Είχαμε πολύ καιρό να παρουσιάσουμε ένα εγκώμιο. Επειδή λοιπόν σήμερα οι γάιδαροι, μεταφορικώς, είχαν την τιμητική τους σκεφτήκαμε να παρουσιάσουμε το Εγκώμιον του γαϊδάρου. Ωστόσο αυτή τη φορά δεν χρειάστηκε να προσπαθήσουμε, να ψάξουμε, να γράψουμε. Το βρήκαμε έτοιμο. Εμείς πάντως ανήκουμε στην ομάδα των «κυριολεκτικώς» γαϊδάρων. Με μικρές παύσεις.
Μεσόγειος
Εγκώμιο στον γάιδαρο
του Predrag Matvejevic
Ο γάιδαρος έχει, προφανώς, πολλά ονόματα - όνος (αρχαίο), υποζύγιο, γομάρι, τομάρι, παλιοτόμαρο ή απλώς γαϊδούρι. Πολλά από αυτά είναι άδικα, μερικές φορές ακόμη και υβριστικά. Το ζώο αυτό ήταν ανέκαθεν χρήσιμο στις παραθαλάσσιες περιοχές όπως και στις ορεινές· πολύτιμος βοηθός στον καθαρισμό εκτάσεων από πέτρες, στην καλλιέργεια αμπελιών, στο σκάψιμο δρόμων, στη μετακίνηση φορτίων, όπως και όταν έπρεπε να βάλουμε μπρος την πέτρα του μήλου ή ν' αλέσουμε το σιτάρι. Στη Μεσόγειο συχνά κάναμε λάθος, πιο συχνά απ' ό,τι αλλού, αποκαλώντας με τ' όνομά του εκείνους που δεν το αξίζουν.
Ο γάιδαρος εκτός του ότι κουβαλάει στη ράχη του το σαμάρι, φορτώνεται από τη μια ή και τις δυο πλευρές, ακόμη και από μπροστά και πίσω. Ανεβαίνει τις ανηφοριές και κατεβαίνει τις κατηφοριές, ενώ είναι ικανός να περπατήσει στην αμμουδιά της ακρογιαλιάς, όπως ακριβώς και στην ύπαιθρο. Από τη φύση του είναι υπομονετικός, σπάνια δυσανασχετεί, κι ακόμη πιο σπάνια διαμαρτύρεται. Είναι πολύ πιο υπάκουος από το άλογο, πόσο μάλλον από το μουλάρι. Δεν χρειάζεται πετάλωμα - η οπλή του έχει σκληρύνει από το περπάτημα και το βάρος. Εκείνος που το οδηγεί δεν χρειάζεται καμτσίκι. Του είναι αδιάφορο αν προηγείται του αφεντικού του ή το ακολουθεί. Θυμάται δρόμους που είναι απόκρημνοι και γλιστεροί, όπως και εκείνους που είναι ίσιοι και ομαλοί. Εάν ξεχάσει για πού το 'βαλε, κοντοστέκεται και περιμένει ώσπου να τον ξαναφέρουν στον σωστό δρόμο. Ακόμη και σε κακοτοπιές είναι ικανός να βάλει το πόδι του σε τέτοιο σημείο ώστε να μην παγιδευτεί, ούτε να το στραμπουλίξει, μα αντιθέτως να βρει στήριγμα και για τον εαυτό του, αλλά ταυτόχρονα και για το φορτίο που κουβαλάει. Το μάτι του είναι δύο φορές μεγαλύτερο από το ανθρώπινο, κι έτσι βλέπει σε όλα τα μήκη και πλάτη, μπροστά και στο πλάι. Όταν στήσει και ανασηκώσει τα αυτιά του, ακούει πολύ καλύτερα από το αφεντικό του. Διαισθάνεται τη βροχή και ανησυχεί όταν πρόκειται να ξεσπάσει κακοκαιρία. Συνηθίζει να ξαπλώνει στα άχυρα, να μασάει τον σανό και να πίνει νερό καταπίνοντας αργά με μεγάλες γουλιές. Δεν κοιμάται βαριά, τουτ' έστιν λαγοκοιμάται. Σαν να βρίσκεται σε ετοιμότητα μήπως του δώσει κανείς καμιά αγκωνιά για να ξυπνήσει και να συνεχίσει αμέσως τη δουλειά του. Μερικές φορές, το μεγαλύτερο μέρος της νύχτας το περνάει όρθιος, στα τέσσερα, αλλά όταν είναι εξαντλημένος διπλώνει τα μπροστινά ή τα πισινά του πόδια κάτω από την κοιλιά και τα σκέλια κι έτσι αναπαύεται. Δεν χρειάζεται να τον δέσει κανείς, αρκεί να αφήσει το σχοινί πάνω στο φράχτη - ο γάιδαρος θα περιμένει στον φράχτη ώσπου να έρθουν να τον πάρουν. Μοιάζει να μην ξέρει κολύμπι και, όταν περπατάει μέσα από ρυάκι ή ποταμάκι, φυλάγεται από τις δίνες και σαστίζει από τα ρεύματα. Συχνά τον πολιορκούν και τον ταλαιπωρούν οι μύγες, ενώ κατά καιρούς ακόμη και οι σφήκες, μα εκείνος δεν καταφέρνει να τις διώξει με την ουρά ή τη φούντα στην άκρη της ουράς του. Μερικές φορές κυλιέται στα άχυρα του στάβλου ή τα ξερόχορτα του χωραφιού για να ξύσει την πλάτη και τη χαίτη του - και αυτό ακριβώς φαίνεται να είναι μία από τις λιγοστές απολαύσεις του, ίσως και η μοναδική.
Δεν διαλέγει μόνος του το θηλυκό με το οποίο θα ζευγαρώσει, άλλοι τον φέρνουν σ' επαφή μαζί του για να ζευγαρώσουν - σαν να το κάνει και αυτό από υποχρέωση και όχι από ανάγκη. Όταν τον φορτώσουν πέρα από κάθε όριο, παραπατάει από τη μία ή την άλλη μεριά, το σάλιο του πήζει και κιτρινίζει. Τότε κοντοστέκεται, πεισμώνει και δεν μετακινείται με τίποτα. Ωστόσο, δεν το κάνει από ξεροκεφαλιά ή ανυποταγή, αλλά περισσότερο από αδυναμία ή ίσως για να δείξει την αδικία την οποία υφίσταται. Όταν γκαρίζει, δεν ξέρουμε αν πραγματικά χαίρεται ή αν υποφέρει. Μερικές φορές βραχνιάζει, λες κι έχουν ο φάρυγγας και το λαρύγγι του υπερβολικά ζοριστεί και ξεραθεί· και πάλι όμως ακούγεται τριγύρω. Δεν απαιτεί την επιβράβευση ούτε την υποστήριξη, αρκεί να τον χαϊδέψει κανείς περιστασιακά στη χαίτη ή την πλάτη. Καταλαβαίνει τις χειρονομίες καλύτερα απ' ό,τι τα λόγια. Τεντώνει και στήνει τ' αυτιά του ή τα κατεβάζει ως τον σβέρκο, σαν να θέλει μ' αυτό κάτι να πει· τι άραγε; Τινάζεται στα πόδια και ξεχύνεται καλπάζοντας για να δείξει ότι και εκείνος είναι ικανός γι' αυτό - η κίνηση αυτή εμπεριέχει ίσως κάποια ευχαρίστηση, μα δεν θα λέγαμε ότι εκφράζει κάτι που μοιάζει με καμάρι. Πολλές φορές πετιέται και αρχίζει να τρέχει χωρίς ορισμένο προσανατολισμό, απλώς μόνο για να νιώσει, έστω και για μια στιγμή, ανεξάρτητος κι ελεύθερος. Όταν σκοντάψει ή παραπατήσει, αν κάποιο κακό βρει τον ίδιο ή κάποιον οικείο του, τα μάτια του υγραίνονται και αποκτούν μια λάμψη. Κανείς δεν ξέρει με ποιον τρόπο λυπάται ή θλίβεται. Προφανώς, δεν κλαίει. Εκδηλώνει περισσότερο την κούραση παρά την αδυναμία, την οδύνη παρά τη δυστυχία. Η γαϊδούρα (στα δαλματικά "ούγκοτα") απασχολείται ακόμη και στην περίοδο της εγκυμοσύνης. Όταν γεννήσει το πουλάρι της, μόλις που προλαβαίνει να το θηλάσει - το γάλα της είναι υγιεινό μα λιγοστό. Το γαϊδουρίσιο κρέας είναι σε κάποιες περιοχές περιζήτητο αλλά, ευτυχώς, σε ολόκληρη τη Μεσόγειο δεν τρώγεται.
Είναι θλιβερό θέαμα το γέρικο γαϊδούρι που προσπαθεί να φανεί χρήσιμο όπως συνήθιζε, να κουβαλάει όπως κουβαλούσε, να κάνει όλα όσα κάποτε έκανε. Οταν το εγκαταλείψουν εντελώς οι δυνάμεις του και καταπέσει οριστικά, αρχίζουν να το λυπούνται και οι χειρότεροι βασανιστές του. Οι γκρίζες του τρίχες σκουραίνουν, αραιώνουν, κρέμονται. Όταν ψοφήσει, χρησιμοποιείται από εκείνο ό,τι έχει απομείνει. Σε πολλά σημεία της Μεσογείου έχει, για παράδειγμα, διατηρηθεί το έθιμο να χρησιμοποιείται το δέρμα από το κορμί του γαϊδάρου για τσαρούχια, φούσκες ή ακόμη και τύμπανα - στο οποία διαγράφονται ουλές τις οποίος κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί.
Σε ψηφιδωτά της Μέμφιδος και σε τοιχογραφίες των πυραμίδων, στους τοίχους των νεκρικών αναπαραστάσεων και τα ιερογλυφικά του Βιβλίου των Νεκρών, στον γάιδαρο έχει απονεμηθεί φόρος τιμής. Το Ταλμούδ και η Βίβλος αναφέρουν σε πολλά σημεία, ενώ δεν παραλείπουν να τον τιμήσουν ούτε κι τα ιερά βιβλία του Ισλάμ. Ο γάιδαρος έχει βοηθήσει και τον Αβραάμ και τον Μωυσή. Στις πλάτες δέκα αρσενικών και δέκα θηλυκών γαϊδουριών ο Ιωσήφ και τ' αδέρφια του μετέφεραν το σιτάρι από την Αίγυπτο για να θρέψουν τους πεινασμένους. Αν θυμάμαι καλά, στο μεγαλύτερο μουσείο του Καΐρου σώζεται ένα γλυπτό γαϊδάρου, σκαλισμένο από ξύλο ονόματι καρίτε, που είναι γυαλιστερό και σκούρο και το οποίο μετέφεραν τα καραβάνια από τις περιοχές νότια της Σαχάρας στις όχθες της Βόρειας Αφρικής. Ούτε η ελληνική και η λατινική λογοτεχνία λησμόνησαν το πιστό και αφοσιωμένο τετράποδο. Ο Λουκιανός δοξάστηκε με την περιγραφή της μεταμόρφωσης του Λούκιου από την Πάτρα σε γάιδαρο. Υπήρξε η αφορμή για τον Απουλήιο να γράψει τον Χρυσό Γάιδαρο. Ο φιλόσοφος Μπουριντάν συνέδεσε τ' όνομά του με εκείνο του γαϊδάρου. Ο Καντ στο μάθημα της γεωγραφίας προσέγγιζε τον γάιδαρο με ιδιαίτερη συμπάθεια. Ο Ντοστογέφσκι θα εμπιστευθεί στον ευγενή ήρωά του Μίσκιν, δηλαδή στον Ηλίθιο, την υπόνοιά του ότι ο «γάιδαρος είναι καλός άνθρωπος».
Ούτε οι κορυφαίο ζωγράφοι τον αγνόησαν. Ο Τζιότι τον απαθανάτισε στην Ασίζη, ο Μποτιτσέλι στη Φλωρεντία, ο Μπεάτο Αντζέλικο τοποθέτησε στην πλάτη του τη Μεγαλόχαρη με τον νεογέννητο Σωτήρα στην αγκαλιά της, ντυμένη με μακρύ γαλάζιο φόρεμα. Και στον Βορρά, όπου συνήθως προτιμούν τα άλογα κούρσας από τα ταπεινά γαϊδούρια, ενέπνευσε τον Ντίρερ και τον Ρέμπραντ. Οι γάιδαροι του Σαγκάλ μερικές φορές πετούν, ενώ ένας παίζει ακόμη και βιολί. Η αρχαία Νάπολη αποφάσισε να συμπεριλάβει τον αγαπημένο της ciuccio στο έμβλημα της ακρόπολης. Ο μάστορας Μπουβίνα μάς άφησε τη μορφή του γαϊδάρου σκαλισμένη σ' ένα ξυλόγλυπτο που κοσμεί την πόρτα του καθεδρικού ναού της πόλης Σπλιτ στην Κροατία. Τα αγάλματα του Σάντσο Πάντσα στη Σεβίλλη και στην Πλατεία της Ισπανίας στη Μαδρίτη τον απεικονίζουν καβαλάρη πάνω σε γάιδαρο. Ο σοφός Νασραδίν-Χότζα διάνυσε καβάλα σ' έναν γάιδαρο τουλάχιστον τη μισή Ανατολία. Ούτε τα παραμύθια των Χιλίων και Μίας Νύχτας θα μπορούσαν να αφηγηθούν τον μύθο τους χωρίς τον γάιδαρο.
Η Παλαιά, καθώς και η Καινή Διαθήκη απένειμαν φόρο τιμής στον γάιδαρο για τα κατορθώματά του: για τη βοήθεια στα καραβάνια (Γεν. 42, 26), για τη σκληρή εργασία του (Γεν. 22,10), για το φορτίο που κουβαλάει (Γεν. 22,3), για τις χάρες που κάνει στους καβαλάρηδές του. Το υπομονετικό ζώο βοήθησε την Αγία Οικογένεια να σωθεί από τη σφαγή των νηπίων του Ηρώδη φυγαδεύοντάς την στην Αίγυπτο. Ζέστανε μέσα στον στάβλο τον νεογέννητο Σωτήρα με το χνώτο του. Ο Θεάνθρωπος εισήλθε την Κυριακή των Βαΐων στην Ιερουσαλήμ πάνω σε γάιδαρο, και ο προφήτης είχε προαναγγείλει ότι έτσι ακριβώς θα έφτανε ο Μεσσίας. «Τον χρειάζεται ο Κύριος», λένε οι Ευαγγελιστές. «Πηγαίνετε στο χωριό που βρίσκεται μπροστά σας! Όταν μπείτε μέσα, θα βρείτε δεμένο έναν γάιδαρο... Λύστε τον και φέρτε τον. Αν κανείς σας ρωτήσει: «Γιατί τον λύνετε;» απαντήστε του: «Τον χρειάζεται ο Κύριος!». Αυτά κατά Λουκά (19,30-31). Ο Ματθαίος (21,2-3) και ο Μάρκος (11,2-3) το επιβεβαιώνουν με τα ίδια σχεδόν λόγια. Θα μπορούσε άραγε, μετά από τα Ευαγγέλια, να λείψει ο γάιδαρος από το laus (εγκώμιο) ανά χείρας;
.