Ο Όλιβερ Χάρντι υπήρξε το «μωρό» του διάσημου κωμικού ζευγαριού «Ο Χοντρός και ο Λιγνός». Ο γνωστός σ΄ ολόκληρο τον πλανήτη «Χοντρός» ενσαρκώνοντας τον αυταρχικό τύπο του διδύμου δημιούργησε με τον γκαφατζή και μόλις και μετά βίας ανεκτό Σταν Λόρελ, ένα ξεχωριστό κεφάλαιο στην ιστορία του Παγκόσμιου Κινηματογράφου. Γενιές ολόκληρες μεγάλωσαν διασκεδάζοντας με τις σπαρταριστές σκηνές συμβίωσης δύο αντίθετων, πλην αχώριστων χαρακτήρων. Ο Χάρντι πέθανε στις 7 Αυγούστου 1957 και οι «Γεφυρισμοί» πιστοί στο ραντεβού τους με τα πρόσωπα ετοίμασαν ένα αφιέρωμα στο μεγάλο ηθοποιό, που θα αναρτηθεί σε τρία μέρη. Το δύσκολο αυτή την φορά δεν ήταν να βρεθούν στοιχεία. Το δύσκολο ήταν να γραφούν όλα αυτά βλέποντας ταυτόχρονα και τα βίντεο! Πράγμα το οποίο καλύτερα να αποφύγετε κι εσείς κατά τις ώρες κοινής ησυχίας. Το χαρίζω στον μικρούλη Στέλιο που κοντεύει να με πείσει πώς όλα είναι δυνατά ακόμη.
Ο Χάρντι παιδί Αγγλο-Σκώτων γονέων γεννήθηκε στις 18 Ιανουαρίου 1892. Ο πατέρας του, επίσης Όλιβερ, ήταν βετεράνος του Αντιέταν, όπου έλαβε χώρα μια από τις πιο αιματηρές μάχες στην ιστορία, το διάστημα 25-27 Αυγούστου 1862 κατά τη διάρκεια του Αμερικανικού Εμφυλίου, αναδεικνύοντας μεν τον Λίνκολν νικητή, αφήνοντας πίσω όμως 50.000 νεκρούς. Επιστρέφοντας και αφού συνήλθε από τον τραυματισμό του προσλήφθηκε ως υπεύθυνος στρατολόγησης στον Λόχο «Κ» του 16ου Συντάγματος της Τζόρτζια. Ταυτόχρονα βοηθούσε τον δικό του πατέρα και παππού του μεγάλου ηθοποιού, στην οικογενειακή επιχείρηση που διατηρούσαν με αντικείμενο δραστηριότητας την καλλιέργεια και πώληση βαμβακιού κατέχοντας και σχετικό μερίδιο. Είχε επίσης εκλεγεί και φοροεισπράκτορας στην πολιτεία της Κολούμπια. Η μητέρα του, Έμιλι Νόρβελ, κόρη του Τόμας Μπέντζαμιν Νόρβελ, ήταν απόγονος του Κάπτεν Χιού Νόρβελ του Γουίλιαμσμπρουγκ της Βιρτζίνια. Η οικογένειά της ήταν εγκατεστημένη εκεί από το 1635. Ο Όλιβερ ο πρεσβύτερος έχοντας ήδη δύο γάμους στο ενεργητικό του και η χήρα Έμιλι παντρεύτηκαν στις 12 Μαρτίου 1890 και ένα χρόνο μετά μετακόμισαν στο Χάρλεμ της Τζόρτζια όπου η Έμιλι είχε από κληρονομιά ένα σπίτι. Εκεί οι περισσότεροι βιογράφοι συμφωνούν πως γεννήθηκε ο Όλιβερ Νόρβερ Χάρντι ενώ άλλοι θεωρούν ως τόπο γέννησής του το πατρικό σπίτι της μητέρας του στο Κόβινγκτον. Μόλις λίγους αργότερα ο πατέρας του πεθαίνει και η Έμιλι προκειμένου να συντηρήσει τον μικρό και τον εαυτό της ξεκινάει να δραστηριοποιείται ως ξενοδόχος, ενοικιάζοντας δωμάτια.
Ο Χάρντι παιδί Αγγλο-Σκώτων γονέων γεννήθηκε στις 18 Ιανουαρίου 1892. Ο πατέρας του, επίσης Όλιβερ, ήταν βετεράνος του Αντιέταν, όπου έλαβε χώρα μια από τις πιο αιματηρές μάχες στην ιστορία, το διάστημα 25-27 Αυγούστου 1862 κατά τη διάρκεια του Αμερικανικού Εμφυλίου, αναδεικνύοντας μεν τον Λίνκολν νικητή, αφήνοντας πίσω όμως 50.000 νεκρούς. Επιστρέφοντας και αφού συνήλθε από τον τραυματισμό του προσλήφθηκε ως υπεύθυνος στρατολόγησης στον Λόχο «Κ» του 16ου Συντάγματος της Τζόρτζια. Ταυτόχρονα βοηθούσε τον δικό του πατέρα και παππού του μεγάλου ηθοποιού, στην οικογενειακή επιχείρηση που διατηρούσαν με αντικείμενο δραστηριότητας την καλλιέργεια και πώληση βαμβακιού κατέχοντας και σχετικό μερίδιο. Είχε επίσης εκλεγεί και φοροεισπράκτορας στην πολιτεία της Κολούμπια. Η μητέρα του, Έμιλι Νόρβελ, κόρη του Τόμας Μπέντζαμιν Νόρβελ, ήταν απόγονος του Κάπτεν Χιού Νόρβελ του Γουίλιαμσμπρουγκ της Βιρτζίνια. Η οικογένειά της ήταν εγκατεστημένη εκεί από το 1635. Ο Όλιβερ ο πρεσβύτερος έχοντας ήδη δύο γάμους στο ενεργητικό του και η χήρα Έμιλι παντρεύτηκαν στις 12 Μαρτίου 1890 και ένα χρόνο μετά μετακόμισαν στο Χάρλεμ της Τζόρτζια όπου η Έμιλι είχε από κληρονομιά ένα σπίτι. Εκεί οι περισσότεροι βιογράφοι συμφωνούν πως γεννήθηκε ο Όλιβερ Νόρβερ Χάρντι ενώ άλλοι θεωρούν ως τόπο γέννησής του το πατρικό σπίτι της μητέρας του στο Κόβινγκτον. Μόλις λίγους αργότερα ο πατέρας του πεθαίνει και η Έμιλι προκειμένου να συντηρήσει τον μικρό και τον εαυτό της ξεκινάει να δραστηριοποιείται ως ξενοδόχος, ενοικιάζοντας δωμάτια.
Σαν παιδί ο Όλιβερ υπήρξε δύσκολος χαρακτήρας χωρίς κανένα ενδιαφέρον για το σχολείο. Αντίθετα όμως από τη γενικότερη αδιαφορία του για μάθηση, σχετικά νωρίς, τον προσέλκυσε η μουσική και το θέατρο. Πιθανόν η κλήση του αυτή να ενισχύθηκε από τα καλλιτεχνικά συγκροτήματα που έμεναν κατά καιρούς στην πανσιόν της μητέρας του. Η Έμιλι αναγνωρίζοντας το ταλέντο του γιου της στο τραγούδι αποφάσισε να τον στείλει για σχετικές σπουδές στο δάσκαλο Άντολφ Πάτερσον. Ο Όλιβερ, αρνητικός στη διδασκαλία χαρακτήρας, δεν άργησε να εγκαταλείψει τη σχολή για να ασχοληθεί απευθείας επαγγελματικά με το τραγούδι στο καινούριο θέατρο «Αλκαζάρ», λαμβάνοντας ως μισθό 3,5 δολάρια την εβδομάδα. Εν τω μεταξύ είχε εγγραφεί και σε μια στρατιωτική σχολή, την οποία επίσης παράτησε για να ασχοληθεί με ό,τι αγαπούσε: το θέατρο και τη μουσική. Έτσι το 1910 τον βρίσκουμε διαχειριστή, ταμία, φύλακα και τεχνικό προβολής σε έναν κινηματογράφο στο Μίλιντζβιλ. Τότε ήταν που το καρφώθηκε στο μυαλό ότι ο ίδιος μπορούσε να κάνει καλύτερη δουλειά από εκείνην που έκαναν οι ηθοποιοί μέχρι τότε. Ένας φίλος του ακριβώς στη φάση που η ιδέα του κινηματογράφου είχε καρφωθεί στο μυαλό, του πρότεινε να μετακινηθούν προς το Τζάκσονβιλ πόλη στην οποία είχε ήδη αρχίσει να ανθεί η παραγωγή κινηματογραφικών ταινιών. Πράγμα που έκανε το 1913. Στην πόλη αυτή εργάστηκε σαν τραγουδιστής σε νυκτερινά κέντρα και την ημέρα στο Στούντιο Λούμπιν. Εκεί γνώρισε και παντρεύτηκε την πρώτη γυναίκα του, την πιανίστρια Μαντλίν Σαλόσιν.
Η πρώτη δική του ταινία παρουσιάζεται το 1914 με τίτλο «Outwitting Dad» από το στούντιο Λούμπιν. Τότε προβλήθηκε μόνο με το επώνυμο του πατέρα του, δηλαδή ως Χάρντι. Στην προσωπική του ζωή είχε το προσωνύμιο «Μπέιμπ» Χάρντι που του είχε δώσει ένας Ιταλός μπαρμπέρης ο οποίος βάζοντάς του πούδρα μετά το ξύρισμα, ευχαριστιόταν τόσο από τα μάγουλα του Όλιβερ ώστε συνήθιζε να αναφωνεί: «nice-a-Bab-y»! Το αποτέλεσμα ήταν σε πολλές παραγωγές της Λούμπιν, αργότερα, να πλασαριστεί ως «Babe Hardy». Βέβαια το «μωρό» ήταν ένας μεγαλόσωμος άνδρας με ύψος 1,85 και βάρος 136 κιλά! Οι διαστάσεις αυτές ασφαλώς ήταν περιοριστικές για τους ρόλους που μπορούσε να παίξει με αποτέλεσμα συχνά να είναι ο «βαρύς κι ασήκωτος κακούργος» των σεναρίων. Συχνά όμως έπαιζε και σε κωμωδίες μικρού μήκους λόγω του υπερφυσικού μεγέθους του που έβγαζε γέλιο. Ο Χάρντι μέχρι το 1915 είχε γυρίσει περίπου 50 ταινίες μικρού μήκους με την εταιρεία Λούμπιν. Λίγο αργότερα εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη δημιουργώντας ταινίες για τις εταιρείες Πατέ και Καζίνο & Έντισον Στούντιος, για μικρό χρονικό διάστημα. Επιστρέφοντας στο Τζάκσονβιλ συνεργάζεται με τις εταιρείες Βιμ και Κινγκ Μπι. Σε αυτήν την τελευταία το 1917 είχε την τύχη να συνεργαστεί με τον Τσάρλι Τσάπλιν. Στην ταινία του Τζίλστρομ με τίτλο «The Villain» (ο κακούργος), το ρόλο του Billy West ενσάρκωνε ο Τσάπλιν και το ρόλο του Χοντρού Arbuckle ο Χάρντι. Στο ίδιο στούντιο γνωρίστηκε και συνεργάστηκε και με την Έθελ Μπάρτον Πάλμερ μεγάλη ηθοποιό της κωμωδίας. Ο Χάρντι εξακολουθούσε να παίζει τον «σκληρό» της Δύσης μέχρι το 1920 όταν στο ρόλο του Billy West εμφανιζόταν ο Έρικ Κάμπελ.
Την ίδια χρονιά, 1917, ο Χάρντι μετακόμισε στο Λος Άντζελες συνεργαζόμενος, ως ελεύθερος συμβολαίου, ηθοποιός με διάφορα στούντιος του Χόλιγουντ. Τότε εμφανίσθηκε στην ταινία «Lucky Dog» (Το τυχερό σκυλί) παραγωγής GM Άντερσον στην οποία πρωταγωνιστούσε ένας νεαρός Βρετανός κωμικός, ο Σταν Λόρελ. Ο Όλιβερ έπαιξε το ρόλο εκείνου που διέπραξε ένοπλη ληστεία κατά του Λόρελ. Αυτή ήταν και η πρώτη συνάντηση των δύο ηθοποιών που έμελλε να γράψουν κοινή ιστορία τα επόμενα χρόνια. Ωστόσο η συνεργασία τους δεν συνεχίστηκε παρά μετά από αρκετά χρόνια.
Μέχρι το 1923 ο Όλιβερ Χάρντι δημιουργεί περισσότερες από σαράντα ταινίες συνεργαζόμενος με το στούντιο Βίτογκραφ παίζοντας το ρόλο του «βαρύ» για τον Λάρι Σέμον. Εδώ αξίζει να σημειώσουμε ότι ο Λάρι Σέμον υπήρξε μεγάλος ηθοποιός του βωβού κινηματογράφου που πέθανε υπό μυστηριώδεις συνθήκες σε νεαρή ηλικία. Μεταξύ άλλων μετέφερε στον βωβό κινηματογράφο και το έργο του Φράνκ Μπάουμ «Ο θαυμάσιος μάγος του Οζ» με τον Όλιβερ στο καστ. Το 1919 ο Χάρντι χωρίζει μετά από μια ερωτική περιπέτεια που είχε και στις 24 Νοεμβρίου 1921 παντρεύεται με την ηθοποιό Μιρτλ Ριβς με την οποία δεν μπόρεσε να ευτυχήσει επειδή σύντομα η νέα σύζυγός του έγινε αλκοολική.
Το 1924 πρωταγωνιστεί σε μια σειρά κωμικών ταινιών μικρού μήκους με τίτλο «Our Gang» (Η συμμορία μας) με σκηνοθέτη Τσάρλι Τσέιζ και παραγωγό τον Χαλ Ρόουτς. Ήταν μια σειρά για παιδιά με ήρωες δύο «πιτσιρικάδες» γείτονες που έμπλεκαν σε απίστευτες περιπέτειες. Την επόμενη χρονιά, 1925, στην ταινία «Yes, Yes, Nanette!» συνεργάζεται με τον ηθοποιό Τζέιμς Φινλέισον ο οποίος αργότερα ήταν ένας σχεδόν μόνιμος χαρακτήρας στις ταινίες του διδύμου Λόρελ και Χάρντι. Σημαντικό για την μετέπειτα πορεία τους υπήρξε επίσης ότι την ταινία αυτή σκηνοθέτησε ο Σταν Λόρελ. Παράλληλα ο Χάρντι την ίδια εποχή εξακολουθούσε να κατέχει τους ρόλους του στις σειρές «Clyde Cooke» και «Bobby Ray». Το 1926 ήταν το έτος που σημάδεψε την δια βίου συνεργασία των δύο ηθοποιών. Ο Χάρντι θα εμφανιζόταν στο φιλμ «Get ΄Em Young» αλλά μια ξαφνική περιπέτεια με την υγεία του τον ανάγκασε να νοσηλευθεί με αποτέλεσμα ο Λόρελ που ήδη είχε συνεργαστεί με το στούντιο Ρόουτς προσλήφθηκε αυτή τη φορά όχι για να δουλέψει πίσω από την κάμερα αλλά μπροστά, αναπληρώνοντας τον Χάρντι. Αν και τη θέση αυτή ο Λόρελ δεν τη συμπαθούσε -προτιμούσε τη σκηνοθεσία- εμφανίσθηκε και σε μια άλλη ταινία με τίτλο «45 Minutes From Hollywood». Αυτό το περιστατικό τους έφερε πολύ σύντομα, 1927, να συμπρωταγωνιστούν στην οθόνη στις σειρές «Slipping Wives», «Duck Soup» και «With Love and Hisses». Σημειώνεται ότι η δεύτερη σειρά δεν έχει καμία σχέση με την ομότιτλη των αδελφών Μαρξ. Η εταιρεία Ρόουτς έχοντας διαπιστώσει ότι το δίδυμο Λόρελ και Χάρντι προσελκύει ιδιαίτερα το κοινό ξεκίνησαν τις παραγωγές με τους δύο ηθοποιούς και σκηνοθέτη των Λεό Μακ Κάρεϊ, δημιουργώντας με τον τρόπο αυτό το πιο διάσημο κινηματογραφικό ζευγάρι όλων των εποχών. Η αρχή έγινε με το φιλμ «Putting Pants on Philip» και ακολούθησε ένας μεγάλος αριθμός ταινιών μικρού μήκους με σπαρταριστές περιπέτειες.
Σε τρία χρόνια η επιτυχία ήταν τόση ώστε οι αγαπημένοι χαρακτήρες εμφανίζονται σε ταινία με τεχνική χρώματος (Technicolor) έχοντας πια και μιούζικαλ στο ενεργητικό τους: «The Rogue Song» (1930). Το 1931 παρουσιάζουν την πρώτη ταινία μεγάλου μήκους, εξακολουθώντας όμως και την παραγωγή μικρού μήκους ώστε το 1932 κερδίζουν τον Όσκαρ για μια τέτοια με τίτλο «Music Box».
Εδώ το αχτύπητο δίδυμο ταλαιπωρεί έναν καθηγητή και χαλάνε τον κόσμο στην προσπάθειά τους να ανεβάσουν ένα πιάνο από μία σκάλα. Αλίμονο όμως ο Μύθος του Σίσυφου επαληθεύεται και ο νόμος της βαρύτητας δεν έχει κανένα παραθυράκι!
Συνεχίζεται