος του φασισμού, ο Φελίνι κατάφερε να μην στρατευθεί, εξακολουθώντας να γράφει στο χιουμοριστικό περιοδικό, προφανώς εκδηλώνοντας μια πολιτική απάθεια. Μια αδιαφορία που ακόμη και από βιογράφους του χαρακτηρίζεται έως και ξεδιάντροπη.

Τρία χρόνια αργότερα, 1942, γνωρίζετε με την ηθοποιό Τζουλιέτα Μασίνα και στις 30 Οκτωβρίου του επόμενου έτους παντρεύονται. Αυτή ήταν η έναρξη μιας από τις περισσότερο δημιουργικές συνεργασίες του κινηματογράφου. Ωστόσο οι προσπάθειές τους να αποκτήσουν παιδί είχαν όλες τραγικό τέλος. Στην πρώτη εγκυμοσύνη η Μασίνα έχασε το παιδί πέφτοντας από τις σκάλες ενώ το μωρό που γεννήθηκε τον Μάρτιο του 1945, ο μικρός Πιερφεντερίκο, κατέληξε μόλις μετά από ένα μήνα ζωής. Οι εμπειρίες αυτές, λέγεται ότι, ενέπνευσαν το ζευγάρι στη δημιουργία του φιλμ «Λα Στράντα» (1954).

Το καλοκαίρι του 1943, τα συμμαχικά στρατεύματα εισήλθαν στη Ρώμη, βάζοντας ένα τέλος στο φασιστικό καθεστώς. Ο Φελίνι την εποχή εκείνη μαζί με τον φίλο του Ντε Σέτα δημιουργούσαν καρικατούρες των στρατιωτών αντί χρημάτων. Τότε ήταν που του ζήτησε ο Ρομπέρτο Ροσελίνι να συνεργαστούν για τον έργο «Ρώμη, Ανοχύρωτη Πόλη» (1945) και ο Φελίνι δέχτηκε να αναλάβει τις κωμικές ατάκες και τους διαλόγους στο σενάριο του Άλντο Φαμπρίτζι.

Η πρώτη του ταινία ήταν τα «Φώτα του Βαριετέ» (1950), μια κωμωδία σε συν-σκηνοθεσία Αλμπέρτο Λατουάντα, υπήρξε μια τεράστια οικονομική αποτυχία. Δεν χρεοκόπησε μόνο η εταιρεία παραγωγής αλλά οι δύο σκηνοθέτες πλήρωναν χρέη πάνω από 10 χρόνια! Ακολούθησε η ατομική δουλειά του με τίτλο «Η Λευκή Sheik» (1952), ένα φιλμ που είχε παρουσιάσει ο Αντονιόνι το 1949, το σενάριο του οποίου ανασκευάστηκε από τον ίδιο τον σκηνοθέτη σε συνεργασία με τον Πινέλι και τον Ένιο Φλαϊάνο. Η στιγμή αυτή μπορεί να θεωρηθεί ιστορική μια και ο Φελίνι συναντιέται με τον Νίνο Ρότα. Η συνεργασία τους συνεχίστηκε με τεράστια επιτυχία μέχρι το θάνατο του συνθέτη, 1980, στην «Πόλη των Γυναικών».


O Φελίνι φωτογραφίζοντας την Τζουλιέτα Μασίνα, κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων της ταινίας "La Strada" (1954), Studio Patellani/Corbis, Πηγή: Britannica

Όταν τη δεκαετία του ΄60 ο Φελίνι αποφάσισε να δουλέψει με βάση του έργο του Καρλ Γιουνγκ, με την επίβλεψη του ψυχαναλυτή Ερνστ Μπέρναρντ το αποτέλεσμα ήταν εκπληκτικό. Φιλμς όπως το «Οκτώμισι» (1963), «Η Ιουλιέτα των πνευμάτων» (1965), «Σατυρικόν» (1969), «Καζανόβα» (1976) και «Η πόλη των γυναικών» (1980), μπορούμε να πούμε ότι δημιούργησαν ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στην κινηματογραφική ιστορία. Επίσης εκτός από το Οκτώμισι τρία ακόμη έργα του, «Λα στράντα» (1954), «Οι νύχτες της Καμπίρια» (1957), «Ντόλτσε Βίτα», «Άμαρκορντ» (1973) του χάρισαν συνολικά τέσσερα Όσκαρ –ένας αριθμός ιδιαίτερα μεγάλος για Ευρωπαίο σκηνοθέτη. Εκτός από τα παραπάνω Όσκαρ (και ένα ακόμη για τη συνολική προσφορά του) απέσπασε επίσης δύο Ασημένια Λιοντάρια, το μεγάλο βραβείο του Διεθνούς Φεστιβάλ Μόσχας αλλά και το Ιαπωνικό Βραβείο (Praemium Imperiale) που θεωρείται ισοδύναμο με Νόμπελ και καλύπτει τους κλάδους Ζωγραφικής, Γλυπτικής, Αρχιτεκτονικής, Μουσικής, Θεάτρου ή και Κινηματογράφου.

Η τελευταία σκηνοθετική δουλειά του ήταν το φιλμ «Η Συνέντευξη» (1987). Έξι χρόνια αργότερα πέθανε στη Ρώμη από καρδιακό επεισόδιο στις 31 Οκτωβρίου, μία μόλις ημέρα μετά τον εορτασμό των 50 χρόνων γάμου με την αγαπημένη του Τζουλιέτα Μασίνα. Εκείνη τον ακολούθησε λίγο αργότερα, λόγω καρκίνου στον λάρυγγα. Είναι θαμμένοι μαζί με το τον μικρό Πιερφεντερίκο, στο νεκροταφείο της γενέτειράς του, Ρίμινι, σε ένα μνήμα φιλοτεχνημένο από τον Αρνάλντο Πομόντο, που παριστά την πλώρη ενός πλοίου στο νερό.

Ο Φελίνι υπήρξε μια πολύπλευρη καλλιτεχνική προσωπικότητα, ένα ιδιαίτερο ταλέντο στο χώρο της κωμικογραφίας και του κινηματογράφου. Το προσωπικό του ύφος, ταυτόχρονα κωμικό και τραγικό, αποπνέει έναν αέρα τσίρκο. Ο ίδιος μάλιστα δήλωνε ότι λάτρευε τους κλόουν ενώ δεν είναι τυχαίο ότι η αγαπημένη του ταινία ήταν «Το τσίρκο» του Τσάπλιν. Εξάλλου ο Φελίνι όπως φάνηκε και από τη συνεργασία του με τον Μίλο Μανάρα λάτρεψε το κόμιξ, ευρισκόμενος μόνιμα μετέωρος μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας, αστείου και τραγικού.

Αυτό ακριβώς το γλυκόπικρο, και συχνά βιωματικό, συναίσθημα του σκηνοθέτη κατάφερε ο Νίνο Ρότα να το μεταφράσει σε μοναδικές μελωδίες έχοντας πλήρη γνώση του προσωπικού και κινηματογραφικού του γίγνεσθαι. Για να μπορούμε εμείς να απολαμβάνουμε έργα μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, που πάντα αφήνουν πίσω προβληματισμούς αλλά κι έναν ακόμη που κατά κανόνα είναι το στέκι που θα συλλογιστούμε. Γιατί το σίγουρο είναι ότι ο ύπνος έρχεται πολύ αργά μετά από μια Φελινική εμπειρία.

Πηγές και περισσότερα στοιχεία
-Βιογραφία στην Αγγλική, Wikipedia.
-Φ. Φελίνι-Ν. Ρότα, Μια ιστορική συνεργασία σκηνοθέτη - συνθέτη, Περιοδικό TAR.
-Φ. Φελίνι, Μαέστρο και στα κόμιξ, Το Βήμα, 26/20/2003.
--------------
Χαρισμένο στον Βάκχο

28/10/08

Ο πόλεμος

Αφίσα Ανωνύμου, Συλλογή Αλέξανδρου Θεοδώρου Μπενάκη, Νο 196, από το: «Ελληνικές Αφίσες», επιμέλεια Σπύρος Καραχρήστος, εκδ. Κέδρος, Αθήνα, 1984.

Οι δείχτες κοκαλιάσανε κι αυτοί στην ίδια ώρα.
Όλα αργούν πολύ να τελειώσουνε το βράδι, όσο κι αν τρέχουν γρήγορα οι μέρες και τα χρόνια
Έχει όμως κανείς και τις διασκεδάσεις του, δε μπορείς να πεις· απόψε λ.χ. σε τρία θέατρα πρεμιέρα.
Εγώ, συλλογίζομαι το γέρο συμβολαιογράφο του τελευταίου πατώματος, με το σκοτωμένο γιο, που δεν τον είδα ούτε και σήμερα. Έχει μήνας να φανεί.
Στο λιμάνι τα μπορντέλα παραγεμίσανε από το πλήρωμα των καινούριων αντιτορπιλικών κι οι μάρκες πέφτουνε γραμμή.

Η θερμάστρα κουρασμένη τόσα χρόνια έμεινε πάλι φέτος σε μια τιμητική διαθεσιμότητα.
«Το πολυαγαπημένο μας αγγελούδι, (εδώ θα μπει το όνομα, που για τώρα δεν έχει σημασία) ετών 8 κτλ. κτλ.»
Στην οδό Αιγύπτου (πρώτη πάροδος δεξιά) τα κορίτσια κοκαλιασμένα περιμένανε άπ' ώρα τον Ισπανό με τα τσιγαρόχαρτα.
Κι εγώ ο ίδιος δεν το πιστεύω αλλά προσπαθώ να σε πείσω οπωσδήποτε, πως αυτό το πράγμα στη γωνιά ήτανε κάποτε σαν κι εσένα. Με πρόσωπο και με κεφάλι.
Οσονούπω όμως, ας τ' ομολογήσουμε, ο καιρός διορθώνεται και να που στο διπλανό κέντρο άρχισαν κιόλας οι δοκιμές.
Αύριο είναι Κυριακή.

Σιγά σιγά αδειάσανε οι δρόμοι και τα σπίτια, όμως ακόμη κάποιος έμεινε και τρέχει να προφτάσει
Και ρυθμικά χτυπήσανε μια μια οι ώρες κι ανοίξανε πόρτες και παράθυρα μ' εξαίσιες αποκεφαλισμένες μορφές
Ύστερα ήρθανε τα λάβαρα, οι σημαίες κι οι φανφάρες κι οι τοίχοι γκρεμιστήκανε απ' τις άναρθρες κραυγές
Πτώματα ακέφαλα χορεύανε τρελά και τρέχανε σα μεθυσμένα όταν βαρούσανε οι καμπάνες

Τότε, θυμάσαι, που μου λες: Ετέλειωσεν ο πόλεμος!

Όμως ο Πόλεμος δεν τέλειωσεν ακόμα.
Γιατί κανένας πόλεμος δεν τέλειωσε ποτέ!

Μανόλη Αναγνωστάκη, Τα Ποιήματα (εποχές), εκδ. πλειάς, Αθήνα, 1979
---------------------

26/10/08

Λείπουμε

Marc Chagall, Small Drawing Room,1908.


ΙΙΙ

Λείπουμε
λόγω έλλειψης χρόνου
λόγω έλλειψης χώρου.
Λόγω πύκνωσης αισθημάτων
γι' αυτό που λείπει.


Ποίημα του Παναγιώτη Κερασίδη από τη συλλογή "Λείπουμε", εκδόσεις Γαβριηλίδης, 2008.


Σημειώνει ο ποιητής: Το «Λείπουμε» προέκυψε από στίχους και σκέψεις που είχαν εμφανιστεί σπερματικά σε παλιότερα βιβλία μου -αλλά κυρίως στο προηγούμενο, «Το σώμα της απουσίας», Γαβριηλίδης 2003- για την απουσία. Την απουσία ως πληρότητα, ως απαίτηση, ως επιλογή-στάση ζωής. Οι σκέψεις αυτές πυροδότησαν αισθήματα κι άλλες σκέψεις και γράφτηκαν τα ποιήματα του «Λείπουμε», που κινούνται όλα σχεδόν στην τροχιά της απουσίας. Τελικά, όταν τυπώθηκαν τα ποιήματα, αισθάνθηκα να μου λένε πως οφείλω να λείπω βαθιά στο είναι και στον θάνατο. Ότι αυτό θα με σώσει από τον εαυτό μου, από τους άλλους κι από το θάνατο. Συμπέρασμα: αυτό που σε αφήνει άφωνο διεκδικεί από σένα τη φωνή του.

Τα ποιήματα του βιβλίου είναι σπονδυλωτά. Αποτελούνται από αριθμημένα μικρά κείμενα με συνάφεια μεταξύ τους αισθητή και ενίοτε ανεπαίσθητη. Έχω καταλήξει, με τα χρόνια, στον γυμνό λόγο, στην ακαριαία διατύπωση. Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς, εκτός σπανίων περιπτώσεων. Είναι σχεδόν σωματική ανάγκη.

Τις προάλλες μια νέα ποιήτρια, αφού διάβασε το βιβλίο, μου είπε: «Πολύ καλό, αλλά το ήθελα μεγαλύτερο...» Κι εγώ, αστειευόμενος, απάντησα: «Πόσους πόντους ακριβώς;» Ευτυχώς γελάσαμε και οι δύο. Ωστόσο συνέχισα: «Καλύτερα να ζητάς περισσότερο έρωτα από τον εραστή σου παρά να βαριέσαι και να εύχεσαι να τελειώσει». Προφανώς με είχε ενοχλήσει το επιφανειακό σχόλιο.

Είναι τουλάχιστον αντιαισθητική η επιδερμική ψηλάφηση της ποίησης των άλλων που γίνεται από μερικούς ποιητές. Κατά τ' άλλα, αυτό που μας μαθαίνει η ποίηση είναι να πιστεύουμε στην ουτοπία της ζωής.

_____________________
Το ποίημα αυτό μαζί με άλλα αποσπάσματα από τη συλλογή του Π. Κερασίδη, φιλοξενούνται στο e-poema ενώ η συλλογή του "Η Απουσία ως ενηλικίωση της ουτοπίας" διατίθεται στη σελίδα της Ελληνικής Σύγχρονης Ποίησης. Για τον Μάρκ Σαγκάλ μπορείτε να αντλήσετε βιογραφικά στοιχεία από τη Βικιπαίδεια και να απολαύσετε τα έργα του στη Γκαλερί της Όλγας.

--------------

23/10/08

Ένα Νόμπελ για το ΕΣΥ

Ο Γεώργιος Σεφέρης κατά την παραλαβή του Βραβείου Νόμπελ το Δεκέμβριο του 1963. Πηγή
--------------Στις 24 Οκτωβρίου 1963 η Σουηδική Ακαδημία ανήγγειλε την απονομή του βραβείου Νόμπελ Λογοτεχνίας για πρώτη φορά σε έναν Έλληνα, τον Γεώργιο Σεφέρη. Η χρονιά αυτή για τη χώρα μας, αλλά και για τον πλανήτη ολόκληρο, δεν ήταν εύκολη. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά η Φωτεινή Τομαή ήταν μια χρονιά αίματος. Άλλωστε και στην Ελλάδα όταν ανακοινώθηκε το βραβείο Νόμπελ, είχε ήδη δολοφονηθεί ο Γρηγόρης Λαμπράκης [1] ενώ στο επίκεντρο της επικαιρότητας ήταν η σύγκρουση Καραμανλή και ανακτόρων, τα αισθηματικά του γόνου των τελευταίων, αλλά και οι εορτασμοί για τη χιλιετία της μοναστικής ζωής στο Άγιον Όρος.

Σήμερα, σχεδόν μισό αιώνα μετά, μπορεί οι βασιλείς να μην υπάρχουν στο πολιτικό σκηνικό της χώρας και οι παρακρατικοί να μην έχουν τρίκυκλα, ωστόσο και Καραμανλή έχουμε και το Άγιον Όρος δεσπόζει στην επικαιρότητα. Όλες αυτές οι σκέψεις έτρεχαν με την αναζήτηση ενός κατάλληλου κειμένου του Σεφέρη, αν και με τα Νόμπελ γενικότερα οι Γεφυρισμοί δεν έχουν και τις καλύτερες σχέσεις [2].

Έτσι λοιπόν δημοσιεύεται σήμερα ένα μέρος από τις «Μέρες του 1945-1951» και μάλιστα εκείνο που αντιστοιχεί στην περίοδο από 16 έως 30 Οκτώβρη του 1947. Φυσικά δεν χρειάζεται να ανατρέξουμε στα γεγονότα της εποχής εκείνης οπότε προετοιμάζονταν να γράψουν τις μελανότερες σελίδες στη Σύγχρονη Ιστορία [3]. Ποιοι; Μα οι ίδιοι ! Δεν χρειάζεται και ρώτημα…

Πέρα απ΄ αυτές τις «αρμονικές» οκτωβριανές συμπτώσεις, τα συγκεκριμένα αποσπάσματα από το ημερολόγιο του Γ. Σεφέρη αναδεικνύουν ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να αποτελεί ένα απέραντο Μουσείο Μη Πολιτισμού, φυλάσσοντας «ως κόρη οφθαλμού» τις κακές παραδόσεις σε πολλούς τομείς και πρωτίστως στην Υγεία.

Ο Γεώργιος Σεφέρης στο Ημερολόγιό του αναφέρει πως τον Οκτώβριο του 1947, αντιμετωπίζοντας ένα πρόβλημα υγείας, αναγκάσθηκε να νοσηλευθεί στο νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» ώστε να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση από τον ιατρό Καΐρη [4]. Στη συνέχεια μπορείτε να διαβάσετε τις προσωπικές εμπειρίες του από τον «Ευαγγελισμό» της εποχής. Έχουμε τη βεβαιότητα ότι στην περίπτωση που η κακή τύχη σάς έχει φέρει στη δεινή θέση να νοσηλευθείτε σε κρατικό νοσοκομείο ότι δεν θα διαπιστώσετε σπουδαίες βελτιώσεις από το 1947 μέχρι σήμερα.

Και λέγοντας βελτιώσεις δεν εννοούμε μόνο ό,τι σχετίζεται με την κτιριακή και την υλικοτεχνική υποδομή του «Εθνικού» «Συστήματος» «Υγείας» αλλά κυρίως με τις διαδικασίες. Αυτές τις διαδικασίες που κάνουν πολλούς εργαζόμενους να ντρέπονται γι΄ αυτό που προσφέρουν στους ασθενείς αλλά τους περισσότερους, δυστυχώς, να μην ντρέπονται που εξουσιοδοτούν με ψήφους αυτούς τους ίδιους και τους ίδιους που μας κυβερνούν χρόνια τώρα, με τρίκυκλα, ζαρντινιέρες και σκάνδαλα.

Τέλος, αξίζει να σημειωθούν, δύο σημαντικές αλλαγές: (α) τα πρωινά στον Υμηττό από τον Ευαγγελισμό δεν έχουν πια την ομορφιά που είχαν-αν φαίνονται κιόλας [5], και (β) για να μην τα ισοπεδώνουμε και όλα, αλλά και για να ευλογήσουμε τα ακτινολογικά μας .... γένια, πριν την ακτινογράφηση δεν χορηγείται πια κάρβουνο. Κάρβουνο έτσι κι αλλιώς είναι όλα…
_
________ζ
_Μέρες του 1945-1951, Γεώργιος Σεφέρης
Πέμπτη, 16 Οκτώβρη
Ο γιατρός Καΐρης μου έδωσε εισιτήριο για τον «Ευαγγελισμό». Ποιος ξέρει τί θα είναι και αυτή η παράσταση. [6]
-----------
Σάββατο, 25 Οκτώβρη
Το Σεπτέμβρη γιαπί στο σπίτι τον Οχτώβρη ξήλωμα οι βιβλιοθήκες, κάσες και ετοιμασίες για το ταξίδι στην Άγκυρα. Ευτυχώς η νεύρωση της ταχτοποίησης ήταν αρκετά απορροφητική. Έτσι ήρθε η μέρα του νοσοκομείου χωρίς να την πολυσυλλογιστώ. Ήρθε και άραξε σαν ένα καράβι που ήξερα το δρομολόγιό του άλλα που δεν ήταν για να μου φέρει κανένα πρόσωπο ιδιαίτερα αγαπητό.[7]
Κουρασμένος και αηδιασμένος, πήρα το εισιτήριο που μου 'δωσε ο γιατρός, σαν εισιτήριο για διακοπές, και ήρθα σε τούτο το κατάστημα. Ξεκούραση: Εδώ δεν είμαι τίποτ' άλλο παρά το νούμερο 212· δεν έχω προσωπικότητα· συμμετέχω στη γενική προσωπικότητα των ανθρώπων που πάσχουν. Η κάμαρά μου δεν έχει χαρακτήρα· ένα γεωμετρικό σχήμα· είναι στενόμακρη σα διάδρομος. Αλλά βλέπει στη λεωφόρο, και τη νύχτα τα φώτα των σπιτιών είναι σαν φώτα λιμανιού.
Άρχισα να διαβάζω (έχω να διαβάσω εδώ και εβδομάδες) τα βιβλία που πήρα στην τύχη ξεκινώντας βιαστικά -έτυχε και η Virginia Wolf («On not knowing Greek»). Πρώτη φορά από καιρό όλα με διασκεδάζουν· ξαναβρήκα αυτή τη διάθεση, θα ήταν καλύτερα αν ήταν τα αποχωρητήρια πιο καθαρά. Στο ένα δεν υπάρχει ούτε νερό. Αυτή η βρώμα δίνει στο νοσοκομείο ένα χαρακτήρα λαζαρέτου. Μολαταύτα, το κλύσμα λέγεται υποκλυσμός.
-------------
--------------
Κυριακή, 26 ΟκτώβρηΝοσοκομειακή βιομηχανία· αθλιότης των ανθρωπίνων σωμάτων που επισκευάζουν. Πρέπει να το 'χεις δει αυτό από κοντά, για να καταλάβεις την έξαρση και την κάθαρση του τελετικού της αγάπης.
Πρέπει να πάρω κάρβουνο για την αυριανή ακτινογραφία. Η αδελφή που μου φέρνει ένα φλιτζάνι μαύρο ζουμί μου λέει να παίρνω μια κουταλιά την ώρα. Την πείθω να παίρνω τρεις κουταλιές κάθε τέταρτο. Αδειάζοντας το φλιτζάνι, λογαριάζω πως με τις αρχικές οδηγίες θα μου χρειάζονταν τουλάχιστον 20 ώρες. Κρίμα· με ξεκούραζε να υπακούω χωρίς ευθύνη· τώρα βλέπω πως πρέπει να κρίνω τις διαταγές.
----------
Το πρώτο ακτινολογικό εργαστήριο του Ευαγγελισμού. Πηγή
---------------
Τρίτη, 28 Οκτώβρη
Πέρσι τέτοιον καιρό έκοβα ξύλα στον Πόρο, κολυμπούσα και έγραφα. Δε βαριέσαι: To-morrow brings a new day. Το σημερινό πρωί στον Υμηττό, καθώς το βλέπω από το παράθυρό μου, μου θυμίζει την αυγή της 28ης του '40 περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Σχεδόν ίδιο τοπίο, όπως από το Υπουργείο Εξωτερικών στις 4 το πρωί· σχεδόν η ίδια διάθεση αναμονής.
Χτες και σήμερα συλλογίζομαι τι μ' ενοχλεί εδώ μέσα. Δεν είναι διόλου τα φτωχά υλικά, οι τρύπιες κουβέρτες, πιάτα από celluloid, μαχαιροπήρουνα φαγωμένα, το κρύο φαγητό κτλ. -η δοκιμασία του Πολέμου για τον τόπο μας ήταν ασύλληπτη· τι να γίνει- αλλά ελλείψεις που οφείλονται στην τεμπελιά, την αδιαφορία, την κακή διοίκηση. Βελόνες λ.χ. συριγγών πού δεν τρυπούν, σωληνάρια σπασμένα κτλ. Χτες με κατέβασαν κάτω για ακτινογραφία: όλοι οι άρρωστοι γραμμή, εξωτερικοί και εσωτερικοί, ξαπλώνουνται στην ίδια τάβλα, κατάσαρκα στο σανίδι, στο ίδιο προσκέφαλο, χωρίς να μεσολαβήσει κανένα απολυμαντικό μέτρο ή να παρεμβληθεί ένα καθαρό σεντόνι. Το χειρότερο· τρεις μέρες τώρα αγωνίζομαι να βρω έναν τρόπο να πλύνω κάπως το σώμα μου. Από τις φυσιογνωμίες του προσωπικού έχεις την εντύπωση πως γυρεύεις κάτι υπέρογκα παράλογο. Χτες κατάφερα επιτέλους να μου δώσουν μια λεκάνη ζεστό νερό σε μια κάμαρα λουτρού ανεκδιήγητα βρώμικη, όπου αποπατεί ένα ολόκληρο χωριό. Το λες στην αδελφή, στον έναν, στον άλλον. «Είναι τόσοι άρρωστοι» σου αποκρίνουνται «δεν προσέχουν». «Σύμφωνοι. Αλλά όταν τους πεις ότι το νερό δεν τρέχει, κάνουν πώς δεν ακούν. Και να λογαριάσεις ότι με πέντε μέρες ενός αρρώστου θα μπορούσαν να καθαριστούν, να διορθωθούν και να βάφουν αυτά τα μέρη του τμήματος μου, χωρίς να λογαριάσεις τις Ούνρες [8] και τρία χρόνια ανοικοδόμησης.
Ένα τόσο μεγάλο ίδρυμα είναι κάπως σα μια ιερή πόλη: Ιεροσόλυμα, Δελφοί -δεισιδαιμονία και κερδοσκοπία· δεν εννοώ τους γιατρούς και τις αδελφές· οι περισσότεροι είναι εξαιρετικοί χαρακτήρες, συχνά συγκινητικοί· εννοώ μια χαμηλότερη ατμόσφαιρα.

Τετάρτη, 29 Οκτώβρη
«Ολόφωτη μέρα» μέρα για ξεκίνημα. Από το παράθυρό μου που άφησα ορθάνοιχτο μια μέθη ασυγκράτητη ορμά μέσα στη στενή κάμαρα και καταργεί τη συνείδηση.
Αύριο πρωί εγχειρίζομαι. Η αναμονή δε μου είναι πιο δυσάρεστη από άλλες καθημερινές αναμονές για μικρομιζέριες της ζωής. Το αίσθημα που κυριαρχεί μέσα μου, είναι, νομίζω, η περιέργεια.

Πέμπτη, 30 Οκτώβρη. Μεσάνυχτα και μισή
Ξύπνησα· δεν ξέρω αν ήταν από τον εκνευρισμό. Μου φαίνεται μάλλον από τα γιατρικά που μου έδωσαν. Άκουσα το τραμ, κοίταξα τα παντζούρια, νόμισα πώς ήταν αυγή· πάλι καλά, κοιμήθηκα -συλλογίστηκα. Άναψα το φως· ήταν 12. Έξω στην Αθήνα, ένα γερό φεγγάρι. Είχα το αίσθημα της τελευταίας νύχτας ενός κατάδικου. Έπειτα, ξαφνικά, απόλυτη γαλήνη. Καλά.
Πρωί: Είχα τελειώσει το ξύρισμα και περίμενα να 'ρθουν να με πάρουν για το χειρουργείο, όταν μπήκε ο βοηθός -κι ο ίδιος με πυρετό- για να μου πει πως ο κ. Καΐρης είχε μια φοβερή αντίδραση από το αντιχολερικό εμβόλιο πού έκαμαν χτες στο προσωπικό του νοσοκομείου, πως θα έμενε στο κρεβάτι και πως η εγχείρηση δε θα γινότανε. Απογοήτευση· κι έπειτα, αίσθημα κάπως του κωμικού: όπως όταν βλέπεις έναν που κάνει ηρωικές χειρονομίες και ξαφνικά καταλαβαίνεις πώς όλα αυτά είναι χωρίς αντικείμενο. Όλη τη μέρα, κάθε τόσο, ανία με τη σκέψη πως η καινούρια αναμονή θα είναι η ίδια με την παλιά, την αποτυχημένη.

Σάββατο, 1 ΝοέμβρηΑφάνταστο πόσες εικόνες καραβιού μου φέρνει το νοσοκομείο. Το ομοιόμορφο φαγητό· το αυστηρό ύφος των γιατρών, σχεδόν στρατιωτικό, καθώς μπαίνουν με το επιτελείο τους· οι άνθρωποι που μισοβλέπεις κρεβατωμένους σα να τους έχει πιάσει η θάλασσα· το αίσθημα ότι μπήκες μέσα χωρίς να μπορείς πια να βγεις προτού φτάσεις σ' ένα τέρμα, σ' ένα λιμάνι.

Αναφορές[1] Δείτε και το σχετικό αφιέρωμα των Γεφυρισμών.
[2] Η παρατήρηση δεν σχετίζεται με την αξία του Γεωργίου Σεφέρη αλλά με άλλα περιστατικά όπως οι επιθέσεις κατά του Σικελιανού και η απονομή του Νόμπελ Ειρήνης στον Αλ Γκορ. Ο Σικελιανός είχε επισκεφθεί μάλιστα τον Γεώργιο Σεφέρη μετά τη χειρουργική επέμβαση (14/11/1947) κι εκείνος έγραψε: "Ήρθε ο Σικελιανός· μου χάρισε δυο τριαντάφυλλα, τα ωραιότερα που είδα. Και ξέρει να τα προσφέρει."
[3] Το 1947 ήδη ο εμφύλιος είχε ξεκινήσει.
[4] Ο ποιητής εννοεί μάλλον τον Ζαννή Καΐρη, πρώτο, χρονολογικά, καθηγητή στην έδρα της Ουρολογίας της Ιατρικής Σχολής Αθηνών. Άλλωστε στις 8 Ιουλίου ο Γεώργιος Σεφέρης γράφει στο ημερολόγιό του ότι από τις 2 Ιουλίου υπέφερε από τους νεφρούς του και τη Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου διαπιστώθηκε λίθος στο δεξιό νεφρό μετά από ακτινογραφία.
[5] Το νοσοκομείο δεν ήταν εκείνα τα χρόνια πολυώροφο.
[6] Ο ποιητής είχε ταξιδέψει με καράβι στην Επίδαυρο όπου παρακολούθησε τους Πέρσες του Αισχύλου από τους Φοιτητές σε μια απογοητευτική για τον ίδιο παράσταση.
[7] Όπως προκύπτει από το ημερολόγιο του Σεφέρη, μήνες προετοιμαζόταν για τη μετακίνησή του στην πρεσβεία μας στην Άγκυρα, όπου έφθασε το Φεβρουάριο του 1948.
[8] Η UNRA (United Nations Relief and Rehadiliation Administration - Οργανισμός Διοίκησης Βοήθειας και Αποκαταστάσεως Ηνωμένων Εθνών) αποτελώντας στην πραγματικότητα όργανο στα χέρια των Ηνωμένων Πολιτειών. Εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα την 1η Απρίλη του 1945 και μέσα στη διετία 1945- 1947 εισήγαγε στη χώρα μας τρόφιμα αξίας 171,9 εκατομμυρίων δολαρίων. Το 1952 ο Κ. Βαρβαρέσος - που το '45 είχε διατελέσει και υπουργός Εφοδιασμού- ομολογούσε ότι για να συμπληρώσει τη βοήθεια της Ούνρα το Ελληνικό Δημόσιο υποχρεώθηκε να διαθέσει «ολόκληρον σχεδόν το συναλλαγματικόν απόθεμα της χώρας, εις χρυσόν, δολάρια και λίρας Αγγλίας».

Πηγές
-Γεώργιος Σεφέρης, Μέρες του 1945-1951, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα, 1973.
-Γεώργιος Σεφέρης, Βικιπαίδεια
-Πώς έζησαν οι Έλληνες το πρώτο Νομπέλ τους και τι έγραφαν χαιρέκακα οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί άσπονδοι φίλοι της Ελλάδας για τη βράβευση του Γιώργου Σεφέρη, της Φωτεινής Τομάη, από το Διπλωματικό Αρχείο, Το ΒΗΜΑ, 24-12-2006, [online]
---------

22/10/08

Λεβ Γιασίν

Η χαρά του να βλέπεις τον Γιούρι Γκαγκάριν να πετά στο διάστημα παραγκωνίζεται μόνο από τη χαρά μιας καλής απόκρουσης πέναλτι. Πηγή: Wikipedia


Ο Λεβ Ιβάνοβιτς Γιασίν, θεωρείται από τους περισσότερους, αλλά και επίσημα από την Διεθνή Ομοσπονδία Ιστορίας και Στατιστικής του Ποδοσφαίρου, ως μεγαλύτερος τερματοφύλακας όλων των εποχών. Σαν πραγματικός πάνθηρας στα δίχτυα ο επιβλητικός Γιασίν με την τεχνική του και το πάθος του για το άθλημα επέφερε σημαντικές αλλαγές στις αμυντικές τεχνικές του ποδοσφαίρου διεθνώς.

Ο Γιασίν γεννήθηκε στη Μόσχα στις 22 Οκτωβρίου 1929 από γονείς βιομηχανικούς εργάτες, τη δουλειά των οποίων ξεκίνησε και ο ίδιος πολύ νωρίς, μόλις 12 ετών, σε μια προσπάθεια να ενισχύσει τη χώρα του για τις ανάγκες που προέκυψαν από τη δίνη του πολέμου. Εκεί στο μοσχοβίτικο εργοστάσιο ήταν που για πρώτη φορά συμμετείχε σε ποδοσφαιρική ομάδα αλλά κι εκεί δέχτηκε την πρόσκληση για τη συμμετοχή στη ομάδα Νέων της Ντιναμό Μόσχας.

Το 1950 έκανε το ντεμπούτο του με την Ντιναμό σε ένα φιλικό παιχνίδι χωρίς σημαντική εξέλιξη για τα επόμενα χρόνια κυρίως λόγω του ανταγωνισμού που ανέπτυξε ο επίσημος τερματοφύλακας της ομάδας, Alexei «Τίγρης» Khomich, γνωστός και για το ρόλο του στη Ντιναμό κατά τη διάρκεια του αγώνα στη Μ. Βρετανία, ο οποίος όμως αποτέλεσε αργότερα και τον μέντορα του Γιασίν. Παραμένοντας υπομονετικά στην ομάδα παράλληλα έπαιζε χόκει επί πάγου –επίσης με τη Ντιναμό. Η ενασχόλησή του με το άθλημα αυτό του απέφερε ένα κύπελλο (1953) και την τρίτη θέση στο πρωτάθλημα ως τερματοφύλακας.

Το 1954 δέχεται πρόσκληση από την Εθνική ομάδα της ΕΣΣΔ με την οποία έμελλε να εμφανισθεί 78 φορές αποσπώντας πολλές διακρίσεις μεταξύ των οποίων και το χρυσό των Ολυμπιακών Αγώνων του 1956. Σε εθνικό επίπεδο έμεινε μπροστά στα δίχτυα της Ντιναμό Μόσχας από το 1949 μέχρι το 1971 κατακτώντας 5 πρωταθλήματα και 3 κύπελλα συμμετέχοντας ως βασικός σε 320 επίσημους αγώνες.

Το 1962 παρουσίασε μια καμπή στη σταδιοδρομία του, όταν κατηγορήθηκε ως υπεύθυνος για την αδυναμία της ΕΣΣΔ να εκπληρώσει τις προϋποθέσεις συμμετοχής στο Παγκόσμιο Πρωτάθλημα στη Χιλή. Τότε αποφάσισε να σταματήσει το ποδόσφαιρο. Γρήγορα όμως ανέκαμψε και στα 33 του χρόνια επιστρέφει δυναμικότερα τόσο στη Ντιναμό όσο και στην Εθνική διανύοντας μια εξαιρετική χρονιά αφού κατόρθωσε να δεχτεί μόνο έξι γκολ σε 27 αναμετρήσεις.


Τι είδους τερματοφύλακας είναι κάποιος ο οποίος δεν ταλανίζεται από το γκολ που έχει επιτρέψει; Πρέπει να ταλανίζεται! Και αν είναι ατάραχος, αυτό σημαίνει το τέλος. Ό,τι και αν είχε στο παρελθόν, δεν έχει κανένα μέλλον. Πηγή:Google

----------------------------------------------------------

Μάλιστα την εποχή εκείνη σημείωσε και μία από τις σπουδαιότερες εμφανίσεις του, 1963, συμμετέχοντας στη Μικτή Κόσμου κόντρα στην Εθνική Αγγλίας στο στάδιο Γουέμπλεϊ, οπότε σημείωσε απίστευτες αποκρούσεις. Όμοια σε ποιότητα παρουσία είχε και στη Ρώμη, την ίδια χρονιά, όταν ο Σάντρο Ματσόλα, σπουδαίος Ιταλός μπαλαδόρος, δήλωνε: « Ο Γιασίν μπορεί να παίξει καλύτερα μπάλα από μένα». Τότε ήταν που το όνομά του έκανε το γύρω το κόσμου με το προσωνύμιο «Μαύρη Αράχνη» σχολιάζοντας ότι φαινόταν να κατέχει οκτώ όπλα έτοιμα να αντιμετωπίσουν τα πάντα.

Οι φίλαθλοι όμως εξακολουθούσαν να θεωρούν τον Γιασίν ως ατρόμητο «Μαύρο Πάνθηρα». Ο σοβιετικός πορτιέρης άλλωστε συνήθιζε να παίζει φορώντας μαύρη γάντια, από αυτό και η συχνή χρήση του επιθέτου «μαύρος». Επίσης σε κάθε αγώνα είχε μαζί του 2 καπέλα στο χρώμα του κεραμιδιού. Το ένα το φορούσε και το άλλο το άφηνε πίσω από τα δίχτυα του για γούρι!
Έχουν υπάρξει μόνο δύο παγκοσμίου κλάσης τερματοφύλακες. Ο ένας ήταν ο Λεβ Γιασίν, ο άλλος ήταν ένα γερμανόπαιδο που έπαιξε στο Μάντσεστερ -Τράουτμαν. Πηγή: Russian National Football Team
-------------------
Όταν στις 27 Μαΐου 1971 συμμετείχε στον τελευταίο αγώνα ως πορτιέρης της Ντιναμό, απέναντι στην ομάδα επίλεκτων Ευρωπαίων ποδοσφαιριστών, αποθεώθηκε από 100.000 φιλάθλους στο στάδιο Λένιν της Μόσχας, μεταξύ των οποίων εκπρόσωποι της ΦΙΦΑ, ο Πελέ, ο Εουσέμπιο και ο Μπεκενπάουερ. Στο τέλος του αγώνα ο Γιασίν απευθύνθυκε στους φιλάθλους ξεκινώντας με την φράση: «Ευχαριστώ του ανθρώπους», γεγονός που τους έκανε να εκδηλωθούν λατρευτικά προς το πρόσωπό του.

Ο Λεβ Γιασίν που είχε τραυματισθεί στο γόνατο το 1986, πέθανε στα εξήντα του χρόνια στις 20 Μαρτίου 1990 μετά τις επιπλοκές που προκλήθηκαν από τον ακρωτηριασμό που υποβλήθηκε. Έχοντας συμμετάσχει σε 812 συνολικά αγώνες, είναι πραγματικά άξιο θαυμασμού το γεγονός ότι στους 480 από αυτούς δεν δέχτηκε γκολ και το ίδιο η απόκρουση των 150 πέναλτι σε επίσημες διοργανώσεις

Τόσο η χώρα του όσο και η FIFA τον έχουν τιμήσει επανειλημμένα με διάφορες διακρίσεις ενώ μέχρι σήμερα εξακολουθεί να παραμένει ο μοναδικός τερματοφύλακας που πήρε τη Χρυσή Μπάλα, δηλαδή το βραβείο του καλύτερου Ευρωπαίου ποδοσφαιριστή, τη χρυσή χρονιά του (1963).

Πηγές-Russian National Football Team
-Wikipedia-The free encyclopedia
------------
Τίμησαν τον Γιασίν επίσης: anti-hooliguns Σίβυλλα

20/10/08

Ψίθυρος απ΄ τα παλιά

Μουσικό διάλλειμα




Οι Βρετανοί Rolling Stones, αποτελώντας ένα από τα πιο γνωστά συγκροτήματα στην ιστορία της ροκ, έχουν χαρίσει πανέμορφα τραγούδια ειδικά σε εκείνους που μεγάλωναν τις δεκαετίες ΄60 και ΄70. Το συγκρότημα γεννήθηκε στο Λονδίνο την ίδια χρονιά που γεννήθηκα κι εγώ (1962), παιδί του Brian Jones που λίγο αργότερα η τύχη τον έφερε να συναντηθεί με τους Mick Jagger (τραγούδι), Keith Richards (κιθάρα), Ian Stewart (πιάνο), Charlie Watts (κρουστά) και Bill Wyman (μπάσο) και να δημιουργήσουν αυτό το πολύ επιτυχημένο μουσικό σχήμα.

Στις 20 Οκτωβρίου 1973 η μπαλάντα τους με τίτλο Angie ανέβηκε στο Νο 1 του αμερικανικού πίνακα επιτυχιών. Ένα τραγούδι, που μην μου πείτε όλοι εσείς οι 40+ ότι δεν το χορεύατε στα πάρτι της εποχής μας ψιθυρίζοντας τους στίχους του στο κατάλληλο πρόσωπο, την κατάλληλη στιγμή, που δεν έχετε κλάψει τουλάχιστον μια φορά απ΄ όσες το ακούσατε;

Το Angie μας μιλάει για έναν χαμένο έρωτα, γράφτηκε από τους Keith Richards και Mick Jagger (κυρίως από τον πρώτο) και κυκλοφόρησε τον Αύγουστο του 1973 ανεβαίνοντας πολύ γρήγορα στην κορυφή. Την τεράστια επιτυχία του ακολούθησαν διάφορες υποθέσεις γύρω από την ταυτότητα της Angie με πρώτη εκείνην που θέλει τον Jagger να γράφει για την Angela, γυναίκα του David Bowie με τον οποίο συνεργαζόταν τότε. Ο Jagger βέβαια αρνείται την εκδοχή αυτή και εμμέσως και την σχέση του με την κ. Bowie. Ο Richards έχει δηλώσει ότι εμπνεύστηκε την μπαλάντα από την νεογέννητη κόρη του Άντζελα ενώ σύμφωνα με μια άλλη φήμη το τραγούδι γράφτηκε από τον Jagger για το χωρισμό του από την Marianne Faithfull που ήταν μάλιστα και επεισοδιακός.

Όπως και να ΄χει το Angie είναι ένα από το πλέον γνωστά τραγούδια στον κόσμο και έχει συμπεριληφθεί κατά καιρούς σε άλμπουμ αρκετών καλλιτεχνών διαφόρων εθνικοτήτων όπως της βρετανο-αμερικάνας Tori Amos, των Ιρλανδών Aslan, των χιλιανών La Ley, των Ουαλών Stereophonics και άλλων.

Η μπαλάντα αυτή ακούστηκε επίσης πολύ συχνά κατά την προεκλογική εκστρατεία της Γερμανίδας καγκελαρίου Άγκελα Μέρκελ (2005), όταν το CDU την επέλεξε ως μουσική κάλυψη στις συγκεντρώσεις του, παρόλο που οι Rolling Stones αρνήθηκαν να δώσουν άδεια χρήσης της.

Το χαρίζω σε εσένα, στους ανθρώπους της γενιάς μας, αλλά και στα νέα παιδιά που με έκπληξη διαπιστώνω ότι το περιλαμβάνουν στις μουσικές επιλογές τους, 35 χρόνια μετά. Έτσι σαν ένα διάλλειμα στη διαδικτυακή μαυρίλα των ημερών. Ή κάνω λάθος;






Angie, angie, when will those clouds all disappear?
Angie, angie, where will it lead us from here?
With no loving in our souls and no money in our coats
You cant say were satisfied
But angie, angie, you cant say we never tried
Angie, youre beautiful, but aint it time we said good-bye?
Angie, I still love you, remember all those nights we cried?
All the dreams we held so close seemed to all go up in smoke
Let me whisper in your ear:
Angie, angie, where will it lead us from here?
Oh, angie, dont you weep, all your kisses still taste sweet
I hate that sadness in your eyes
But angie, angie, aint it time we said good-bye?
With no loving in our souls and no money in our coats
You cant say were satisfied
But angie, I still love you, baby
Evrywhere I look I see your eyes
There aint a woman that comes close to you
Come on baby, dry your eyes
But angie, angie, aint it good to be alive?
Angie, angie, they cant say we never tried


Πηγές
-Angie Song – Wikipedia
-Rolling Stones – ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
-Mick Jagger-Wikipedia

18/10/08

Η Νύχτα του Θανάτου

Στις 18 Οκτωβρίου 1977 οι γερμανικές αρχές ανακοίνωσαν ότι βρέθηκαν νεκροί στα ειδικά διαμορφωμένα κελιά τους, στις φυλακές του Στάμχαϊμ, ο Αντρέας Μπάαντερ, η Γκούντρουν Έσλιν και ο Καρλ Ράσπε. Ως αιτία θανάτου καταγράφηκε η αυτοκτονία. Ωστόσο η μόνη επιζήσασα Ίρμγκαρντ Μέλερ δήλωσε ότι οι σύντροφοί της πυροβολήθηκαν ενώ η ίδια όταν συνήλθε ήταν βαρύτατα τραυματισμένη από μαχαίρι.

Οι τρεις νεκροί της Νύχτας του Θανάτου, όπως και η Μέλερ, υπήρξαν μέλη της ένοπλης οργάνωσης RAF - Φράξια Κόκκινος Στρατός, η οποία έδρασε στη Γερμανία το 1970. Μια οργάνωση η οποία αν και δεν υπάρχει πια, έχει αφήσει πίσω της ανοιχτούς λογαριασμούς με την Γερμανία, αφού πολλά μέλη της αναζητούνται μέχρι σήμερα. Η πρώτη ενέργεια της RAF θεωρείται η απελευθέρωση του Μπάαντερ που είχε συλληφθεί και καταδικασθεί για τον εμπρησμό πολυκαταστημάτων της Φρανκφρούρτης το 1968. Η επιχείρηση οργανώθηκε από την Ούρλικε Μάινχοφ και υλοποιήθηκε στις 14 Μαΐου 1970 δηλώνοντας ότι: «Δεν απελευθερώσαμε τον Μπάαντερ για προπαγανδιστικούς λόγους, αλλά απλά και μόνον για να ΄ναι ελεύθερος». Όλα τα μέλη της οργάνωσης προέρχονταν από την Αριστερά με ιδιαίτερες επιρροές από τα κινήματα της Λατινικής Αμερικής, συμμετοχές στα αντίστοιχα της Ευρώπης αλλά και σχέσεις με τους Παλαιστίνιους. Στη δράση τους περιλαμβάνονται βομβιστικές ενέργειες κατά των νατοϊκών βάσεων στη Γερμανία οι οποίες χρησιμοποιήθηκαν για την υποστήριξη της επίθεσης των Αμερικανών στο Βιετνάμ, όπως και διαφόρων κρατικών κτιρίων αλλά και 4 θάνατοι.

Τα μέλη της οργάνωσης κρατήθηκαν στα «λευκά κελιά» των φυλακών του Στάμχαϊμ υπό συνθήκες αυστηρής απομόνωσης μέχρι τη Νύχτα του Τέλους. Εκεί τους είχε επισκεφθεί ο Ζαν Πωλ Σαρτρ και άλλοι διανοούμενοι και πολιτικοί οι οποίοι αποτύπωσαν με τα μελανότερα χρώματα την κατάστασή τους. Πολλοί μάλιστα την παρομοίασαν με εκείνην της κατοχής από τη Βέρμαχτ. Τόσο πριν, όσο και μετά τη Νύχτα αυτή, σημειώθηκαν και άλλοι θάνατοι μελών της RAF στις γερμανικές φυλακές όπως η κατάληξη του Χόλγκερ Μάινς λόγω απεργίας πείνας (1974) και η αμφισβητούμενη αυτοκτονία της Ουρλίκε Μάινχοφ (1976).


Γερμανία 1972. Η αφίσα της αστυνομίας με τους καταζητούμενους αντάρτες πόλεων της RAF. Πηγή: wikimedia



Τον Μάρτιο του 1998 η RAF αυτοδιαλύθηκε και επίσημα με την εξής δήλωση: «Σήμερα θέτουμε τέρμα στη δράση μας. Το αντάρτικο των πόλεων με τη μορφή της RAF είναι πια ιστορία». Εμείς για τη Νύχτα του Θανάτου επιλέξαμε τη σχετική διήγηση της Μέλερ στον Όλιβερ Τόλμαϊν από το βιβλίο του «RAF -Αυτό ήταν για μας Απελευθέρωση. Μια συζήτηση με την Ίρμγκαρντ Μέλερ για την Ένοπλη πάλη, τη Φυλακή και την Αριστερά», που μεταφράσθηκε στη γλώσσα μας από τον Γιάννη Κέλογλου και εκδόθηκε από τις εκδόσεις ΚΨΜ το 2007 (βλ. πηγές).

M: Πρέπει να φανταστείς την κατάσταση τότε: βρισκόμασταν για έξι εβδομάδες περίπου σε καθεστώς στέρησης κάθε επικοινωνίας, είχαμε πίσω μας μια απεργία πείνας και δίψας, δεν είχαμε τη δυνατότητα να συνομιλήσουμε με κανέναν κανονικά, δεν είχαμε καμιά πληροφόρηση και ξέραμε ότι παίζονταν πάρα μα πάρα πολλά. Όλα αυτά μας είχαν εξουθενώσει πολύ. Η αεροπειρατεία του «Λάντσχουτ» ήταν μια αιφνιδιαστική εξέλιξη. Και αναπτέρωσε τις ελπίδες μας ότι αυτή η τρομακτική μετέωρη κατάσταση θα σταματήσει και ότι θα οδηγηθούμε σε μια λύση.

T: Ελπίζατε ακόμη εκείνη τη χρονική στιγμή ότι θα μπορούσε να υπάρξει μια θετική έκβαση;
M: Πριν από την αεροπειρατεία στο «Λάντσχουτ» όχι πια. Ήταν ιδιαίτερα ξεκάθαρο ότι το Επιτελείο Διαχείρισης Κρίσεων έπαιζε με το χρόνο και δεν σκόπευε να μας αφήσει ελεύθερους και επιπλέον είχε εγκαταλείψει τον Χανς Μάρτιν Σλάιερ.

Τ: Είχατε αλήθεια κάποια εικόνα για το ποια ήταν η RAF εκεί έξω;Μ: Ξέραμε ποιοι καταζητούνταν. Ξέραμε ότι υπάρχει η RAF και ότι, κρίνοντας από αυτά που έκαναν, θα έπρεπε να είναι πάρα πολλοί. Και ξέραμε ότι κάποια άτομα που γνωρίζαμε προσωπικά ήταν οργανωμένα στη RAF.

Τ: Τελικά ακολούθησε η εισβολή στο «Λάντσχουτ», λίγο μετά τη συνομιλία του Αντρέας Μπάαντερ με τον υπάλληλο που είχε στείλει ο υπουργός Επικρατείας Σούλερ. Το έμαθες αυτό εκείνη τη νύχτα;Μ: Όχι. Οι τελευταίες ειδήσεις που είχα τη δυνατότητα να ακούσω απ' το ραδιόφωνο της φυλακής έπαιξαν στις δέκα, έντεκα το βράδυ.

Τ: Και μετά έκλεισαν το ραδιόφωνο της φυλακής;
Μ: Ναι, αυτό συνέβη γύρω στις έντεκα, το αργότερο.

Τ: Μετά πλάγιασες στο κρεβάτι;
Μ: Όχι. Κάθισα και διάβασα. Δεν ήταν και τόσο απλό. Πριν από την αεροπειρατεία περνούσε κάποιος από τους φύλακες τη νύχτα και μάζευε τους ηλεκτρικούς γλόμπους, ενώ κατά τη διάρκεια της απαγόρευσης επικοινωνίας έκοβαν απλά το ρεύμα. Χρειαζόμουν δηλαδή κεριά. Το πικάπ το λειτουργούσα με μπαταρίες, αυτό γινόταν. Ήθελα σε κάθε περίπτωση να παραμείνω με κάποιο τρόπο ξύπνια για να μπορέσω να ακούσω τις πρωινές ειδήσεις των έξι. Ήμουν όμως ήδη τελείως εξαντλημένη. Έπειτα περπάτησα λίγο πέρα-δώθε για να μη με πάρει ο ύπνος. Παρ' όλα αυτά κάποια στιγμή αποκοιμήθηκα.

Τ: Προσπαθούσες και τις προηγούμενες νύχτες να παραμένεις ξάγρυπνη;
Μ: Ναι. Κοιμόμουν ελάχιστα. Το ίδιο και κατά τη διάρκεια της μέρας, δεν είχε μεσημεριανό ύπνο και παρόμοια. Επιπλέον είχα εξασθενήσει τελείως και σωματικά από την απεργία πείνας των περασμένων εβδομάδων, δεν έτρωγα το φαγητό της φυλακής και ταυτόχρονα δεν είχα και τίποτα άλλο, αφού μας είχαν απαγορεύσει κάθε συμπληρωματική αγορά φρούτων. Δεν διέθετα πλέον καθόλου αποθέματα για να παραμείνω κάπως σε εγρήγορση, κάτι που άλλωστε θα διευκόλυνε την προσπάθειά μου να μην κοιμηθώ. Επίσης τη νύχτα, πολύ αργά, φώναξα προς τον Γιαν. Στο κελί μου τότε ήταν κάπως φθαρμένο το πάτωμα, κι αν κανείς ξάπλωνε τελείως μπρούμυτα είχε τη δυνατότητα να φωνάξει κάτι απ' τους εξωτερικούς σύρτες, που έφτανε πολύ αποδυναμωμένο βέβαια έξω. Ο Γιαν βρισκόταν απέναντί μου, σε απόσταση μερικών μέτρων από την άλλη πλευρά. Και με άκουσε κιόλας και αντέδρασε. Είπα: «Ρε συ, απλώς για να μάθω κι εγώ τι γίνεται». Και μετά σκεπάστηκα με την κουβέρτα και με πήρε ο ύπνος. Φυσικά δεν κοίταξα πότε ακριβώς, ήταν πάντως κάποια στιγμή στη διάρκεια των επόμενων ωρών.

Τ: Και τι συνέβη μετά;Μ: Το πρώτο πράγμα που ένιωσα όταν ξαναβρήκα τις αισθήσεις μου ήταν ένα δυνατό βουητό στο κεφάλι, την ώρα που κάποιος στο διάδρομο της πτέρυγας κάτω από πολύ δυνατό φως νέον προσπαθούσε να μου ανοίξει τα βλέφαρα διέκρινα πολλές μορφές που στέκονταν τριγύρω μου και με άγγιζαν με κάποιο τρόπο. Άκουσα μια φωνή που είπε: «Ο Μπάαντερ και η Ένσλιν είναι νεκροί». Αμέσως μετά έχασα πάλι τις αισθήσεις μου. Συνήλθα μερικές μέρες αργότερα στο νοσοκομείο του Τύπινγκεν. Δίπλα στο κρεβάτι μου στεκόταν ένας εισαγγελέας και ήθελε υποτίθεται να μάθει τι είχε συμβεί. Τη δικηγόρο μου την άφησαν να με δει μόλις την επόμενη μέρα. Από αυτήν έμαθα ότι είχε πεθάνει και ο Γιαν. Μου είπε επίσης ότι είχε πραγματοποιηθεί εισβολή στο «Λάντσχουτ» και είχαν σκοτωθεί όλα τα μέλη του Κομάντο Μάρτυρας Χαλιμέ εκτός από μια γυναίκα [1]. Από τη δικηγόρο μου έμαθα ότι όλο αυτό το διάστημα προσπαθούσε ανεπιτυχώς να με δει.
Αλλά καμιά μου προσπάθεια να διηγηθώ όσα μου ανέφερε τότε δεν μπορεί να αποδώσει πραγματικά το χαρακτήρα εκείνης της συζήτησης. Πρέπει να φανταστείς ότι ήταν η πρώτη μου επαφή με κάποιον που εμπιστευόμουν ύστερα από πολλές εβδομάδες στέρησης κάθε επικοινωνίας. Επιπλέον ήμουν βαριά τραυματισμένη. Και είχαμε μόλις μία ώρα στη διάθεση μας. Βρισκόμουν στην εντατική μονάδα εγκαυμάτων, όλα ήταν επενδυμένα με πυρίμαχο υλικό και αποστειρωμένα, ήμουν συνδεδεμένη με μηχανήματα που βούιζαν, είχα τρομερούς πόνους, παντού υπήρχαν μπάτσοι, ακόμη και οι γιατροί αυτής της εντατικής μονάδας στο Τύμπινγκεν επιτηρούνταν αυστηρά.


-----------------



Ο Μπάαντερ και η Έσλιν νεκροί στα κελιά τους. Πηγή



Τ: Τι τραύματα είχες ακριβώς;Μ: Εκείνη τη στιγμή δεν ήξερα ακόμη. Αυτά μου τα είπε αργότερα κάποιος γιατρός της εμπιστοσύνης μου, όχι δηλαδή γιατρός της φυλακής. Μία από τις τέσσερις μαχαιριές στο στήθος είχε πλήξει το περικάρδιο και τραυματίσει τα πνευμόνια γεμίζοντάς τα αίμα. Στο Τύμπινγκεν μου άνοιξαν ολόκληρο το θώρακα και μου τοποθέτησαν έναν καθετήρα για να τραβήξουν τα υγρά απ' το τραύμα. Η μαχαιριά καρφώθηκε με μεγάλη δύναμη και έφτασε σε βάθος επτά εκατοστών. Απ' ό,τι φάνηκε, τα πλευρά ανέκοψαν τη φόρα της, καθώς σε ένα από αυτά υπήρχε μια εγκοπή. Στη μονάδα εντατικής παρακολούθησης παρέμεινα λιγότερο από μια εβδομάδα εκεί μια φυσιοθεραπεύτρια μου έκανε ασκήσεις αναπνοής. Μου χορηγούσαν ισχυρά καταπραϋντικά και αναισθητικά φάρμακα, γι' αυτό και θυμάμαι ελάχιστα πράγματα από εκείνες τις μέρες. Υπάρχει όμως μια εικόνα που εντυπώθηκε βαθιά στη μνήμη μου: σε αυτή την τεράστια αίθουσα κάθονταν μέρα-νύχτα δύο ή τρεις μπάτσοι φορώντας αποστειρωμένες ρόμπες, σκούφους και καλύμματα παπουτσιών χειρουργείου, ενώ έξω από τα παράθυρα περιπολούσαν ένστολοι ένοπλοι με οπλοπολυβόλα. Στο τέλος της βδομάδας μεταφέρθηκα με ελικόπτερο στο νοσοκομείο των φυλακών του Χόεν Άσπεργκ (Σ.τ.Μ.: νοσοκομείο κρατουμένων σε παλιό κάστρο του Λούντβιγκσμπουργκ, κοντά στη Στουτγάρδη). Εκεί έμεινα τέσσερις εβδομάδες. Για πολύ καιρό δεν μπορούσα να περπατήσω και για πολλά χρόνια ακόμη πονούσα όταν ανέπνεα ή έβηχα, όποτε ξάπλωνα στο πλάι, ακόμη και όταν γελούσα.

Τ: Βρέθηκε το όπλο που προκάλεσε τα τραύματα σου;Μ: Σύμφωνα με την επίσημη εκδοχή το πλήγμα υποτίθεται ότι έγινε με το μαχαίρι της φυλακής, όμως δεν μπορεί να ισχύει κάτι τέτοιο, επειδή ακριβώς το τραύμα ήταν πολύ βαθύ.

Τ: Μ' ένα μαχαίρι με το οποίο κανονικά αλείφουμε βούτυρο στο ψωμί;Μ: Ναι. Στο κελί βρέθηκαν μόνο ένα μαχαίρι φυλακής και ένα ψαλίδι. Άλλα αντικείμενα δεν υπήρχαν.

Τ: Και αυτά ανήκαν πράγματι σε σένα;Μ: Περιλαμβάνονταν στον εξοπλισμό της φυλακής, ναι.

Τ: Το ψαλίδι ήταν μυτερό ή αμβλύ;Μ: Ήταν ένα μικρό ψαλίδι για κόψιμο εφημερίδων που βρισκόταν παράμερα. Έτσι κι αλλιώς όμως, δεν επικαλέστηκαν αυτό, αλλά εκείνο το μικρό, αμβλύ μαχαίρι.

Τ: Έτυχε να μιλήσετε, εσύ ή οι δικηγόροι σου, με τους γιατρούς για το εάν το μαχαίρι που είχες μπορούσε να προκαλέσει τέτοιο τραύμα;Μ: Οι δικηγόροι προσπάθησαν τότε να έρθουν σε επαφή με τους γιατρούς και το νοσηλευτικό προσωπικό, αλλά προσέκρουαν πάντοτε σε σφραγισμένες πόρτες. Προφανώς είχαν εντολή να μη μιλήσουν με τους δικηγόρους μου. Ορισμένες μεμονωμένες νοσοκόμες πάντως προσπάθησαν να τους δώσουν πληροφορίες. Τα αποτελέσματα όμως ήταν πενιχρά. Το προσωπικό φοβόταν. Και οι δικηγόροι είχαν κατατρομάξει. Τότε ασκήθηκε μια πληθώρα διώξεων ακόμη και σε βάρος των συνηγόρων μας[2] - οι προϋποθέσεις επομένως για να διαλευκάνουμε κάτι δεν ήταν καλές. Εγώ η ίδια προσπάθησα πολλές φορές ανεπιτυχώς να αποκτήσω πρόσβαση σε έγγραφα και πιστοποιητικά.

Τ: Πότε ήταν η πρώτη φορά που διηγήθηκες τι έζησες εκείνη τη νύχτα;
Μ: Πρώτα μίλησα με τους δικηγόρους μου και στη συνέχεια κατέθεσα ενώπιον της εξεταστικής επιτροπής της Βουλής[3]. Αυτό συνέβη στις 16 Ιανουαρίου 1978. Για την ακρίβεια ήθελαν να με κλητεύσουν ήδη από το Δεκέμβριο του 1977 - αλλά τότε ήμουν ακόμη πολύ εξασθενημένη, εκτός αυτού πραγματοποιούσα απεργία πείνας, επειδή ήθελα οπωσδήποτε να μεταφερθώ άμεσα κοντά στους υπόλοιπους της οργάνωσης. Η απεργία αυτή ήταν φοβερή. Έτσι κι αλλιώς αισθανόμουν πολύ χάλια, κι επιπλέον ήμουν ξαπλωμένη με τα ρούχα της φυλακής σε ένα στρώμα στο πάτωμα και βρισκόμουν υπό διαρκή επιτήρηση. Ήταν μια σχιζοφρενική κατάσταση. Και μέσα σ' όλα αυτά, ήρθε ένας βουλευτής της εξεταστικής επιτροπής που είχε την άποψη ότι είμαι υποχρεωμένη να καταθέσω και ότι θα έπρεπε να προετοιμάζομαι για τις 8 Δεκεμβρίου περίπου. Η κατάθεσή μου δεν θα δινόταν στη δημοσιότητα. Εγώ του απάντησα ότι έτσι δεν συμμετέχω σε καμιά περίπτωση. Και στη συνέχεια μου πρότειναν ως επόμενη ημερομηνία τον Ιανουάριο του 1978. Και τότε λοιπόν πήγα.

Τ: Γιατί;Μ: Επειδή ήθελα να καταθέσω-και μάλιστα δημόσια-τι συνέβη εκείνη τη νύχτα.


[1] Η Σουχάιλα Αντράουες δικάστηκε από την Ομοσπονδιακή Εισαγγελία το 1996 ενώπιον του Εφετείου του Αμβούργου. Στη δίωξη εναντίον της το ενδιαφέρον εστιάστηκε κυρίως στο αν η κατηγορούμενη ενώπιον του Εφετείου της Φρανκφούρτης Μόνικα Χάας είχε προμηθεύσει με όπλα τον κομάντο. Η υποψία στηριζόταν σε επιχειρησιακά έγγραφα της Στάζι που ήρθαν στο φως μετά την επανένωση, τα οποία όμως δεν κρίνονται ιδιαίτερα αξιόπιστα. Η Χάας αμφισβήτησε έντονα την κατηγορία της προμήθειας όπλων. Η Αντράουες, που για μικρό χρονικό διάστημα υπαναχώρησε ως Μάρτυρας του Στέμματος για λογαριασμό της Ομοσπονδιακής Εισαγγελίας, είχε επίσης αρχικά αμφισβητήσει στις αστυνομικές ανακρίσεις τη συμμετοχή της Χάας και ανακάλεσε τη μετέπειτα επιβαρυντική κατάθεσή της.

[2] Στην πορεία των διώξεων εναντίον της RAF σημειώθηκε πληθώρα επεμβάσεων στην ποινική δικονομία που είχαν ως στόχο να διευκολύνουν τον αποκλεισμό των δικηγόρων, να απαγορεύσουν την ανάληψη πολλών εντολέων ταυτόχρονα και να περιορίσουν το πεδίο δράσης των συνηγόρων. Εκτός αυτού διώχτηκαν και φυλακίστηκαν επανειλημμένα δικηγόροι λόγω υποτιθέμενης υποστήριξης της RAF. Το 1977 συνελήφθησαν οι δικηγόροι Μύλερ και Νέβερλα με την κατηγορία της υποτιθέμενης λαθραίας εισαγωγής όπλων στο Στάμχαϊμ και καταδικάστηκαν τελικά σε πολύχρονες καθείρξεις.

[3] Η τοπική βουλή της Βάδης-Βυρτεμβέργης είχε συστήσει μια εξεταστική επιτροπή για τη διαλεύκανση των συνθηκών θανάτου, η οποία όμως σε κρίσιμα ζητήματα, όπως το πώς υποτίθεται μπήκαν τα όπλα στο Στάμχαϊμ, στηρίχτηκε σε «απόρρητες πληροφορίες» της Ομοσπονδιακής Εισαγγελίας. Ανακρίθηκαν 79 μάρτυρες και πραγματογνώμονες, ενώ δεν επιτράπηκαν ερωτήσεις προς τα μέλη της Επιτροπής Διαχείρισης Κρίσεων για τις συζητήσεις που είχαν γίνει και τις αποφάσεις που είχαν ληφθεί εκεί. Το πόσο κατευθυνόμενες ήταν οι εργασίες της εξεταστικής επιτροπής συνάγεται από το γεγονός ότι δεν υπέβαλε σε κανέναν από τους μάρτυρες ερωτήσεις σχετικά με το αν το 1977 υποκλέπτονταν ακόμη οι συνομιλίες των κρατουμένων του Στάμχαϊμ στα κελιά. Βιάστηκε να εκδώσει το πόρισμά της, αφού δεν περίμενε καν τα αποτελέσματα τουλάχιστον των εργαστηριακών εγκληματολογικών ερευνών.


Πηγές
-Όλιβερ Τόλμαϊν, RAF «Αυτό ήταν για μας Απελευθέρωση». Μια συζήτηση με την Ίρμγκαρντ Μέλερ για την Ένοπλη πάλη, τη Φυλακή και την Αριστερά, μτφ Γιάννης Κέλογλου, εκδ. ΚΨΜ.

-Π. Βέργος, Κ. Παπαϊακώβου, Βελισάριος, Μ. Τσιμπουρίδης, Στ. Τοντ, Κ. Τριανταφύλλου. Δ. Ιατρόπουλος, Γ. Χατζηγιάννης. Λ. Χρηστάκης, κ.ά., Η θαυμαστή επαναστατική ιστορία της ομάδας Μπάντερ-Μάινχοφ, εκδ. Ideotsepi, Αθήνα, 1985.

-Τι απέμεινε από τους «αντάρτες» της RAF. Από το «σκάνδαλο της πουτίγκας» στις βόμβες της τρομοκρατίας, του Ν. Χειλά, Το ΒΗΜΑ, Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2002, [online]


---------
Θυμήθηκαν τη νύχτα αυτή επίσης: Κόκκινη πιπεριά, Σίβυλλα
Και αναδημοσίευσε μέρος του κειμένου:Το Ναρκωτικό της Ενημέρωσης

15/10/08

H Λύκαινα

Pollock Jackson, Η Λύκαινα (1943), Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης, Νέα Υόρκη


ΥΠΗΡΧΕ ΚΑΠΟΤΕ ένας μύλος που δεν τον πλησίαζε κανείς, επειδή εκεί κατοικούσε μόνιμα ένας θηλυκός λύκος. Μόνο ένας στρατιώτης, πήγε μια φορά εκεί για να κοιμηθεί. Άναψε φωτιά, ανέβηκε πιο πάνω, στη σοφίτα, άνοιξε μια τρύπα στο πάτωμα με ένα μεγάλο ξυλοτρύπανο και έκατσε εκεί να κρυφοκοιτάζει.

Δεν πέρασε πολλή ώρα και κατέφθασε μια λύκαινα. Αφού κοίταξε γύρω της και δεν βρήκε κάτι να φάει, πλησίασε στη φωτιά και είπε: «Προβιά πέσε! Προβιά πέσε! Προβιά πέσε!». Σηκώθηκε στα πίσω πόδια της, και τότε η προβιά της έπεσε στο πάτωμα. Εκείνη τη μάζεψε και μόλις την κρέμασε σε ένα ξύλινο κρεμαστάρι, από το σώμα της αναδύθηκε μια λυγερή κοπέλα.

Το κορίτσι πήγε και ξάπλωσε κοντά στη φωτιά. Όταν την πήρε ο ύπνος, ο στρατιώτης που την παρακολουθούσε όλη αυτήν την ώρα κατέβηκε από τη σοφίτα, άρπαξε το τομάρι και το κάρφωσε γρήγορα στη ρόδα του μύλου. Μετά ξαναγύρισε φωνάζοντας: «Καλημέρα, δεσποινίς! Τι κάνετε;». Εκείνη τότε άρχισε να ουρλιάζει: «Προβιά έλα σε μένα! Προβιά έλα σε μένα! Προβιά έλα σε μένα! ». Μάταια όμως! Το τομάρι δεν μπορούσε να κατέβει, γιατί ήταν καρφωμένο.

Ο στρατιώτης και η κοπέλα παντρεύτηκαν κι απέκτησαν δύο γιους. Όταν μια μέρα ο μεγαλύτερος άκουσε τυχαία ότι η μάνα του ήταν λύκος, έτρεξε και της είπε: «Μαμά! Μαμά! Έχω ακούσει ότι είσαι λύκος.» Η μάνα του, τού απάντησε τότε: «τι αηδίες είναι αυτές που λες; Πώς σου πέρασε από το μυαλό ότι μπορεί να είμαι λύκος;»

Ένα πρωί, ο μικρός παρακάλεσε τον πατέρα του, να πάνε μαζί στο χωράφι. Έτσι κι έγινε. Σαν έφτασαν εκεί, γυρνάει και ρωτάει τον πατέρα του: «Μπαμπά, είναι αλήθεια ότι η μάνα μας είναι λύκος;». «Ναι, αλήθεια είναι» του απάντησε εκείνος. «Και που είναι η προβιά της; Δεν υπάρχει;», συνέχισε. «Στη ρόδα του μύλου είναι καρφωμένη», του λέει τότε ο πατέρας του.

Όταν τέλειωσαν τις δουλειές τους και γύρισαν στο σπίτι, μπήκε πρώτος ο μικρός φωνάζοντας: «Μαμά! Μαμά! Είσαι λύκος! Ξέρω που είναι και η προβιά σου!». «Και που είναι η προβιά μου;», τον ρώτησε αμέσως εκείνη. «Στη ρόδα του μύλου είναι καρφωμένη, μαμά». «Σ΄ ευχαριστώ, γιόκα μου, που μ΄ έσωσες», του είπε εκείνη, κι από τότε έφυγε μακριά και κανείς δεν ξανάκουσε γι΄ αυτήν.

Η Λύκαινα, ένα παραμύθι από την Κροατία, αποτελεί μια παραλλαγή από τους πολλούς μύθους περί λυκανθρωπίας που δημιουργήθηκαν στην Ευρώπη. Πηγή: Folklore and Mythology Electronic Texts. Απόδοση: Α.Μ.
________

10/10/08

Ένα ποίημα από το Γκουαντάναμο

Το ποίημα της εβδομάδας από το e-Poema, προέρχεται αυτή τη φορά από έναν «ερασιτέχνη» ποιητή και είναι γραμμένο την εποχή της κράτησής του στις παράνομες φυλακές του Γκουαντάναμο.




Βίνσεντ βαν Γκογκ, Φυλακισμένοι σε άσκηση, 1890, Μουσείο Πούσκιν, Μόσχα


Ο Ιμπραήμ αλ Ρουμπάις, δάσκαλος στο Πακιστάν, συνελήφθη το 2002 (;) από μισθοφόρους και παραδόθηκε στις συμμαχικές δυνάμεις. Θρησκευτικός λόγιος ο Ρουμπάις, απεχθάνεται την εχθρότητα και υπερασπίζεται το δίκιο, απόψεις που εξέφρασε άλλωστε και στο ανακριτικό στάδιο δηλώνοντας: «Αν με θεωρείτε ως συνεχή απειλή θα πρέπει να φυλακισθώ. Αν όχι θα πρέπει να με αφήσετε ελεύθερο. Γιατί όμως ενώ σε διεθνές επίπεδο ο άνθρωπος θεωρείται αθώος μέχρι να αποδειχθεί το αντίθετο, εδώ θεωρείται ένοχος μέχρι να θεωρηθεί αθώος;». Ο Ρουμπάις οδηγήθηκε στο Γκουαντάναμο αφήνοντας πίσω την μόλις 3 μηνών κορούλα του και την υποψηφιότητά του για τη θέση δικαστή. Τελικά αφέθηκε ελεύθερος τον Δεκέμβριο του 2006 μετά και τις παρεμβάσεις της οικογένειάς του. Στο ποίημά του, που ακολουθεί, γραμμένο χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από τους ανθρώπους του, αποτυπώνει με «ζωγραφικό» τρόπο την απόσταση αυτή που καλύπτεται κυρίως από θάλασσες και ωκεανούς. Ίσως γι΄ αυτό να διάλεξε και τον συγκεκριμένο τίτλο.

ΩΔΗ ΣΤΗ ΘΑΛΑΣΣΑ

Ω Θάλασσα, φέρε μου νέα από τους αγαπημένους μου.
Αν δεν ήμουν δεμένος με τις αλυσίδες των απίστων,
θα είχα βουτήξει μέσα σου
και θα είχα φτάσει στους αγαπημένους μου ή θα είχα χαθεί
στην αγκαλιά σου.
Οι ακρογιαλιές σου είναι θλίψη, αιχμαλωσία, πόνος και αδικία.
Η πίκρα σου ροκανίζει την υπομονή μου.
Η γαλήνη σου είναι σαν τον θάνατο, τα σαρωτικά σου κύματα
παράξενα.
Η σιωπή σου που αναδύεται κρύβει στις πτυχές της
την προδοσία.
Η ηρεμία σου, αν συνεχιστεί, θα σκοτώσει τον καπετάνιο
και ο θαλασσοπόρος θα πνιγεί στα κύματά σου.
Ευγενική, κουφή, μουγκή, ανίδεη, οργισμένα θυελλώδης,
κουβαλάς μνήματα.
Αν ο άνεμος σε αγριεύει, είναι ορατή η αδικία σου.
Αν ο άνεμος σε σωπαίνει, είναι απλώς η άμπωτις και η παλίρροια.
Ω Θάλασσα, μήπως σε προσβάλλουν οι αλυσίδες μας;
Αναγκαστικά και μόνο πηγαινοερχόμαστε καθημερινά.
Ξέρεις τις αμαρτίες μας;
Καταλαβαίνεις ότι μας ρίξανε σ' αυτόν τον ζόφο;
Ω Θάλασσα, μας χλευάζεις στην αιχμαλωσία μας.
Συνωμότησες με τους εχθρούς μας και μας περιφρουρείς
σκληρά.
Τα βράχια δεν σου λένε για τα εγκλήματα που έγιναν
ανάμεσά τους;
Η Κούβα, η καταβλημένη, δεν σου μεταφράζει τις ιστορίες της;
Βρίσκεσαι δίπλα μας τρία χρόνια τώρα και τι κέρδισες;
Βαρκούλες ποίησης στη θάλασσα, μια θαμμένη φλόγα
σε μια καρδιά που καίγεται.
Τα λόγια του ποιητή είναι η πηγή της δύναμής μας,
ο στίχος του το ίαμα της πονεμένης μας καρδιάς.


Ποίημα από την ανθολογία "Ποιήματα από το Γκουαντάναμο", εισ.: Mark Falkoff, πρόλ.: Flagg Miller, επίλ.: Ariel Dorfman, μτφρ.: Ιωάννα Καρατζαφέρη, Οδυσσέας Κακαβάκης, εκδόσεις "Πύλη", 2008


Το ποίημα του Ιμπραήμ αλ Ρουμπάις περιλαμβάνεται μαζί με άλλα 21 στο βιβλίο με τίτλο «Ποιήματα από το Γκουαντάναμο. Οι κρατούμενοι μιλούν» με πρόλογο του δικηγόρου των κρατουμένων Μαρκ Φέιλκοφ και επιμέλεια του Άριελ Ντόρφμαν. Ο Φέιλκοφ είναι καθηγητής νομικής στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόις και δικηγόρος ενώ ο Άριελ Ντόρφμαν είναι Χιλιανός ποιητής, μυθιστοριογράφος και θεατρικός συγγραφέας που ζει μετά την ανατροπή του Αλιέντε στην Αμερική διδάσκοντας στο Πανεπιστήμιο.

Ο Μάικλ Φέιλκοφ, στις προσπάθειες του οποίου οφείλονται η συγκέντρωση και η έκδοση των ποιημάτων αυτών, σε συνέντευξή του τον περασμένο Οκτώβρη, στον Άντι Γουόρθινγκτον συγγραφέα του βιβλίου «Αρχεία του Γκουαντάναμο: Οι Ιστορίες των 774 κρατουμένων στην παράνομη αμερικανική φυλακή», αναφέρθηκε σε ό,τι αφορά στην συγκεκριμένη ποιητική συλλογή.

Τότε ο δικηγόρος αφού αρχικά ευχαρίστησε το Πανεπιστήμιο της Αϊόβα για την υποστήριξη της έκδοσης απάντησε ακολούθως στις επικρίσεις σχετικά με τη μικρή λογοτεχνική αξία των ποιημάτων. Παραδεχόμενος ότι μπορεί τα ποιήματα αυτά να μην έχουν την αρτιότητα εκείνων που γράφηκαν στα Γκούλακ, διατύπωσε την άποψη ότι το πολιτικό πλαίσιο, και το «επείγον» της συγγραφής τους τα καθιστά σημαντικά. Επέμεινε και στη λογοτεχνική τους αξία, επιχειρηματολογώντας για τον «πεζό» ή «δυναμικά φωτογραφικό» χαρακτήρα ορισμένων χωρίς να παραλείψει να τονίσει ότι οι ποιητές αυτοί είναι «ερασιτέχνες». Σε ό,τι αφορά στην επίθεση που δέχθηκε η έκδοση αυτή από ορισμένους ιστολόγους, τη θεωρεί πολιτικά καθοδηγούμενη και από όσα μπορούμε να συνάγουμε, ανήθικη απέναντι στους κρατούμενους.

Στη συνέχεια, όταν ρωτήθηκε σχετικά, ανέπτυξε όλο το παρασκήνιο για τη συγκεκριμένη έκδοση που φυσικά υπήρχε και φυσικά είχε να κάνει με τον έλεγχο του αμερικανικού Πενταγώνου. Εκεί ο Φάιλκοφ γνωστοποίησε ότι οι αρχές ζήτησαν να μελετήσουν το βιβλίο πριν εκδοθεί και μάλιστα ο Διοικητής Τζέφρι Γκόρντον, επικεφαλής του Γραφείου τύπου του Πενταγώνου, δήλωσε ότι η ποίηση αποτελεί ένα «εργαλείο» στη μάχη κατά της δυτικής δημοκρατίας, αν και ακόμη δεν είχε διαβάσει τα ποιήματα. Στην καλύτερη περίπτωση να είχε δει ένα δυο στο διαδίκτυο. Ωστόσο ισχυριζόταν ότι οι κρατούμενοι δεν έκαναν τέχνη αλλά πολιτική επίθεση.

Μόλις εκδόθηκε το βιβλίο, σύμφωνα πάντα με τη συνέντευξη, ασχολήθηκαν όλα τα ΜΜΕ εκφράζοντας θετικές και αρνητικές απόψεις. Από αυτές τις τελευταίες ο Φάιλκοφ συμπέρανε για τον εαυτό του ότι κάποιοι τον θεώρησαν ως «κοροϊδάκι των τρομοκρατών» για να περάσουν τις απόψεις τους προς τα έξω, ενώ άλλοι ως έναν «χρήσιμο βλάκα» των ιθυνόντων του Πεντάγωνου που ενώ είχαν λογοκρίνει τα ποιήματα, τα άφησαν να «περάσουν» σε μια κίνηση καθαρά επικοινωνιακή, ώστε να αποδείξουν ότι υπάρχει ελευθερία στον Γκουαντάναμο. Σ΄ αυτό το τελευταίο συμπέρασμα κατέληξε ο δικηγόρος λόγω των σχετικών δημοσιευμάτων της Νιού Γιόρκ Τάιμς.

Υποστήριξε ακόμη ότι δεν πρέπει να υπάρξει αυστηρότητα στην κρίση των ποιημάτων με τη χρήση αυτών καθαυτών των εργαλείων της ποίησης αλλά να τα αντιμετωπίσουμε σε ένα κοινό αισθητικό και πολιτικό πλαίσιο. Και τελικά να επανεξετάσουμε και τον όρο «λογοτεχνική αξία». Μάλιστα για την ενίσχυση της άποψής του χρησιμοποίησε και μια ρήση του Όσκαρ Ουάιλντ: «Δεν πρέπει να σκεφτόμαστε ως ηθικό ή ανήθικο ένα βιβλίο. Τα βιβλία είναι καλογραμμένα ή κακογραμμένα».

Στη συνέντευξη ο Φάιλκοφ αναφέρθηκε εκτενώς όχι μόνο στο θέμα της έκδοσης αλλά και σε άλλα ζητήματα που αφορούν στο Γκουαντάναμο. Μπορείτε να την διαβάσετε από το σχετικό λινκ που παραθέτουμε στις πηγές και για όσους έχουν «αδύναμα» αγγλικά υπάρχει και η αυτόματη μετάφραση, αν και αυτή «αδύναμη» επίσης. Επίσης με τον ίδιο τρόπο μπορείτε να δείτε και τα αξιόλογα σχόλια τόσο στο μπλογκ του Άντι Γουόρθινγκτον, όσο και στη σελίδα του Πανεπιστήμιου της Αϊόβα.

Πηγές
-Ποίηση και πολιτική στο Γκουαντάναμο, Συνέντευξη του Μαρκ Φάιλκοφ, στον Άντι Γουόρθινγκτον, Οκτώβριος 2007, NTH Position.
-Ένα ποίημα από το Γκουαντάναμο: "Ωδή στη θάλασσα" του Ιμπραήμ αλ Ρουμπάις», το blog του Άντι Γουόρθινγκτον.
-Ποιήματα από το Γκουαντάναμο, Πανεπιστήμιο Αϊόβα.
-Επιτροπή ανθρώπινων δικαιωμάτων, Πόλεμος ή τρομοκρατία;

---

7/10/08

Κομαντάντε Τσε Γκεβάρα


Στις 9 Οκτωβρίου 1967 ο Ερνέστο Γκεβάρα ντε λα Σέρνα, ο Τσε όλων των λαών, αιχμάλωτος ήδη στα βουνά της Βολιβίας, δολοφονήθηκε από τον Μάριο Τεράν, υπαξιωματικό του στρατού της χώρας αυτής. Αναφέρεται μάλιστα ότι ο Κομαντάντε αντιμετώπισε το δολοφόνο του με την εξής φράση: "Ήρθατε να με σκοτώσετε. Ρίξε, δειλέ, έναν άντρα θα σκοτώσεις".
---------
Μια φράση η οποία πραγματικά πρέπει να ανήκει στον "Τσε που θυμίζει αυτό που ξέρουμε ήδη από τον Σπάρτακο αλλά καμιά φορά το ξεχνάμε: Η ανθρωπότητα βρίσκει στον αγώνα κατά της αδικίας ένα σκαλοπάτι που την εξυψώνει που την κάνει καλύτερη, που την κάνει πιο ανθρώπινη". Με αυτά τα λόγια μίλησε το 1994 ένας άλλος Κομαντάντε, ο Μάρκος, για τον σύντροφό του.
---------

4/10/08

Οκτώβρης των γυναικών


Ο κόσμος των γυναικών χωρίζεται, όπως ακριβώς και ο κόσμος των ανδρών, σε δύο στρατόπεδα: την αστική τάξη και το προλεταριάτο. Έτσι, παρόλο που και τα δύο στρατόπεδα υιοθετούν το σύνθημα για την ''απελευθέρωση της γυναίκας'' οι στόχοι και τα συμφέροντα τους είναι διαφορετικά.
Αλεξάνδρα Κολοντάι




Μετά την πτώση της Βαστίλης στις 14 Ιουλίου 1789, οι πολιτικές και μαζικές παρεμβάσεις ήταν κυριολεκτικά στην ημερήσια διάταξη εφόσον αποδείχθηκαν αποτελεσματικές και ως  μόνες ικανές να αλλάξουν την πορεία των πραγμάτων. Ο λαός του Παρισιού είχε ξεσηκωθεί και τίποτε δεν μπορούσε πια να αλλάξει. Η μοναρχία φαινόταν ότι είχε κλείσει τον κύκλο της δια παντός, έστω κι αν το μέλλον επιφύλασσε μια προσωρινή τέτοια.

Ωστόσο, στις αρχές Οκτωβρίου η Επανάσταση φαινόταν να έχει «κολλήσει», χάνοντας ταυτόχρονα και τις πρώτες αγωνιστικές ισορροπίες της. Η έλλειψη ψωμιού συνεχιζόταν ενώ φήμες είχαν κατακλύσει το Παρίσι ότι στις Βερσαλίες, όπου διέμενε προσωρινά η βασιλική οικογένεια, οι φρουροί όχι μόνο είχαν υποστείλει την επαναστατική σημαία (με τα σημερινά χρώματα) αλλά προετοίμαζαν και αντεπανάσταση.

Εκείνη την κρίσιμη περίοδο ήταν που χιλιάδες αποφασιστικές και αποφασισμένες γυναίκες -υπολογίζονται στις 6 έως 7 χιλιάδες- ανέλαβαν δράση. Ξεκινώντας στις 5 Οκτωβρίου 1879 περπάτησαν υπό βροχή τα δώδεκα μίλια που χώριζαν το Παρίσι από τις Βερσαλίες για να απαιτήσουν ψωμί. Αρκετοί άνδρες μάλιστα, κινήθηκαν τη νύχτα εκείνη να τις συναντήσουν. Το πλήθος πορευόταν μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες της 6ης Οκτωβρίου προς τις Βερσαλίες.

Όλα φάνταζαν ήρεμα γύρω από το κάστρο και ο Λαφαγιέτ αφού έδωσε ορισμένες εντολές στη φρουρά αποσύρθηκε στα δωμάτιά του για να αναπαυθεί μεταξύ 4ης και 5ης πρωινής. Δεν θα είχε περάσει μισή ώρα όταν ειδοποιήθηκε για την εισβολή επαναστατριών στο φρούριο. Μάλιστα του ανέφεραν ότι οι γυναίκες είχαν ήδη φτάσει στη μαρμάρινη σκάλα που οδηγούσε στα διαμερίσματα της βασίλισσας. Δύο σωματοφύλακες σκοτώθηκαν και άλλοι έντεκα αντιστέκονταν ενώ η Αντουανέτα ήταν ήδη ασφαλής στα διαμερίσματα του Λουδοβίκου. Το πλήθος όμως αυξανόταν και ο Λαφαγιέτ σε μια τελευταία προσπάθεια οργάνωσε τη φρουρά ώστε να το συγκρατήσουν.

Οι γυναίκες όμως ανασυντάχθηκαν και διαδήλωσαν την απαίτησή τους να επιστρέψουν οι βασιλείς στο Παρίσι κάτω από τα παράθυρά τους. Ο Λαφαγιέτ προσπαθώντας να εκτονώσει την ένταση της στιγμής απευθύνθηκε στη βασίλισσα ρωτώντας τι σκοπεύει να κάνει. Κι εκείνη του απάντησε: «Ξέρω τι με περιμένει, όμως είμαι υποχρεωμένη να πεθάνω στα πόδια του βασιλιά έχοντας αγκαλιά τα παιδιά μου».

Ο Λουδοβίκος μετά από μια θυελλώδη σύσκεψη και με το φόβο περαιτέρω αιματοχυσίας υποχρεώθηκε να επιστρέψει με την οικογένειά του στο Παρίσι. Ο τρόπος όμως που διαδραματίστηκαν τα γεγονότα τον κατέστησε ουσιαστικά κρατούμενο του λαού. Το πλήθος αφόπλισε τους συνοδούς και συνόδευσαν οι ίδιες οι επαναστάτριες τη βασιλική οικογένεια.








Η πορεία αυτή που έμεινε στην ιστορία ως πομπή για την «επιστροφή του φούρναρη, της γυναίκας και του παραγιού του», υπονοώντας προφανώς οι Επαναστάτες με τη φράση αυτή τη βασιλική οικογένεια, ανέδειξε με τον πιο ηχηρό τρόπο το ρόλο των γυναικών στη Γαλλική Επανάσταση. Άλλωστε η «πλέκτριες», οι γυναίκες που χαρακτηρίστηκαν και «αιμοχαρείς» επειδή όπου κι αν βρίσκονταν, έπλεκαν συνεχώς ρούχα για τους φρουρούς της Επανάστασης, επί χρόνια ολόκληρα αποτελούσαν εφιάλτη για την αστική τάξη. Ήταν εργάτριες και αγρότισσες και αγωνίστηκαν κυριολεκτικά με νύχια και με δόντια για την επιτυχία της Επανάστασης.

Πρωτοστάτης σε αυτήν την εξέγερση ήταν η Τερουάν ντε Μερκούρ η οποία αναφέρεται ως ιερόδουλος. Η ντε Μερκούρ αποτέλεσε μια Αμαζόνα κατά τη διάρκεια της Επανάστασης. Συμμετείχε στη Συντακτική Συνέλευση δυναμικά, με ριζοσπαστικές απόψεις και συνεχείς παρεμβάσεις. Αργότερα κατηγορήθηκε για την οργάνωση του σχεδίου δολοφονίας της Αντουανέτας και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 9 μηνών. Το 1792 συμμετείχε σε όλα τα γεγονότα ενώ την περίοδο του Σεπτεμβρίου, οπότε διαδραματίστηκαν αιματηρά επεισόδια, η ντε Μερκούρ λέγεται ότι εισέβαλε στα κελιά των κρατουμένων με το ξίφος στο χέρι. Την περίοδο των Ιακωβίνων βασανίστηκε σε σημείο που παραφρόνησε. Πέθανε πάμπτωχη το 1817.

Ολοκληρώνοντας την μικρή αναφορά στα «Οκτωβριανά» της Γαλλικής Επανάστασης πρέπει να σημειώσουμε ότι ενώ ο ρόλος των γυναικών ήταν σημαντικός, πολλές φορές και από πολλούς αμφισβητείται. Ακόμη και οι Διαφωτιστές ασχολήθηκαν μόνο με το δικαίωμά τους στην εκπαίδευση και τις αντιμετώπισαν ως όντα που βιολογικά ορίστηκαν να έχουν ρόλο μόνο ενδο-οικογενειακό και όχι δημόσιο, όπως οι άνδρες. Απόψεις που εξέφρασε και ο ίδιος ο Ρουσό στο έργο του «Εμίλ» υποστηρίζοντας την κρισιμότητα της γυναικείας παρουσίας στην ανατροφή των παιδιών, και ειδικά των αγοριών. Πάντως οι γυναίκες στη Γαλλία μπορεί να άργησαν να δικαιωθούν αλλά τα κατάφεραν έχοντας αναδείξει σπουδαίες μορφές όπως η Ολυμπία ντε Γκουζ που ένα μόλις μήνα πριν τα γεγονότα του Οκτώβρη είχε στείλει στην Μαρία Αντουανέτα τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων των Γυναικών. Τελικά μπορεί η διαφορά μεταξύ του τέλους των διανοούμενων γυναικών κι εκείνου των «Τερουάν ντε Μερκούρ» να αποδεικνύει την ορθότητα της άποψης της Α. Κολοντάι.

Πηγές-French Revolution
-
Journées des 5 et 6 octobre 1789, Un article de Wikipédia, l'encyclopédie libre
-Ξεκίνημα σοσιαλιστική διεθνιστική οργάνωση, Το Γυναικείο ζήτημα ο μύθος της ισότητας
-Ο ρόλος των μαζών
- Σ. Μόσχου-Σακορράφου (1989), Η γυναίκα στη Γαλλική Επανάσταση, Ν. Εστία, Αθήνα.
-
Women and the French Revolution (1789 - 1795)-Women and the revolution
-
Women in the French Revolution: The failure of the Parisian women’s movement in relation to the theories of feminism of Rousseau and condorcet.

----