Αυλαία, ασύστατοι! Αιμορραγούν ως και οι πέτρες, σ’ αυτόν τον άνυδρο καιρό! ΑΥΛΑΙΑ (Γ. Μπλάνας, Στασιωτικό 53o)

26/5/11

Η ποίηση του Γιάννη Βαρβέρη

Γιώργος Μπλάνας
Από την εφημερίδα Η ΑΥΓΗ
φύλλο 13/11/2005


Από την εποχή που εκδόθηκε το πρώτο του βιβλίο [Εν φαντασία και λόγω, 1975], η ποίηση του Γιάννη Βαρβέρη υπήρξε αντικείμενο εξαιρετικά καίριων εκτιμήσεων. Ορισμένοι από εκείνους που ανέλαβαν να αναπτύξουν τις σκέψεις τους γύρω στα ποιήματά του, εντόπισαν την «στοχαστικότητα», την «αμείλικτη ειρωνεία», την «λακωνική ή αποφθεγματική γραφή», την «συμπαγή εκφραστική δομή», την «πυκνότητα και σαφήνεια», την «υπόγεια μελωδικότητα» και την «υπερρεαλιστική καταγωγή τους». Κάποιοι επεσήμαναν πως ο «Γιάννης Βαρβέρης δεν είναι ποιητής δραματικός», και κάποιοι άλλοι προσπάθησαν να φτάσουν στον πυρήνα της ποιητικής του, τονίζοντας πως ακολουθεί «τακτική θεατή» απέναντι στο δράμα που συντελείται γύρω μας ή πως αναπτύσσει μιαν «αστική μυθολογία» στη βάση των βιωμάτων του.

Ορθότατα όλα αυτά, και ίσως επαρκή, αν εξαιρέσει κανείς την μάλλον ατροφική ενασχόληση της κριτικής με την «στοχαστικότητα» του ποιητή, και την οπωσδήποτε ασαφή χρήση του «υπερρεαλισμού», προκειμένου περί της καταγωγής των εικόνων των ποιημάτων. Ο λόγος του Γιάννη Βαρβέρη υπήρξε πάντα πρωτίστως φιλοσοφικός, με την έννοια υπό την οποία θα πρέπει να αντιλαμβανόμαστε τον λόγο της αριστερής πτέρυγας της μεταπολεμικής υπαρξιστικής φιλοσοφίας: μια προσπάθεια ανάδειξης των «αποβλέψεων» που σηματοδοτούν οι λέξεις. Ύστερα, η «υπερρεαλιστική καταγωγή» των ομολογουμένως «παράδοξων» εικόνων που αναπτύσσει ο ποιητής, δεν πρόκειται παρά για γνήσιο εξπρεσιονισμό. Το γεγονός πως ο Βαρβέρης χρησιμοποίησε συχνά το είδος του αισθητικού αναρχισμού, που έγινε διάσημο ανάμεσα στους Γάλλους υπερρεαλιστές του μεταπολέμου, για να πετύχει το ιδιότυπο ειρωνικό ύφος του, δημιούργησε την εντύπωση ενός «υπερρεαλιστικού» στοιχείου. Πλην όμως, τόσο ο εξπρεσιονισμός όσο και ο αισθητικός αναρχισμός λειτουργούν σε κάθε περίπτωση ως στρατηγήματα. Η φωνή του ποιητή οργανώνεται κάπου αλλού. Αυτό το «αλλού» το περιέγραψε κάποτε ο ποιητής Γιώργος Μαρκόπουλος -αναφερόμενος στον Βαρβέρη- ως «ένα μικρό ατομικό έπος». Θα πρόσθετα και «αποσπασματικό».

Πραγματικά, η φωνή του Γιάννη Βαρβέρη υπήρξε πάντα επική, όπως μπορούμε να αντιληφθούμε την επική φωνή μετά τα Cantos του Ezra Pound, και κυρίως μετά τον Maximus του Charles Olson: σαν μια ψύχραιμη -χωρίς συναισθηματικούς υπερτονισμούς- εξιστόρηση των προσπαθειών του ποιητικού υποκειμένου να εισχωρήσει στο σημασιολογικό πλέγμα της πραγματικότητας και να δημιουργήσει έναν παράλληλο κόσμο, εντός του οποίου μπορεί να εξαργυρώσει την οργανωμένη επιθυμία του».