Αυλαία, ασύστατοι! Αιμορραγούν ως και οι πέτρες, σ’ αυτόν τον άνυδρο καιρό! ΑΥΛΑΙΑ (Γ. Μπλάνας, Στασιωτικό 53o)

22/7/08

Τζον Ντίλινγκερ (Μέρος 2ο)

Το τέλος
Η «γυναίκα με τα κόκκινα», η δεύτερη συνοδός του Τζον Ντίλινγκερ, ήταν η Ρουμάνα υπήκοος Άννα Σέιτζ που είχε μπει στις ΗΠΑ το 1914. Το πραγματικό της όνομα ήταν Άννα Κουμπάνας και διατηρούσε οίκους ανοχής. Η Άννα μετά από έναν αποτυχημένο γάμο εργάσθηκε ως πόρνη στον οίκο ανοχής του Μεγάλου Μπιλ στην περιοχή του Ανατολικού Σικάγο. Όταν εκείνος πέθανε ανέλαβε τη διαχείρισή του και σύντομα επέκτεινε τις …επιχειρήσεις της ανοίγοντας ακόμη δύο. Έναν στο Γκάρι της Ιντιάνα και έναν ακόμη στο Σικάγο. Γνωρίστηκε με τον Ντίλινγκερ, δηλαδή τον Τζίμι Λόρενς, μέσω της Πόλι Χάμιλτον η οποία πριν αναλάβει …τη γραμματειακή υποστήριξη του γκάνγκστερ εργαζόταν στον οίκο ανοχής της Άννα.


Η Σέιτζ δεχόταν συχνά επιδρομές των Αρχών όχι μόνο για αυτό καθ΄ αυτό το αντικείμενο της εμπορικής της δραστηριότητας, αλλά κυρίως επειδή την περίοδο εκείνη λαμβάνονταν αυστηρά μέτρα για τους μετανάστες στις ΗΠΑ. Έτσι, κινδύνευε με απέλαση. Έχοντας αναγνωρίσει στο πρόσωπο του Λόρενς, τον Νο 1 καταζητούμενο στις ΗΠΑ, διαπραγματεύτηκε την παράδοσή του στο FBI με σκοπό να εισπράξει την αμοιβή αλλά κυρίως να λάβει την πολυπόθητη άδεια παραμονής στη χώρα. Η συμφωνία κλείσθηκε μετά την επίσκεψη των πρακτόρων και ειδικότερα του Μέλβιν Πάρβις στις 19 Ιουλίου 1934.

Η πληροφορία ήταν ότι το βράδυ της 22ας Ιουλίου 1934 ο Τζον Ντίλινγκερ θα παρακολουθούσε την ταινία Το Μελόδραμα του Μανχάταν με πρωταγωνιστή τον Κλαρκ Γκέιμπλ, αφήνοντας όμως ανοικτό και το ενδεχόμενο να επιλέξει άλλη κινηματογραφική αίθουσα όπως η Μάρμπο που βρισκόταν στα δυτικά του Σικάγο -σε αντίθεση με το Μπάιογκραφ Θίατερ που ήταν βόρεια. Ο εντοπισμός του θα διευκολυνόταν με την παρουσία της Άννα, η οποία είχε προειδοποιήσει ότι θα φορούσε πορτοκαλί μπλούζα και λευκή φούστα ώστε να είναι ευδιάκριτη. Ο φωτισμός της αίθουσας βέβαια άλλαξε το χρωματικό τόνο κι έτσι η Άννα καταγράφηκε ως «κυρία με τα κόκκινα».


Το FBI οργάνωσε μεγάλη επιχείρηση υποστηριζόμενο από αστυνομικές δυνάμεις περιοχών εκτός του Σικάγο όπως των Μίτσιγκαν, Μίλγουοκι, Ιντιάνα, κ.ά., λαμβάνοντας θέσεις και στους δύο στόχους. Μετά το τέλος της ταινίας στο Μπάιογκραφ Θίατερ, σύμφωνα με το αρχείο του FBI, ο Ντίλινγκερ ενστικτωδώς κατάλαβε ότι ο Πάρβις που στεκόταν στην έξοδο καπνίζοντας το πούρο του, ήταν πράκτορας που περίμενε να δώσει το σήμα της επίθεσης. Τότε κινήθηκε προς το σοκάκι στα πλάι του κινηματογράφου.

Η αντίδραση των πρακτόρων ήταν άμεση και δεν άφησε πολλά περιθώρια. Ο Ντίλινγκερ δέχθηκε καταιγισμό πυρών και ξεψύχησε πριν προλάβει να φθάσει το ασθενοφόρο. Στις 22:50 της 22ας Ιουλίου του 1934 το πτώμα του γκάνγκστερ είχε μεταφερθεί στο νοσοκομείο Αλέξιαν Μπράδερς και μετά την ιατροδικαστική εξέταση τάφηκε στο νεκροταφείο Κρόουν Χιλ της Ινδιανάπολης.



Εδώ, αξίζει να σημειωθεί ότι η Άννα Σέιτζ αν και εισέπραξε τα 5.000 δολάρια της προκήρυξης δεν κατάφερε να εξασφαλίσει την παραμονή της στις ΗΠΑ. Σε μια κίνηση απελπισίας κατήγγειλε δημόσια την αθέτηση της συμφωνίας με τον Πάρβις από πλευράς της κυβέρνησης και η υπόθεση έφθασε στο δικαστήριο. Ο ίδιος ο Πάρβις δήλωσε ότι έκανε ό,τι ήταν δυνατόν ενημερώνοντας το Γραφείο Μεταναστών στην Ουάσιγκτον. Η απόφαση του ομοσπονδιακού δικαστηρίου ήταν ξεκάθαρη και απλή: «Το υπουργείο εργασίας, αρμόδιο για ζητήματα μεταναστών, δεν υποχρεώνεται στην τήρηση των συμφωνιών του υπουργείου δικαιοσύνης». Έτσι η Άννα απελάθηκε από τις ΗΠΑ στις 25 Απριλίου 1936 και πέθανε έντεκα χρόνια μετά (1947, την ίδια μέρα) στη Ρουμανία από ηπατική ανεπάρκεια.

Η Πόλι Χάμιλτον αρνήθηκε ότι γνώριζε την αληθινή ταυτότητα του Τζίμι Λόρενς. Σε σχετικές δηλώσεις της περιέγραφε έναν νέο, τυπικό αγρότη της Ιντιάνα, που αγαπούσε το σπιτικό φαγητό και δεν έπινε ενώ ως προσωπικότητα ήταν γενναιόδωρος, καλός συνομιλητής και δεν ορκιζόταν για τίποτε. Δεν παρέλειψε να επισημάνει ότι πέρασε καλά μαζί του αλλά δεν μπορούσε να ήταν βέβαιη για την αγάπη του. Είπε επίσης ότι από τη στιγμή που πληροφορήθηκε πως ήταν ο Τζον Ντίλινγκερ κατάλαβε το πάθος του για τη σκοποβολή. Η Πόλι συνέχισε την προηγούμενη δουλειά της σε διάφορα μπαρ του Σικάγο και τελικά παντρεύτηκε έναν πωλητή, τον Γουίλιαμ Μπλακ, με τον οποίο έζησε ήσυχα μέχρι το θάνατό της στις 19 Φεβρουαρίου 1969 κλείνοντας τον κύκλο ζωής της ως Έντιθ Μπλακ.


Ο θρύλοςΑμέσως μετά το θάνατο του Ντίλινγκερ άρχισε να πλέκεται ένας θρύλος το κεντρικό θέμα του οποίου βασίστηκε στο ερωτηματικό εάν πράγματι ο άνθρωπος που εκτελέστηκε από τους πράκτορες εκείνο το βράδυ ήταν ο γκάνγκστερ ή κάποιος άλλος. Αναπτύχθηκε δε, προφανώς καθοδηγούμενος από τα ΜΜΕ για να παρατείνουν την ιστορία που τους έθρεφε σχεδόν για μια δεκαετία και αφορούσε στη διακρίβωση της ταυτότητας του νεκρού. Τα κυριότερα ερωτηματικά που διατυπώθηκαν σχετίζονταν με τα εξής:

-Το χρώμα των ματιών του Ντίλινγκερ ήταν γκρι και του πτώματος καφέ, κάτι που βέβαια μπορεί να εξηγηθεί λογικά μετά το θάνατο.
-Υπήρχαν σημάδια από παιδική ασθένεια την οποία σύμφωνα με τους δικούς του ο μικρός Τζον δεν είχε περάσει ποτέ. Και δικαιούμαστε βέβαια να αναρωτηθούμε έχοντας γνωρίσει τα παιδικά χρόνια του: «ποιοι δικοί του και πότε;». Άλλωστε η Όντρει, η αδελφή του Ντίλινγκερ, αναγνώρισε το πτώμα από ένα σημάδι που είχε εκ γενετής ο αδελφός της.
-Διαπιστώθηκε ρευματοειδής νόσος που είχε προσβάλει την καρδιά από την οποία σύμφωνα με το γιατρό των φυλακών της Ιντιάνα δεν έπασχε ο Ντίλινγκερ ενώ δεν θα τον καθιστούσε ικανό ούτε να παίζει μπάσκετ ούτε να καταταγεί στο Ναυτικό. Βέβαια οι ισχυρισμοί φαίνονται αρκετά, αν όχι κυριολεκτικά, επιπόλαιοι αν κάποιος μελετήσει τον τρόπο εξέλιξης της νόσου. Εξάλλου, στο πολεμικό ναυτικό των ΗΠΑ εκείνη την εποχή δεν υπήρχε σύστημα κοινωνικής ασφάλισης ούτε ελεγκτικός μηχανισμός για την πιστοποίηση της άριστης υγείας; Όσον αφορά στο ιατρικό αρχείο των φυλακών μάλλον περιττεύουν τα σχόλια.
-Το πιστόλι το οποίο παρουσιάστηκε από το FBI ως εκείνο που έφερε ο Ντίλινγκερ κυκλοφόρησε πέντε μήνες μετά το θάνατό του. Ωστόσο, όλοι γνωρίζουμε ότι τα όπλα δοκιμάζονται από τους παράνομους πριν κυκλοφορήσουν.
-Τριάντα σχεδόν χρόνια μετά το θάνατό του (1963) η εφημερίδα Ιντιανάπολις Σταρ έλαβε φάκελο από την περιοχή του Χόλιγουντ με μία φωτογραφία του … Ντίλινγκερ σε μεγάλη ηλικία. Η εφημερίδα αγνόησε την «είδηση» και ακολούθησε ίδια επιστολή στον Εμίλ τον ιδιοκτήτη της Μικρής Βοημίας όπου «φιλοξενήθηκε» κάποτε ο γκάνγκστερ και η συμμορία του.

Η ανάπτυξη των προβληματισμών ενισχύθηκε και από μια κίνηση του FBI στον τάφο του Ντίλινγκερ λίγες μέρες μετά την κηδεία του. Φοβούμενοι μήπως συληθεί το μνήμα, από ανθρώπους που θεωρούσαν πως δεν άξιζε ταφής, το περίφραξαν και το γέμισαν με τσιμέντο. Όπως ήταν φυσικό οι λόγοι της ενέργειας αυτής διογκώθηκαν, οι εφημερίδες άρχισαν να θέτουν ζητήματα ταυτοπροσωπίας μέσω δακτυλικών αποτυπωμάτων και ομάδας αίματος αλλά και να αφήνουν αιχμές όπως ότι το FBI κουκούλωσε την υπόθεση σκοτώνοντας κάποιον άλλον, για να σώσει το χαμένο του γόητρο. Μέχρι σήμερα ο θρύλος εμπλουτίζεται συνεχώς με νεότερα στοιχεία και με μια πρωτοφανή μανία η οποία φθάνει μέχρι και στη συλλογή προσωπικών αντικειμένων αλλά και ανατομικών (!) μερών του γκάνγκστερ.



Αντί επιλόγου
Ο Ντίλινγκερ, που ακόμη σήμερα παρουσιάζεται από το FBI ως από τους πιο επικίνδυνους ανθρώπους, ήταν αποκλειστικά ληστής τραπεζών και πλιατσικολόγος αστυνομικών τμημάτων. Η συμμορία του είχε σκοτώσει 11 άνδρες μεταξύ των οποίων και ένας σερίφης, είχε τραυματίσει άλλους 9 συμπεριλαμβανόμενων των φυλάκων κατά την απόδρασή τους, ενώ δεν μπορέσαμε να διασταυρώσουμε την άποψη που θέλει μεταξύ των νεκρών να περιλαμβάνεται και πολίτης ή πολίτες.

Ίσως σε αυτή του τη δράση και σε συνδυασμό με την οικονομική κατάσταση των ΗΠΑ τη δεκαετία του ΄30 να οφείλεται η καλλιέργεια του θρύλου. Από την άλλη μεριά τα έντυπα της εποχής εκμεταλλευόμενα τη στάση του Αμερικανών πολιτών έστηναν ιστορίες προκαλώντας την αποστροφή του γκάνγκστερ προς το νόμο ενώ δεν παρέλειπαν να τον προβάλλουν ως ένα Ρομπέν της εποχής, με σκοπό την αύξηση της κυκλοφορίας στο βωμό του μεταξύ τους ανταγωνισμού.

Έτσι ο Μαρξ επιβεβαιώνεται, εφόσον και ο Ντίλινγκερ με τη δράση του στήριξε την παραγωγή σε πολλούς κλάδους των ΗΠΑ, με πρώτο εκείνον των ΜΜΕ της εποχής. Φυσικά η περίπτωσή του δεν είναι και η μοναδική που έχει πάρει τις διαστάσεις θρύλου. Το ζεύγος Μπόνι και Κλάιντ, ο Αλ Καπόνε, κ.ά. αλλά και μέχρι πρόσφατα ο Τζορτζ Λούκας πλούτισαν τα μέσα επικοινωνίας και το Χόλιγουντ.

Αλίμονο όμως εάν ένας άνθρωπος, με τόσα προβλήματα προσωπικότητας μπορεί να χαρακτηρισθεί ως Ρομπέν. Αλίμονο εάν ένας ληστής που αποκόμισε ιλιγγιώδη ποσά, για την εποχή εκείνη, μπορεί να χαρακτηρισθεί Ρομπέν μόνο και μόνο επειδή ληστεύοντας τις Τράπεζες κατάστρεφε και έγγραφα υποθηκευμένων ακινήτων. Τότε οι εργάτες του Σικάγο ή ο Σάκο και ο Βαντσέτι, αφού μιλάμε για τις ΗΠΑ, θα θεωρούνταν κοινοί πορτοφολάδες!

Όπως και να ΄χει όμως ο Ντίλινγκερ δεν πέρασε στην ιστορία μόνο και μόνο επειδή εξυπηρετούσε τον παραγωγικό κόσμο. Είτε το θέλουμε είτε όχι, αυτός ο γκάνγκστερ ικανοποίησε εκατομμύρια ανθρώπους υλοποιώντας ένα μέρος των αντεξουσιαστικών τους τάσεων και ονείρων. Τους έβγαλε, έστω και στιγμιαία, από το τέλμα. Ευτυχώς όμως για εμάς που ο Καρλ Μαρξ δεν αναφέρθηκε μόνο σε αυτού του είδους την αποτελμάτωση ούτε σταμάτησε τη θεώρηση του ανθρώπου και του «κακού» εκεί. Αντίθετα μάλιστα._


Βιβλιογραφία
- Altered Dimensions Net, History, Unusual People, John Dillinger
- Celebrity Morgue, John Dillinger, Public Enemy #1

Στη μνήμη του Τάσου Σ. που πριν από 21 χρόνια επέλεξε να διακόψει τη βόλτα του στη Γη πικραμένος μόνο από τους ληστές ιδεών.