Αυλαία, ασύστατοι! Αιμορραγούν ως και οι πέτρες, σ’ αυτόν τον άνυδρο καιρό! ΑΥΛΑΙΑ (Γ. Μπλάνας, Στασιωτικό 53o)

14/2/13

Λι Πο: Ο ποιητής του έρωτα και του οίνου


Στη Βανγκ Λουν

του Λι Πο
μτφρ: Α. Αγγελάκης

Είχα ανεβεί πια στο καράβι
κι όλη μου η έγνοια ήταν να φύγω
όταν ακούστηκε απ' την όχθη το τραγούδι σου
- απρόσμενα - που τραγουδούσες χτυπώντας ρυθμικά
το ποδαράκι σου.
Χίλια πόδια είναι βαθιά η Λίμνη του Λουλουδιού
της Αχλαδιάς
αλλά τόσο βαθιά δεν είναι, όσο η αγάπη
μέσα στο αντίο σου.



Ο Κινέζος ποιητής Λι Πο, γνωστός και ως Λι Μπάι, Λι Πάι και Λι Μπο, γεννήθηκε το 701. Σύμφωνα με την παράδοση, οι πρόγονοί του είχαν εξοριστεί στις αρχές του 7ου  αιώνα, πιθανόν λόγω κάποιου εγκλήματος, στην απομακρυσμένη περιοχή της βορειοδυτικής Κίνας, τη σημερινή Ξιν Γιάνγκ όπου κατοικούσαν Ουιγούροι σε καθεστώς αυτόνομης περιφέρειας. Ο λαός αυτός είναι τουρκογενής και παραμένει μέχρι σήμερα στην ίδια περιοχή.

Ο πατέρας του ήταν μικροεπιχειρηματίας και η μητέρα του έπλενε ρούχα συμπληρώνοντας το οικογενειακό εισόδημα. Όταν ο Λι Πο έγινε πέντε ετών ο πατέρας του υπέβαλε αίτηση για την άρση του εκτοπισμού η οποία έγινε δεκτή από τις αρχές. Έτσι μετακόμισαν στην επαρχία Σετσουάν που θεωρείτο περισσότερο πολιτισμένη από τα χρόνια εκείνα. Κατά τη διάρκεια της παραμονής των προγόνων του στη βορειοδυτική Κίνα, η οικογένεια αναμίχθηκε με ντόπιους κι έτσι εξηγούνται τα φαινοτυπικά χαρακτηριστικά του ποιητή. Σύμφωνα με περιγραφές ήταν ψηλότερος από το μέσο Κινέζο, με ευρύ στόμα και διογκωμένα μάτια.

Πολύ νωρίς επικεντρώθηκε στη μελέτη λογοτεχνικών και θρησκευτικών κειμένων αναζητώντας τον εσωτερικό κόσμο, αντίθετα από την κομφουκιανή εκπαίδευση της εποχής με την οποία ωστόσο, θεωρείται βέβαιο ότι ήταν αρκετά εξοικειωμένος. Έτσι, αφοσιώθηκε στον Ταοϊσμό που τον προσέλκυσε έναντι του Κομφουκισμού, λόγω του ρομαντικού μυστικισμού. Μελετώντας σε βάθος τη θρησκεία αυτή, σε σχετικά πολύ μικρό χρονικό διάστημα ο Ταοϊστής Κάο Τιεν Σιχ του απένειμε και δίπλωμα. Εν τω μεταξύ είχε ξεκινήσει να γράφει ποίηση. Μάλιστα, από το 720 ο κυβερνήτης της επαρχίας είχε προβλέψει ότι ο νεαρός Ταοϊστής θα γινόταν ένας σπουδαίος ποιητής ενώ θεωρώντας τον ιδιοφυΐα τού πρότεινε να παραμείνει κοντά του ως κρατικός υπάλληλος, πράγμα το οποίο ο ανήσυχος Λι Πο δεν δέχθηκε.  

Μετά από μια ταραγμένη εφηβεία, περίοδο κατά την οποία ασχολήθηκε και με την πολεμική τέχνη, άρχισε να στρέφεται στο στοχασμό με αποτέλεσμα στα 20 χρόνια του να εγκατασταθεί στα βουνά βόρεια της Σετσουάν ζώντας ως ερημίτης μαζί με έναν συμμαθητή του από τη σχολή Ταό και  κατοικίδια πουλιά. Από τότε ο Λι Πο άρχισε να αποκτά φήμη για τη σοφία και το ποιητικό του ταλέντο.

Μετά από τέσσερα χρόνια απομόνωσης, αισθανόμενος πλέον συναισθηματικά και πνευματικά ώριμος αποφάσισε να διευρύνει τους ορίζοντές του, και να γνωρίσει τον κόσμο έξω από τα όρια της  Σετσουάν. Ταξιδεύοντας βόρεια, πέρασε τον ποταμό Γιάνγκτσε και φτάνοντας στην επαρχία Χουμπέι εγκαταστάθηκε κοντά στη λίμνη Τάνγκ-τινγκ. Εκεί γνωρίστηκε με την Χσου Χσιν Σιχ, εγγονή του πρώην έπαρχου και παντρεύτηκαν το 727. Αν και απέκτησαν μαζί δέκα παιδιά το σαράκι της περιπλάνησης εξακολουθούσε να τρώει τον Λι Πο. Έτσι, εξακολουθούσε να ταξιδεύει στη χώρα, πότε μαζί και πότε χώρια από τη γυναίκα του, επισκεπτόμενος άλλους ποιητές και διανοούμενους. Ορισμένοι μελετητές αναφέρουν ότι κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του σύναψε ακόμη δύο γάμους. Όπως και να ΄χει, με τα ταξίδια του όχι μόνο αυξανόταν το ποιητικό έργο του Λι Πο, αλλά και η φήμη του που έφθανε σιγά σιγά σε επίπεδο θρύλου. 


Ωστόσο, ένα περιστατικό τον έκανε να αναρριχηθεί και ταξικά, αποκτώντας την εύνοια των κυβερνώντων. Το 735 κατά τη διάρκεια ενός ταξιδιού στην επαρχία Σανσί ήρθε αντιμέτωπος με εχθροπραξίες στην περιοχή Αν Σι. Τότε έσωσε τη ζωή του στρατιωτικού Κούο Τζούι που αργότερα όταν έγινε ένας από τους κορυφαίους στρατηγούς των Τανγκ του ανταπέδωσε το καλό, ανάλογα.

Πέντε χρόνια αργότερα, 740, ο Λι Πο πέρασε μια περίοδο συντροφιά με πέντε ακόμη λογοτέχνες.  Οι «Έξι τεμπέληδες στο ποταμάκι των μπαμπού», όπως έγιναν γνωστοί, αποτελούσαν μια άτυπη ομάδα αφιερωμένη στην ποίηση και στο κρασί. Έμειναν μαζί στη βορειοανατολική επαρχία Σαντόγκ, επί έναν περίπου χρόνο και απομονωμένοι από τον υπόλοιπο κόσμο πέρασαν μέρες «ποίησης μετά οινοποσίας».

Το 742, επισκεπτόμενος την πρωτεύουσα Τσανγκ έγινε θερμά δεκτός τόσο ο ίδιος όσο και η ποίηση και οι γνώσεις του από την αυτοκρατορική αυλή. Το γεγονός ενόχλησε κάποιους οι οποίοι φρόντισαν να «αποδείξουν» ότι ένα ποίημά του αποτελούσε μια κακόβουλη σάτιρα κατά του καθεστώτος. Άλλες πηγές αναφέρουν ότι η αιτία της απομάκρυνσής του από το παλάτι ήταν ότι ο Λι Πο τριγυρνούσε μεθυσμένος δημιουργώντας επεισόδια, όπως το να απαιτεί από τον υπασπιστή του αυτοκράτορα να του βγάλει τις λασπωμένες μπότες μπροστά από το θρόνο στον οποίο τύχαινε εκείνη τη στιγμή να κάθεται ο … ίδιος ο αυτοκράτορας!  

Έτσι, ο Λι Πο ξεκίνησε πάλι τις περιπλανήσεις στα βουνά και στις πόλεις της Κίνας. Περιπλανήσεις που κράτησαν μια δεκαετία και διακόπηκαν απότομα όταν ενεπλάκη σε μια εξέγερση. Τότε δικάστηκε και καταδικάστηκε σε θάνατο, ωστόσο η ποινή του μετατράπηκε σε εξορία στα νοτιοδυτικά της αυτοκρατορίας μετά την παρέμβαση του Στρατηγού Κούο Τζούι που δεν ξέχασε ποτέ ότι τον γλίτωσε από το θάνατο και πρότεινε την ανταλλαγή της θέσης του με τη ζωή του ποιητή. Η ανάμειξη του Λι Πο στις εξεγέρσεις του 756 αφορούσαν στο ρόλο του Συμβούλου που το έδωσε ένας εκ των αντιπάλων του Αυτοκράτορα.

Κατά τη διαδρομή προς τη σημερινή Γιουνάν, την πλέον απομακρυσμένη νοτιοδυτική περιοχή της αυτοκρατορίας, ο Λι Πο  δεν έδειξε να βιάζεται. Αντίθετα μάλιστα σταματούσε για κοινωνικές επισκέψεις, για να γράψει αλλά και περιγράψει όσα έβλεπε αφήνοντας σημαντικά ιστορικά στοιχεία στις επόμενες γενιές.  Όταν κόντευε πια να φτάσει στον τόπο εξορίας έλαβε το μήνυμα της αυτοκρατορικής χάρης και αμέσως ξεκίνησε το ταξίδι της επιστροφής περνώντας και από άλλες περιοχές όπου απόλαυσε στο μέγιστο, φαγητό και κρασί  με  καλή παρέα, ενώ δεν σταμάτησε να γράφει ποίηση.  

Από τότε και μέχρι το 762 περιορίστηκε σε μικρά ταξίδια. Τότε, 762, ο φίλος του Λι Λι Γιανγκμπί διορίστηκε δικαστής σε Επαρχία και ο Λι Πο τον ακολούθησε αλλά σύντομα πέθανε. Έτσι, δεν πρόλαβε να πληροφορηθεί ότι ο αυτοκράτορας είχε αλλάξει και ο ίδιος είχε διοριστεί Γραμματέας του νέου.  

Για το θάνατό του πλέχτηκαν θρύλοι. Σύμφωνα με τον πιο διαδομένο ο Λι Πο πνίγηκε πέφτοντας από τη βάρκα του, σε μια προσπάθεια  ν΄  αγκαλιάσει την αντανάκλαση του φεγγαριού στον ποταμό Γιανγκτσέ (μακρύ ποτάμι).  Ωστόσο, η πραγματική αιτία φαίνεται να ήταν ο σκληρός και περιπετειώδης τρόπος ζωής του. Όμως, ο μύθος αποτελεί μέχρι σήμερα μέρος της κινεζικής παράδοσης.

Παρ΄ όλο που η  ποίηση του Λι Πο είναι εμφανώς επηρεασμένη από τον ταοϊστικό μυστικισμό, δεν μπορεί να κρύψει την αγάπη του για το κρασί, τον έρωτα και τις χαρές της ζωής ενώ παραμένει ένας περιπλανώμενος στα μονοπάτια της εμπειρίας και της φιλίας. Με τους στίχους που απευθύνει τόσο στον στενό φίλο του και σπουδαίο ποιητή Ντου Φου όσο και σε άλλους, ακόμη και διαφορετικού φιλοσοφικού ρεύματος, αντανακλάται η τάση του Λι Πο να ζήσει τα πάντα κοντά στη φύση και τους ανθρώπους.  

Οι δυτικοί μελετητές αν και εκτιμούν ότι η ποίησή του δεν έχει να παρουσιάσει κάτι καινοτόμο παραδέχονται  τη στιχουργική δεξιοτεχνία του πράγμα που σε συνδυασμό με την άποψη ότι «φώτισε τα παλιά» τον καθιστά ως έναν από τους σπουδαιότερους ποιητές της χρυσής κινεζικής εποχής. Επιπλέον, η ποίηση του Λι Πο φαίνεται να επηρέασε όχι μόνο τον ίδιο τον Μάο Τσε Τουνγκ αλλά και ολόκληρη την αμερικανική νεωτεριστική ποίηση του 20ου αιώνα.

Κατά τη διάρκεια των ταξιδιών του σε μια αχανή χώρα, με τους απλούς στίχους του χάρισε στις επόμενες γενιές τη γεύση του πολιτισμού της εποχής του. Μέσα από τις συνταγές της ψυχής του που συνοδεύονταν πάντα από ένα ποτήρι καλό κρασί, αναδείχθηκε όχι σε έναν απλό εγκωμιαστή του οίνου, αλλά και στον πολιούχο του.


Με τον ίδιο όμως απλό τρόπο εγκωμίασε και τον έρωτα. Ένα ταξίδι είναι κι αυτός, πάνω σε ένα καράβι με το φεγγάρι απατηλό οδηγό. Εκείνο το ίδιο φεγγάρι που εξαπάτησε τον Λι Πο αντανακλώντας το φως του επάνω στο «Μακρύ Ποτάμι».

You ask why I make my home in the mountain forest,
and I smile, and am silent,
and even my soul remains quiet:
it lives in the other world
which no one owns.

The peach trees blossom,
The water flows.

Πηγές
-Dictionary of World Biography, Vol. II “The Middle Ages”, Salem Press Inc, 1998.
-Ανδρέας Αγγελάκης, Κινεζική και Ιαπωνική Ποίηση, Καστανιώτης, 1983.
-Li Po, Humanistic Texts 
-Tang poetry, Wikipedia  
-Li Bai, Wikipedia 
-Ξιν Γιάνγκ, όπως Θιβέτ, της Κορίνας Βασιλοπούλου, Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 12 Ιουλίου 2009
- Το ποίημα στην αγγλική και η τελευταία εικόνα από εδώ