Λυκόφως, Βασίλι Καντίνσκι,1943, ελαιογραφία, μουσείο Guggebheim, Ν. Υόρκη
Στη Ρωσία, τα νερά έχουν τον αφέντη τους, έναν κοντόχοντρο φαλακρό γεροντάκο, με παχιά κατακόκκινα μάγουλα και μακριά γενειάδα. Είναι πάντα ντυμένος στα πράσινα και φοράει μυτερό καπέλο, φτιαγμένο από καλάμια. Ο Ντιέντουσκα Βοντιανόη, έτσι τον λένε, είναι συνήθως επιθετικός με τους ανθρώπους. Πνίγει όποιον βρίσκεται στο νερό τα μεσάνυχτα και καταστρέφει τους νερόμυλους, αλλά όταν τον πιάσουν οι καλές του οδηγεί τα ψάρια στα δίχτυα των ψαράδων και προειδοποιεί τους χωρικούς για τις πλημμύρες που έρχονται.
Περνάει τη μέρα του μεταμορφωμένος σε πέστροφα ή σολωμό, κι όταν νυχτώσει και πέσει το σκοτάδι, βγάζει τα κοπάδια των βυθών να βοσκήσουν στα λιβάδια. Όσο βοσκούν τα γελάδια και τα πρόβατά του, εκείνος κάθεται στις ακροποταμιές και πλέκει κοτσίδες τα γένια του.
Όταν του αρέσει μια γυναίκα -συνήθως ορφανή- μεταμορφώνεται σε ωραίο νεαρό και την κάνει γυναίκα του. Μόλις φτάσει ο καιρός να γίνει πατέρας, τρέχει στο κοντινότερο χωριό κι αρπάζει τη μαμή. Μόλις γεννηθεί το παιδί -πάντα κορίτσι- την αφήνει να επιστρέψει στο σπίτι της, φορτωμένη χρυσάφι κι ασήμι. Τον χειμώνα είναι εντελώς ακίνδυνος, γιατί πέφτει σε νάρκη, μα όταν φτάσει η άνοιξη, ξυπνάει και πιάνει δουλειά, σπάζοντας τους πάγους των ποταμών και τ’ αγάλματα των τυράννων.
Οι κόρες του, ψηλόλιγνες χλωμές κοπέλες, ντυμένες κι αυτές στα πράσινα, βασανίζουν τους πνιγμένους. Όταν δεν έχουν ποιον να βασανίσουν, βγαίνουν και κάθονται στα κλαδιά των δέντρων και κουνιούνται αργά και τραγουδούν τραγούδια όμορφα και μαγεύουν τους περαστικούς.
Αφιέρωμα στη Ρωσία, ως χώρα του μήνα, με ένα Τέρας-Ρώσο από την Εγκυκλοπαίδεια των Τεράτων και πίνακες του W. Kandinski.
Στη Ρωσία, τα νερά έχουν τον αφέντη τους, έναν κοντόχοντρο φαλακρό γεροντάκο, με παχιά κατακόκκινα μάγουλα και μακριά γενειάδα. Είναι πάντα ντυμένος στα πράσινα και φοράει μυτερό καπέλο, φτιαγμένο από καλάμια. Ο Ντιέντουσκα Βοντιανόη, έτσι τον λένε, είναι συνήθως επιθετικός με τους ανθρώπους. Πνίγει όποιον βρίσκεται στο νερό τα μεσάνυχτα και καταστρέφει τους νερόμυλους, αλλά όταν τον πιάσουν οι καλές του οδηγεί τα ψάρια στα δίχτυα των ψαράδων και προειδοποιεί τους χωρικούς για τις πλημμύρες που έρχονται.
Περνάει τη μέρα του μεταμορφωμένος σε πέστροφα ή σολωμό, κι όταν νυχτώσει και πέσει το σκοτάδι, βγάζει τα κοπάδια των βυθών να βοσκήσουν στα λιβάδια. Όσο βοσκούν τα γελάδια και τα πρόβατά του, εκείνος κάθεται στις ακροποταμιές και πλέκει κοτσίδες τα γένια του.
Όταν του αρέσει μια γυναίκα -συνήθως ορφανή- μεταμορφώνεται σε ωραίο νεαρό και την κάνει γυναίκα του. Μόλις φτάσει ο καιρός να γίνει πατέρας, τρέχει στο κοντινότερο χωριό κι αρπάζει τη μαμή. Μόλις γεννηθεί το παιδί -πάντα κορίτσι- την αφήνει να επιστρέψει στο σπίτι της, φορτωμένη χρυσάφι κι ασήμι. Τον χειμώνα είναι εντελώς ακίνδυνος, γιατί πέφτει σε νάρκη, μα όταν φτάσει η άνοιξη, ξυπνάει και πιάνει δουλειά, σπάζοντας τους πάγους των ποταμών και τ’ αγάλματα των τυράννων.
Οι κόρες του, ψηλόλιγνες χλωμές κοπέλες, ντυμένες κι αυτές στα πράσινα, βασανίζουν τους πνιγμένους. Όταν δεν έχουν ποιον να βασανίσουν, βγαίνουν και κάθονται στα κλαδιά των δέντρων και κουνιούνται αργά και τραγουδούν τραγούδια όμορφα και μαγεύουν τους περαστικούς.
Αφιέρωμα στη Ρωσία, ως χώρα του μήνα, με ένα Τέρας-Ρώσο από την Εγκυκλοπαίδεια των Τεράτων και πίνακες του W. Kandinski.
------------------