Αυλαία, ασύστατοι! Αιμορραγούν ως και οι πέτρες, σ’ αυτόν τον άνυδρο καιρό! ΑΥΛΑΙΑ (Γ. Μπλάνας, Στασιωτικό 53o)

7/10/12

Σκουλήκι ο Κατακτητής


Στη μνήμη του Έντγκαρ Άλαν Πόε
(19 Ιανουαρίου 1809 - 7 Οκτωβρίου 1849)

Για τη μνήμη των ραγιάδων


Μετάφραση: Γιώργος Μπλάνας
  Ηλέκτρα, 2009



Για δες πρεμιέρα, γεγονός σπουδαίο στην ερημιά των ημερών μας! Συρρέουν οι άγγελοι: περούκες, χρυσαφικά, επίσημα ενδύματα... Συρρέουν δακρύβρεκτοι και κάθονται να παρακολουθήσουν κάποια παράσταση προσδοκιών και φόβων, καθώς η ορχήστρα ασθμαίνει τη μουσική των ουρανίων σφαιρών.

Μίμοι-υπερούσιαι θεοί μασκαρεμένο-γκρινιάζουν, μουρμουρίζουν λόγια ακατάληπτα, πετάνε ακατάσχετα... Ανδρείκελα είναι∙ σπαστικά υπακούουν στις εντολές κάποιων πλασμάτων άμορφων, τεράστιων, που σέρνουν πότε αποδώ, πότε αποκεί τα σκηνικά, χτυπώντας τις αθέατες γιγάντιες φτερούγες τους -ουαί!- τρομαχτικά.

Θα μείνει αξέχαστο -ασφαλώς- το πλούσιο ετούτο δράμα, το κλασικό του Φάντασμα να τρέχει να ξεφύγει από το πλήθος, που όλο το φτάνει και δεν το πιάνει, κι όλο γυρίζει στο ίδιο σημείο, κι όλα βουλιάζουν μέσα στην Τρέλα, μέσα στο Αίσχος, μέσα στον Τρόμο.

Μα, τι ΄ναι αυτό; Μες στην ανία της κωμικής παράστασης, κάτι σαλεύει κι έρχεται, κάτι σφαδάζει κι έρχεται, σαν ματωμένο, κάτι εισβάλει στην ερμιά του σκηνικού! Χτυπιέται -ναι!- και σπαρταράει κι οι μίμοι ουρλιάζουνε φρικτά και τους κατασπαράζει. Φρίττουν οι άγγελοι, βλέποντας τα πορφυρά σαγόνια του με ανθρώπινα κουρέλια στολισμένα.

Σβήνουν τα φώτα. Κεραυνός που ξέσπασε απρόσμενα πέφτει η αυλαία, τυλίγοντας σαν σάβανο τα πλάσματα που σπαρταρούν το τέλος τους, κι οι άγγελοι, οι κάτωχροι, οι ξέπνοοι οι άγγελοι σηκώνονται και λένε: «Ε, ναι, λοιπόν, αυτή είναι πραγματικά η τραγωδία "Άνθρωπος"», κι αυτός αληθινά ο πρωταγωνιστής της: Σκουλήκι ο Κατακτητής».