Αυλαία, ασύστατοι! Αιμορραγούν ως και οι πέτρες, σ’ αυτόν τον άνυδρο καιρό! ΑΥΛΑΙΑ (Γ. Μπλάνας, Στασιωτικό 53o)

6/8/10

Τα ξωτικά και ο ζηλιάρης γείτονας (Μνήμη)

Ένα ιαπωνικό παραμύθι που διηγούνται ως καλό μάθημα για εκείνους που δεν μπορούν να χαρούν την καλή τύχη των άλλων χωρίς να έχουν μερίδιο. Στη μνήμη των αδικοχαμένων κατοίκων της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι, θυμάτων του μεγαλύτερου εγκλήματος που «άφησαν» οι επιστήμονες να γίνει στην ιστορία της ανθρωπότητας, από τους «συνήθεις» εγκληματίες αυτής.

Η Kikue Komatsu ήταν 37 ετών, όταν έριξαν την ατομική βόμβα στη Χιροσίμα. Είδε αυτή τη σκηνή, το πρωί της 7ης Αυγούστου 1945 μισό χιλιόμετρο από το σημείο μηδέν. Τριάντα χρόνια αργότερα δημιούργησε τον πίνακα στον οποίο γράφει: «Ψάχνοντας για την κόρη μου, πλησίασα σε ένα βουνό από πτώματα σε έναν από τους δρόμους της σφαγής. Άνθρωποι είχαν προφανώς σπεύσει να βυθίσουν τα πρόσωπά τους στο νερό της δεξαμενής, όπου έχασαν τη ζωή τους αγκαλιασμένοι. Πόσο πρέπει να είχαν ουρλιάξει για νερό; Η καρδιά μου πονά και προσεύχομαι γι΄ αυτούς». Πηγή

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ένας άνθρωπος ξέμεινε στα βουνά τη νύχτα και φοβούμενος την ερημιά αναζήτησε και βρήκε καταφύγιο στον κορμό ενός δέντρου. Όμως μετά από λίγη ώρα μαζεύτηκε γύρω από το δέντρο μια μεγάλη παρέα από ξωτικά του δάσους, γεγονός που θορύβησε ακόμη περισσότερο τον έρμο τον άνδρα ο οποίος τα κρυφοκοίταζε κατατρομαγμένος. Ωστόσο εκείνα δεν φαίνονταν να έχουν άγριες διαθέσεις. Αντίθετα, το ΄ριξαν στο κρασί και στο χορό σε σημείο που ο άνδρας ξέχασε τους φόβους του και ξεμυτίζοντας από το κοίλωμα του δέντρου πήγε κοντά τους και άρχισε να γλεντοκοπάει και ο ίδιος.

Όταν η μέρα ήταν έτοιμη να χαράξει τα ξωτικά είπαν στον άνδρα: «Είσαι πολύ ευχάριστος για συντροφιά και θέλουμε να ξανάρθεις. Πρέπει, όμως, να το υποσχεθείς και να κρατήσεις την υπόσχεσή σου». Και για να τον δεσμεύσουν, μάλιστα, πήραν μια τεράστια σαρκώδη ελιά που είχε ο άνθρωπος στο μέτωπό του, εκ γενετής, και την κράτησαν αμανάτι. Μετά ο καθένας πήγε στον προορισμό του.

Ο άνθρωπος ήταν πολύ ικανοποιημένος όχι μόνο επειδή πέρασε μια τόσο ευχάριστη βραδιά αλλά κι επειδή ξεφορτώθηκε το σημάδι που κουβαλούσε μια ζωή. Και ήταν τόση η χαρά του που, σαν έφτασε στον τόπο του, διηγήθηκε την περιπέτειά του σε όλους τους συγχωριανούς του. Ανάμεσα σε αυτούς που την άκουσαν ήταν και ένας γείτονάς του που κάθε άλλο παρά φίλος του ήταν. Είχε τόσο μεγάλο φθόνο για τον άνδρα-φίλο των ξωτικών που αποφάσισε να περάσει και ο ίδιος μια νύχτα στον κορμό του δέντρου ίσα για να έχει κι εκείνος κάτι να λέει!

Αλίμονο όμως, την ώρα που αποφάσισε να το κάνει. Τα ξωτικά έχοντας καιρό να δούνε τον καλό τους σύντροφο είχαν ξεχάσει τα χαρακτηριστικά του με αποτέλεσμα όταν είδαν τον άνδρα να βγαίνει από τον κορμό του δέντρου να νομίζουν ότι ήταν ο φίλος τους που κράτησε την υπόσχεσή του. Κι έτσι χαρούμενα όπως ήταν θεώρησαν σωστό να του επιστρέψουν το αμανάτι! Τότε ένα από τα ξωτικά βγάζει από την τσέπη του την κρεατοελιά και την κολλάει με ενθουσιασμό στο μέτωπο του ζηλιάρη γείτονα που έφυγε από το χωριό με μια ελιά στο κούτελο και γύρισε με δύο!

Πηγή παραμυθιού: D. L. Ashliman

Απόδοση: α.μ.