Η ΠΟΛΥΠΟΘΗΤΗ ΠΡΟΤΑΣΗ
Η είδηση της χθεσινής ημέρας είναι ότι ο μεσολαβητής του ΟΕΗ Μάθιου Νίμιτς παρουσίασε την πρότασή του για την ονομασία της ΠΓΔΜ. Απ΄ όσα καταλάβαμε προτείνεται η «βάφτιση» του κράτους, μια διάφορες ονομασίες-συνδυασμούς των λέξεων Μακεδονία, Νέα και Δημοκρατία στην «προσπάθεια» να βρεθεί με κοινά αποδεκτή λύση. Όλα τα κόμματα, όπως αναμενόταν, τοποθετήθηκαν στο ζήτημα που ταλανίζει τη χώρα 17 χρόνια ενώ οι πολιτικοί αρχηγοί θα ενημερωθούν εντός των επόμενων ωρών από την Υπουργό Εξωτερικών.
Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΖΑΛΗ
Αποσπάσματα από το βιβλίο του Λεωνίδα Κύρκου «Ανατρεπτικά», Αθήνα, 1995, εκδ. Προσκήνιο.
Η είδηση της χθεσινής ημέρας είναι ότι ο μεσολαβητής του ΟΕΗ Μάθιου Νίμιτς παρουσίασε την πρότασή του για την ονομασία της ΠΓΔΜ. Απ΄ όσα καταλάβαμε προτείνεται η «βάφτιση» του κράτους, μια διάφορες ονομασίες-συνδυασμούς των λέξεων Μακεδονία, Νέα και Δημοκρατία στην «προσπάθεια» να βρεθεί με κοινά αποδεκτή λύση. Όλα τα κόμματα, όπως αναμενόταν, τοποθετήθηκαν στο ζήτημα που ταλανίζει τη χώρα 17 χρόνια ενώ οι πολιτικοί αρχηγοί θα ενημερωθούν εντός των επόμενων ωρών από την Υπουργό Εξωτερικών.
Η ΕΘΝΙΚΙΣΤΙΚΗ ΠΑΡΑΖΑΛΗ
Αποσπάσματα από το βιβλίο του Λεωνίδα Κύρκου «Ανατρεπτικά», Αθήνα, 1995, εκδ. Προσκήνιο.
Στα τέλη του '91 επισημοποιήθηκε η διάλυση της Ομοσπονδιακής Γιουγκοσλαβίας με την αναγνώριση της ανεξαρτησίας των άλλοτε ομόσπονδων κρατών της και προέκυψε το θέμα των Σκοπίων. Από τότε ως την ώρα που γράφονται οι γραμμές αυτές το "Σκοπιανό" κυριάρχησε στην εθνική μας ζωή με απίστευτες επιπτώσεις. […]
[…] Την πρώτη βολή προς την έξαψη των εθνικών αισθημάτων την έριξε ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Στις 26.10.1992, μιλώντας στο επίσημο δείπνο που παραθέτει κάθε χρόνο ο διοικητής του Γ' Σώματος Στρατού με την ευκαιρία του εορτασμού της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης και του πολιούχου Αγίου Δημητρίου, ο Κ. Καραμανλής μιλώντας με σκληρή γλώσσα προειδοποίησε την κυβέρνηση των Σκοπίων, αλλά και τη Σόφια, να μη θελήσουν να αγνοήσουν την Ελλάδα. […]
[…] Το θέμα περπάτησε. Στην αρχή η κοινή γνώμη ήταν επιφυλακτική. Όταν όμως ο εθνικιστικός λόγος, που πιο συγκροτημένα διατύπωνε ο Α. Σαμαράς, άρχισε να έχει απήχηση. Και όταν τα δύο μεγάλα κόμματα, οι εφημερίδες, τα ραδιόφωνα και οι τηλεοράσεις μπήκαν στο χορό, άλλοι γιατί έβρισκαν νέους δρόμους επικοινωνίας, κυκλοφορίας και ακροαματικότητας και άλλοι γιατί διαισθάνονταν τις ευκαιρίες κομματικής και ψηφοθηρικής αξιοποίησης αυτού του κύματος που ανέβαινε, ο λαός μας παραδόθηκε στην εθνικιστική παραζάλη, πιστεύοντας πως υπηρετούσε μεγάλα εθνικά οράματα και πως συνέβαλε στη διεκδίκηση μιας νέας θέσης της Ελλάδας στα Βαλκάνια και την Ευρώπη.
Πιστεύω πως γρήγορα ο Κ. Καραμανλής είδε το επικίνδυνο λάθος που είχε γίνει. Δεν ξέρω αν έκανε τίποτε για να το διορθώσει. Σιγά-σιγά όλοι αιχμαλωτίζονταν στην παγίδα της ρητορείας. Στις δημόσιες τοποθετήσεις αποσπώνταν από τη διεθνή πραγματικότητα και οδηγούσαν σε εθνικά αυτιστικές πολιτικές. […]
[…]Η εθνικιστική καλλιέργεια δεν άργησε να πάρει την αντιδημοκρατική της διάσταση. Από τους κόλπους της Βουλής και από τρεις βουλευτές του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος (τους Κ. Μπαντουβά, Γκλαβίνα, Βουνάτσο), ερρίφθη το ανάθεμα εναντίον 21 πολιτών -αργότερα έγιναν πολλές εκατοντάδες- που τόλμησαν (!) να διατυπώσουν δημόσια την αντίρρησή τους στο εμπάργκο κατά των Σκοπίων και να ζητήσουν την περιφρούρηση των εύλογων εθνικών συμφερόντων μέσα από τον διάλογο και την υπεύθυνη εξωτερική πολιτική. Δημοσιογραφικά όργανα -και προσκείμενα στο ΠΑΣΟΚ- μίλησαν για "πράκτορες του Γκλιγκόροφ", τα ίδια υπαινίχθη και ο υπουργός Στ. Παπαθεμελής, ενώ ο συνταγματολόγος και κυβερνητικός εκπρόσωπος Ευ. Βενιζέλος κάλυψε ουσιαστικά την πρωτοφανή αντιδημοκρατική ενέργεια. Στην κατολίσθηση έτρεξαν να μετάσχουν και άλλοι παράγοντες του σκοταδισμού, που μίλησαν για "εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς", τους οποίους πρέπει "ενωμένο το έθνος με την ορθοδοξία να τους αντιμετωπίσει" (η ορολογία θύμιζε τις ημέρες της πιο ακραίας εθνικοφροσύνης), ενώ ο Κωνσταντίνος ο ανεπώνυμος έσπευσε από το Λονδίνο, υπερασπιζόμενος την περιουσία του, να υπερασπιστεί και το Έθνος και να θέσει υποθήκη Σωτήρα (12-14/4/1994).
Σκεπτόμουνα πολλές φορές με αφορμή τη σκοπιανή περιπέτεια, πόσο βαθιά ριζωμένες στην ψυχή του λαού μας και όχι μόνο είναι αντιλήψεις που σε κάποια στιγμή είναι δυνατόν να στρεβλώσουν τα έξοχα δημοκρατικά και οικουμενικά στοιχεία του πολιτισμού και της πολιτικής μας κουλτούρας. Ο λαός μας είναι φιλόξενος, ανοιχτός στην επικοινωνία του, αρνείται την καταπίεση και την αδικία σε βάρος άλλων λαών, δείχνει πρόθυμα την αλληλεγγύη του σε όσους αγωνίζονται για ελευθερία και ανθρώπινα δικαιώματα και στην πιο μακρινή γωνιά της γης. Στα τρίσβαθα όμως της ψυχής του έχουν φωλιάσει και τα ακριβώς αντίστροφα: η ξενοφοβία, η δυσπιστία και η απόρριψη της Δύσης -των "φράγκων"-, η επιφύλαξη απέναντι στον καθολικισμό, που αδιάκοπα συνομωτεί εναντίον της ορθοδοξίας, η αντίληψη πως έχουμε δικαίωμα σε πολλά και οι άλλοι μας τα αρνούνται.
Οι συνθήκες της οικονομικοκοινωνικής υπο-ανάπτυξης και πολιτιστικής στέρησης, στις οποίες μέσα από μακραίωνη διαδρομή ζούμε, αναπαράγουν αδιάκοπα τη δίψα για "προκοπή" -και μέσα σε αυτή την έννοια συμπυκνώνονται οι προσδοκίες για καλύτερη υλική ζωή, για συνολική κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική άνοδο, για εθνική καταξίωση μέσα στον κύκλο των πιο προχωρημένων εθνών. Η λαϊκή ψυχή ως πρώτη ύλη είναι έξοχη - και εύπλαστη. Οι δρόμοι στους οποίους θα προσανατολιστεί για να πετύχει τους στόχους της "προκοπής" εξαρτιούνται από τις επιλογές των δυνάμεων που ηγούνται. Ο λαός μας, είναι ικανός για τα πιο μεγάλα, όταν συντρέξουν δύο συνθήκες:
-Όταν οι δυνάμεις που ηγούνται είναι γεννήματα του, αντανακλούν την εμπιστοσύνη του και υπηρετούν τις μεγάλες λαχτάρες του.
-Όταν υπάρχουν ή του δίνονται περιθώρια να δημιουργήσει. Όταν, είτε αφήνεται ελεύθερος, είτε υποχρεώνεται να αποδεσμεύσει τα μεγάλα αποθέματα πρωτοβουλίας, ευρηματικότητας και φαντασίας που διαθέτει, μέσα σε ένα κλίμα συλλογικής ανάτασης, και έμπνευσης.
Ο ίδιος λαός είναι ικανός και για τα πιο αρνητικά:
-Όταν οι δυνάμεις που ηγούνται εκμεταλλεύονται τα αισθήματά του και τον κατευθύνουν σε δρόμους αδιέξοδους και αντίθετους στα συμφέροντά του ή όταν οι δυνάμεις που ηγούνται έχουν περιέλθει σε έσχατη ανυποληψία, έχει χαθεί η αξιοπιστία και η εμπιστοσύνη, η κοινωνία βρίσκεται σε κρίση και ο ιστός της κοινωνικής συνοχής σε πλήρη διάλυση, οπότε κυριαρχεί η παγερή αδιαφορία σε συνδυασμό με τη φροντίδα για την "πάση θυσία" ατομική διέξοδο.
Στη διαδρομή της ιστορίας μας θα βρει κανείς "στιγμές" ανάτασης και άλλες, πτώσης. Το 1897 σημάδεψε μια ώρα αληθινής εθνικής ταπείνωσης. Το 1909, την ώρα μιας ανάτασης. Το 1922 ολοκλήρωσε μια καταστροφική πορεία. Το διάστημα 1940-44 ήταν τα χρόνια της μεγάλης εποποιίας, όταν ο λαός ο ίδιος (το κράτος και οι μηχανισμοί της επιβολής είχαν καταρρεύσει) δημιουργούσε στα μέτωπα του πολέμου, της αυτοδιοίκησης, του πολιτισμού.
Αυτή η σχηματική προσέγγιση δεν πρέπει να κρύψει φυσικά τα ερωτήματα: σε ποιες συγκεκριμένες εσωτερικές και διεθνείς συνθήκες, κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές, δημιουργούνται οι θετικές ή αρνητικές προϋποθέσεις. Νομίζω όμως πως πέρα από αυτή την έρευνα, που έχει πάντα τη σημασία της, μια ιδιαίτερη πλευρά που συνήθως συγκεντρώνει μικρότερη προσοχή, είναι αυτή που αφορά το πολιτιστικό υπόβαθρο στο οποίο αναφέρθηκα.
Μέσα από τη σκοπιανή περιπέτεια, φάνηκε καθαρότερα από κάθε άλλη φορά η σύγκρουση ανάμεσα σε δύο πολιτιστικά ρεύματα που διατρέχουν την εθνική μας συνείδηση. Το ένα θα μπορούσε κανείς να το ονοματίσει με τη σύγχρονη έκφραση: ελληνοκεντρισμός. Το άλλο, με ένα όρο που εμένα τουλάχιστον με εκφράζει: ελληνική οικουμενικότητα.
Τι όμως θα πει "ελληνοκεντρισμός", που ως σύστημα αντιλήψεων βρίσκεται στην ιδεολογία και της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ; Οι ερμηνείες θα μπορούσαν να είναι πολλές, από τις πιο μετριοπαθείς ως τις πιο αντιδραστικές, ακραίες εθνικιστικές. Κοινή βάση όμως είναι η αντίληψη πως η Ελλάδα είναι το κέντρο της σκέψης μας - και του κόσμου. Από κει διανοίγεται ο δρόμος να πάει κανείς στην αντίληψη του περιούσιου έθνους, με τη θεϊκή εύνοια και αποστολή. Στη συνακόλουθη πως είμαστε οι αποκλειστικοί κληρονόμοι -και ιδιοκτήτες- του αρχαιοελληνικού πολιτισμού, "εμείς που δώσαμε τα φώτα στην ανθρωπότητα", πως κατά συνέπεια οι πάντες μας χρωστούν γι' αυτή την προσφορά και όταν δεν αποδίδουν την οφειλή είναι ανθέλληνες! Στον κατήφορο αυτού του δρόμου υπάρχει η απόσταση από τους άλλους λαούς –που δεν είναι περιούσιοι- και ακόμα χειρότερα η περιφρόνηση και το μίσος προς αυτούς.. […]
[…]Η εθνικιστική έξαψη καλλιεργήθηκε σε μια φάση που τη ζωή του έθνους μας την επηρέαζε όλο και περισσότερο η συμμετοχή μας στην εποποιία της ευρωπαϊκής οικοδόμησης. Σε μια δηλαδή αληθινά ιστορική προοπτική και για την Ελλάδα και για τα άλλα κράτη της Ευρώπης: να προχωρήσουν από τις κατατμήσεις και τις αναπαραγόμενες αντιθέσεις, στις συγκλίσεις και στην ευρύτερη ενότητα, ξεπερνώντας τα ρήγματα μιας μακραίωνης κληρονομιάς. […]
[…] Την πρώτη βολή προς την έξαψη των εθνικών αισθημάτων την έριξε ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Στις 26.10.1992, μιλώντας στο επίσημο δείπνο που παραθέτει κάθε χρόνο ο διοικητής του Γ' Σώματος Στρατού με την ευκαιρία του εορτασμού της απελευθέρωσης της Θεσσαλονίκης και του πολιούχου Αγίου Δημητρίου, ο Κ. Καραμανλής μιλώντας με σκληρή γλώσσα προειδοποίησε την κυβέρνηση των Σκοπίων, αλλά και τη Σόφια, να μη θελήσουν να αγνοήσουν την Ελλάδα. […]
[…] Το θέμα περπάτησε. Στην αρχή η κοινή γνώμη ήταν επιφυλακτική. Όταν όμως ο εθνικιστικός λόγος, που πιο συγκροτημένα διατύπωνε ο Α. Σαμαράς, άρχισε να έχει απήχηση. Και όταν τα δύο μεγάλα κόμματα, οι εφημερίδες, τα ραδιόφωνα και οι τηλεοράσεις μπήκαν στο χορό, άλλοι γιατί έβρισκαν νέους δρόμους επικοινωνίας, κυκλοφορίας και ακροαματικότητας και άλλοι γιατί διαισθάνονταν τις ευκαιρίες κομματικής και ψηφοθηρικής αξιοποίησης αυτού του κύματος που ανέβαινε, ο λαός μας παραδόθηκε στην εθνικιστική παραζάλη, πιστεύοντας πως υπηρετούσε μεγάλα εθνικά οράματα και πως συνέβαλε στη διεκδίκηση μιας νέας θέσης της Ελλάδας στα Βαλκάνια και την Ευρώπη.
Πιστεύω πως γρήγορα ο Κ. Καραμανλής είδε το επικίνδυνο λάθος που είχε γίνει. Δεν ξέρω αν έκανε τίποτε για να το διορθώσει. Σιγά-σιγά όλοι αιχμαλωτίζονταν στην παγίδα της ρητορείας. Στις δημόσιες τοποθετήσεις αποσπώνταν από τη διεθνή πραγματικότητα και οδηγούσαν σε εθνικά αυτιστικές πολιτικές. […]
[…]Η εθνικιστική καλλιέργεια δεν άργησε να πάρει την αντιδημοκρατική της διάσταση. Από τους κόλπους της Βουλής και από τρεις βουλευτές του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος (τους Κ. Μπαντουβά, Γκλαβίνα, Βουνάτσο), ερρίφθη το ανάθεμα εναντίον 21 πολιτών -αργότερα έγιναν πολλές εκατοντάδες- που τόλμησαν (!) να διατυπώσουν δημόσια την αντίρρησή τους στο εμπάργκο κατά των Σκοπίων και να ζητήσουν την περιφρούρηση των εύλογων εθνικών συμφερόντων μέσα από τον διάλογο και την υπεύθυνη εξωτερική πολιτική. Δημοσιογραφικά όργανα -και προσκείμενα στο ΠΑΣΟΚ- μίλησαν για "πράκτορες του Γκλιγκόροφ", τα ίδια υπαινίχθη και ο υπουργός Στ. Παπαθεμελής, ενώ ο συνταγματολόγος και κυβερνητικός εκπρόσωπος Ευ. Βενιζέλος κάλυψε ουσιαστικά την πρωτοφανή αντιδημοκρατική ενέργεια. Στην κατολίσθηση έτρεξαν να μετάσχουν και άλλοι παράγοντες του σκοταδισμού, που μίλησαν για "εσωτερικούς και εξωτερικούς εχθρούς", τους οποίους πρέπει "ενωμένο το έθνος με την ορθοδοξία να τους αντιμετωπίσει" (η ορολογία θύμιζε τις ημέρες της πιο ακραίας εθνικοφροσύνης), ενώ ο Κωνσταντίνος ο ανεπώνυμος έσπευσε από το Λονδίνο, υπερασπιζόμενος την περιουσία του, να υπερασπιστεί και το Έθνος και να θέσει υποθήκη Σωτήρα (12-14/4/1994).
Σκεπτόμουνα πολλές φορές με αφορμή τη σκοπιανή περιπέτεια, πόσο βαθιά ριζωμένες στην ψυχή του λαού μας και όχι μόνο είναι αντιλήψεις που σε κάποια στιγμή είναι δυνατόν να στρεβλώσουν τα έξοχα δημοκρατικά και οικουμενικά στοιχεία του πολιτισμού και της πολιτικής μας κουλτούρας. Ο λαός μας είναι φιλόξενος, ανοιχτός στην επικοινωνία του, αρνείται την καταπίεση και την αδικία σε βάρος άλλων λαών, δείχνει πρόθυμα την αλληλεγγύη του σε όσους αγωνίζονται για ελευθερία και ανθρώπινα δικαιώματα και στην πιο μακρινή γωνιά της γης. Στα τρίσβαθα όμως της ψυχής του έχουν φωλιάσει και τα ακριβώς αντίστροφα: η ξενοφοβία, η δυσπιστία και η απόρριψη της Δύσης -των "φράγκων"-, η επιφύλαξη απέναντι στον καθολικισμό, που αδιάκοπα συνομωτεί εναντίον της ορθοδοξίας, η αντίληψη πως έχουμε δικαίωμα σε πολλά και οι άλλοι μας τα αρνούνται.
Οι συνθήκες της οικονομικοκοινωνικής υπο-ανάπτυξης και πολιτιστικής στέρησης, στις οποίες μέσα από μακραίωνη διαδρομή ζούμε, αναπαράγουν αδιάκοπα τη δίψα για "προκοπή" -και μέσα σε αυτή την έννοια συμπυκνώνονται οι προσδοκίες για καλύτερη υλική ζωή, για συνολική κοινωνική, οικονομική και πολιτιστική άνοδο, για εθνική καταξίωση μέσα στον κύκλο των πιο προχωρημένων εθνών. Η λαϊκή ψυχή ως πρώτη ύλη είναι έξοχη - και εύπλαστη. Οι δρόμοι στους οποίους θα προσανατολιστεί για να πετύχει τους στόχους της "προκοπής" εξαρτιούνται από τις επιλογές των δυνάμεων που ηγούνται. Ο λαός μας, είναι ικανός για τα πιο μεγάλα, όταν συντρέξουν δύο συνθήκες:
-Όταν οι δυνάμεις που ηγούνται είναι γεννήματα του, αντανακλούν την εμπιστοσύνη του και υπηρετούν τις μεγάλες λαχτάρες του.
-Όταν υπάρχουν ή του δίνονται περιθώρια να δημιουργήσει. Όταν, είτε αφήνεται ελεύθερος, είτε υποχρεώνεται να αποδεσμεύσει τα μεγάλα αποθέματα πρωτοβουλίας, ευρηματικότητας και φαντασίας που διαθέτει, μέσα σε ένα κλίμα συλλογικής ανάτασης, και έμπνευσης.
Ο ίδιος λαός είναι ικανός και για τα πιο αρνητικά:
-Όταν οι δυνάμεις που ηγούνται εκμεταλλεύονται τα αισθήματά του και τον κατευθύνουν σε δρόμους αδιέξοδους και αντίθετους στα συμφέροντά του ή όταν οι δυνάμεις που ηγούνται έχουν περιέλθει σε έσχατη ανυποληψία, έχει χαθεί η αξιοπιστία και η εμπιστοσύνη, η κοινωνία βρίσκεται σε κρίση και ο ιστός της κοινωνικής συνοχής σε πλήρη διάλυση, οπότε κυριαρχεί η παγερή αδιαφορία σε συνδυασμό με τη φροντίδα για την "πάση θυσία" ατομική διέξοδο.
Στη διαδρομή της ιστορίας μας θα βρει κανείς "στιγμές" ανάτασης και άλλες, πτώσης. Το 1897 σημάδεψε μια ώρα αληθινής εθνικής ταπείνωσης. Το 1909, την ώρα μιας ανάτασης. Το 1922 ολοκλήρωσε μια καταστροφική πορεία. Το διάστημα 1940-44 ήταν τα χρόνια της μεγάλης εποποιίας, όταν ο λαός ο ίδιος (το κράτος και οι μηχανισμοί της επιβολής είχαν καταρρεύσει) δημιουργούσε στα μέτωπα του πολέμου, της αυτοδιοίκησης, του πολιτισμού.
Αυτή η σχηματική προσέγγιση δεν πρέπει να κρύψει φυσικά τα ερωτήματα: σε ποιες συγκεκριμένες εσωτερικές και διεθνείς συνθήκες, κοινωνικοοικονομικές και πολιτικές, δημιουργούνται οι θετικές ή αρνητικές προϋποθέσεις. Νομίζω όμως πως πέρα από αυτή την έρευνα, που έχει πάντα τη σημασία της, μια ιδιαίτερη πλευρά που συνήθως συγκεντρώνει μικρότερη προσοχή, είναι αυτή που αφορά το πολιτιστικό υπόβαθρο στο οποίο αναφέρθηκα.
Μέσα από τη σκοπιανή περιπέτεια, φάνηκε καθαρότερα από κάθε άλλη φορά η σύγκρουση ανάμεσα σε δύο πολιτιστικά ρεύματα που διατρέχουν την εθνική μας συνείδηση. Το ένα θα μπορούσε κανείς να το ονοματίσει με τη σύγχρονη έκφραση: ελληνοκεντρισμός. Το άλλο, με ένα όρο που εμένα τουλάχιστον με εκφράζει: ελληνική οικουμενικότητα.
Τι όμως θα πει "ελληνοκεντρισμός", που ως σύστημα αντιλήψεων βρίσκεται στην ιδεολογία και της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ; Οι ερμηνείες θα μπορούσαν να είναι πολλές, από τις πιο μετριοπαθείς ως τις πιο αντιδραστικές, ακραίες εθνικιστικές. Κοινή βάση όμως είναι η αντίληψη πως η Ελλάδα είναι το κέντρο της σκέψης μας - και του κόσμου. Από κει διανοίγεται ο δρόμος να πάει κανείς στην αντίληψη του περιούσιου έθνους, με τη θεϊκή εύνοια και αποστολή. Στη συνακόλουθη πως είμαστε οι αποκλειστικοί κληρονόμοι -και ιδιοκτήτες- του αρχαιοελληνικού πολιτισμού, "εμείς που δώσαμε τα φώτα στην ανθρωπότητα", πως κατά συνέπεια οι πάντες μας χρωστούν γι' αυτή την προσφορά και όταν δεν αποδίδουν την οφειλή είναι ανθέλληνες! Στον κατήφορο αυτού του δρόμου υπάρχει η απόσταση από τους άλλους λαούς –που δεν είναι περιούσιοι- και ακόμα χειρότερα η περιφρόνηση και το μίσος προς αυτούς.. […]
[…]Η εθνικιστική έξαψη καλλιεργήθηκε σε μια φάση που τη ζωή του έθνους μας την επηρέαζε όλο και περισσότερο η συμμετοχή μας στην εποποιία της ευρωπαϊκής οικοδόμησης. Σε μια δηλαδή αληθινά ιστορική προοπτική και για την Ελλάδα και για τα άλλα κράτη της Ευρώπης: να προχωρήσουν από τις κατατμήσεις και τις αναπαραγόμενες αντιθέσεις, στις συγκλίσεις και στην ευρύτερη ενότητα, ξεπερνώντας τα ρήγματα μιας μακραίωνης κληρονομιάς. […]