Αυλαία, ασύστατοι! Αιμορραγούν ως και οι πέτρες, σ’ αυτόν τον άνυδρο καιρό! ΑΥΛΑΙΑ (Γ. Μπλάνας, Στασιωτικό 53o)

21/7/08

Τζον Ντίλινγκερ (Μέρος 1ο)


_______________________________________________




Εγκληματίας ή Ρομπέν;
Ο Τζον Ντίλιγκερ αν και πέρασε στην ιστορία ως ένας από τους διασημότερους γκάνγκστερς κατάφερε με τη δράση του όχι μόνο να κάνει διάσημους τους διώκτες του και να εξαναγκάσει το FBI σε εκσυγχρονισμό, αλλά και να τρέξει ως θρύλος στις επόμενες γενιές με έναν θάνατο που μπορεί να μην υπήρξε ποτέ, αν και στα επίσημα αρχεία του FBI έχει καταγραφεί ότι συνέβη στις 22 Ιουλίου 1934.

Ο διάσημος ληστής τραπεζών επιβεβαίωσε με τη δράση του αυτό ακριβώς που ο Καρλ Μάρξ περιγράφει στο Εγκώμιον του Εγκλήματος: ο εγκληματίας, πέρα από το ότι συντελεί στη δημιουργία διαφόρων επαγγελμάτων (νομικοί, αστυνομικοί, κ.λπ) παράγει μια ηθική και τραγική εντύπωση βοηθώντας έτσι τη διακίνηση των ηθικών και αισθητικών συγκινήσεων του κοινού. Ο εγκληματίας παράγει τέχνη, όμορφη λογοτεχνία, μυθιστορήματα, ακόμη και τραγωδίες, όπως οι Ληστές του Σίλερ, ο Οιδίπους και ο Ριχάρδος ο Τρίτος, σπάζοντας τη μονοτονία και την καθημερινή ασφάλεια της αστικής ζωής. Με τον τρόπο αυτό μας προστατεύει από το τέλμα, μας δημιουργεί ανήσυχη ένταση και κινητικότητα, χωρίς τις οποίες θα αμβλυνόταν ακόμη και η ορμή του ανταγωνισμού.


Τα πρώτα χρόνια
Ο Τζον Χέρμπερτ Ντίλινγκερ γεννήθηκε στην Ινδιανάπολη (ΗΠΑ) στις 22 Ιουνίου 1903, δεύτερο παιδί του Τζον Γουίλσον Ντίλινγκερ και της Μαίρη Έλεν (Μόλι) Λάνκαστερ. Η αδελφή του Όντρεϊ είχε γεννηθεί δέκα τέσσερα χρόνια νωρίτερα. Ο Τζον είχε την ατυχία να χάσει τη μητέρα του σε πολύ τρυφερή ηλικία (1907), γεγονός που οι βιογράφοι του επισημαίνουν πως διατάραξε την προσωπικότητά του. Και σαν να μην έφτανε αυτό η Όντρεϊ, που ουσιαστικά είχε αναλάβει την ανατροφή του, παντρεύτηκε την ίδια χρονιά αφήνοντας έτσι τον μικρό Τζον και τον πατέρα της μόνους. Ο πατέρας του ήταν παντοπώλης και από ορισμένους βιογράφους χαρακτηρίζεται ως σκληρός, αυταρχικός άνθρωπος, ενώ άλλοι τον παρουσιάζουν ως παθολογικά αδύναμο απέναντι στη διαθέσεις του μικρού, υποστηρίζοντας μάλιστα ότι η σχέση αυτή απέβη καταστροφική για τον Τζον.

Ο μικρός πολύ σύντομα παράτησε το σχολείο και άρχισε να εργάζεται σε ένα μηχανουργείο, αποκτώντας τη συνήθεια να παραμένει έξω από το σπίτι τη νύχτα. Όταν ήταν εννέα ετών ο πατέρας του παντρεύτηκε την Ελίζαμπεθ (Λίζι) Φιλντς με την οποία απέκτησε ακόμη τρία παιδιά. Έχοντας όμως θορυβηθεί από την κακή πορεία του γιου του μετακόμισε την ίδια περίοδο στο Μούρσβιλ, μια αγροτική περιοχή της Ιντιάνα. Η απομάκρυνση φαίνεται όμως ότι δεν είχε αποτέλεσμα. Αντίθετα, οι νυκτερινές περιπλανήσεις του Τζον οδήγησαν σύντομα στη σύσταση μιας συμμορίας με την επωνυμία «Βρώμικη δωδεκάδα».

Οι «δώδεκα βρώμικοι» συνήθιζαν να ληστεύουν τρένα και να κλέβουν αυτοκίνητα, πράξεις οι οποίες συχνά τους έφερναν ενώπιον των Αρχών. Εκεί, αναφέρεται ότι ο Τζον ήταν ιδιαίτερα προκλητικός και χλεύαζε τους δικαστές. Έτσι, πριν καλά καλά συμπληρώσει ένα χρόνο δράσης με τη συμμορία του, βρέθηκε στο αναμορφωτήριο εκτίοντας ποινή για κλοπή. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι η κλοπή αφορούσε σε αυτοκίνητο και κάποιο άλλοι σε κάρβουνα. Όπως και να ΄χει ο μικρός Τζον είχε για τα καλά μπει στον κλοιό των διωκτικών αρχών από τα δέκα του χρόνια.

Η συνέχεια ήταν πολυτάραχη. Οι συνεχείς συλλήψεις, οι συγκρούσεις με τον πατέρα του, μια άτυχη ερωτική περιπέτεια με την εξ αγχιστείας εξαδέλφη του Φράνσις Θόρτον, τον οδηγούν σε μια προσπάθεια «αυτοκάθαρσης». Το 1923, ο εικοσάχρονος Τζον κατατάσσεται στο Πολεμικό Ναυτικό υπηρετώντας στα πλοία «Καλιφόρνια» και «Νεβάδα». Αξίζει να αναφερθεί ότι τα πλοία αυτά ήταν μεταξύ εκείνων που τορπιλίστηκαν τα χαράματα της 7ης Δεκεμβρίου στο Περλ Χάρμπορ από την ιαπωνική αεροπορία. Αναφέρεται επίσης πως τοποθετήθηκε και στα πλοία «Αριζόνα» και «Οκλαχόμα». Ωστόσο η παραμονή του στο Ναυτικό δεν διήρκεσε παρά μόνο μερικούς μήνες, οι οποίοι δεν μπορούν να υπολογιστούν με ακρίβεια επειδή τότε για τους υπηρετούντες στο Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ δεν υπήρχε σύστημα κοινωνικής ασφάλισης.


Το μεγάλο σχολείο
Επιστρέφοντας στο Μούρσβιλ, στις 12 Απριλίου 1924, παντρεύεται τη δεκαεξάχρονη Μπέριλ Έθελ Χοβάιους για την οποία, όπως φαίνεται, φρόντισε και εξασφάλισε ένα πρωτότυπο γαμήλιο δώρο: λίγες μέρες μετά συνελήφθη για την κλοπή 41 κοτόπουλων! Ο γάμος αυτός δεν είχε καμία τύχη. Ο Τζον δεν μπορούσε άλλωστε ούτε να βρει ούτε να ικανοποιηθεί από μια μέτρια δουλειά. Έτσι, έχοντας ήδη βαρύ παρελθόν μετά τη ληστεία στο παντοπωλείο, ή και κάποια άλλη, δικάζεται και καταδικάζεται σε 20ετή κάθειρξη ενώ ο συνεργάτης του Εντ Σίνγκλετον, μόλις σε 2 χρόνια.

Η φυλάκιση του έδωσε τη δυνατότητα να συναναστραφεί με διαβόητους ληστές, δολοφόνους και πάσης φύσεως στοιχεία του κόσμου που αγαπούσε. Εκεί έμαθε τα μυστικά της δουλειάς από έμπειρους ληστές όπως ο Χάρι Πίερποντ και ο Ράσελ «Μπόμπι» Κλαρκ. Η «εκπαίδευσή του» κράτησε μέχρι τις 10 Μαΐου 1933 οπότε αποφυλακίστηκε έχοντας εκτίσει 8,5 χρόνια από την ποινή του και ενώ είχε προσπαθήσει να αποδράσει επανειλημμένως.

Την εποχή εκείνη «δεσπότες» του εγκλήματος στις ΗΠΑ ήταν το δίδυμο Μπόνι και Κλάιντ και η Κέιτ «Μα» Μπέιρκερ. Ο Τζον, σύμφωνα με το ιστορικό αρχείο του FBI, σχεδόν αμέσως μετά την αποφυλάκισή του λήστεψε μια τράπεζα στο Μπάφτον του Οχάιο, και προφυλακίσθηκε. Στο κελί του οι αστυνομικοί βρήκαν ένα έγγραφο στο οποίο αναλυόταν ο τρόπος απόδρασης. Ο ίδιος αρνήθηκε την όποια σχέση και τέσσερις ημέρες αργότερα ... απέδρασε με αυτόν τον τρόπο μαζί με οκτώ φίλους-μέλη της συμμορίας του, οπλοφορώντας μάλιστα. Άλλωστε ο σκοπός του Ντίλινγκερ ήταν να αποδράσουν και οι δικοί του άνθρωποι μεταξύ των οποίων και ο δάσκαλός του Πίερποντ.

Από το σημείο αυτό και μετά οργανώνει τη συμμορία του και ξεκινά να … επισκέπτεται τακτικότατα τράπεζες και αστυνομικά τμήματα της Ιντιάνα κλέβοντας χρήματα και όπλα, αντίστοιχα. Η συμμορία αυτή είναι γνωστή ως «πρώτη συμμορία του Ντίλινγκερ» και περιλάμβανε εκτός από τον ίδιο και τον Πίερποντ, τους Κλαρκ, Τσαρλς Μάκρει, Έντουαρντ Σους τζούνιορ, Χάνι Κόπλαντ, τον Οκλαχόμα Τζαν Κλαρκ, Γουόλτερ Ντίτριχ και τον Κόκκινο Τζον Χάμιλτον. Τον Ιανουάριο του 1934 η συμμορία έχει μετακινηθεί στην Αριζόνα περνώντας και από τη Φλόριντα. Μετά από μια πυρκαγιά σε ξενοδοχείο, που πιθανόν είχαν βάλει οι Κλαρκ και Μάκλεϊ, ο Ντίλινγκερ συνελήφθη όπως και ο Πίερποντ. Οι δύο πρώτοι ήταν επίσης διαβόητοι γκάνγκστερ της εποχής.

Ο Ντίλινγκερ προφυλακίσθηκε σε αναμονή της δίκης για το θάνατο του αστυνομικού Γουίλιαμ Ο΄ Μάλει κατά τη διάρκεια μιας ληστείας στο ανατολικό Σικάγο. Έχοντας ήδη γίνει ο «αγαπημένος» των φωτορεπόρτερ, εφόσον το κοινό παρακολουθούσε τις περιπέτειές του με αμείωτο το ενδιαφέρον, στη δίκη αυτή παρακίνησαν τον Ντίλινγκερ να πλησιάσει και να φωτογραφηθεί με το δικαστή. Κι εκείνος, προκλητικός όπως πάντα, στάθηκε δίπλα στον Ρόμπερτ Έστιλ και ποζάρισε ακουμπώντας επιδεικτικά τον δικαστή στον ώμο!



____________________________________

Ωστόσο, για μια ακόμη φορά καταφέρνει να αποδράσει υποχρεώνοντας τους φύλακες να του ανοίξουν την πόρτα απειλώντας τους με ένα… ψεύτικο πιστόλι! Το γεγονός έλαβε χώρα στις 3 Μαρτίου 1934. Το πιστόλι, όπως ο ίδιος ο Ντίλινγκερ συνήθιζε να λέει, ήταν φτιαγμένο ή από ξύλο ή από σαπούνι και βερνικωμένο έτσι ώστε να φαντάζει αληθινό! Απομακρύνθηκε δε πολύ εύκολα κάνοντας χρήση του αυτοκινήτου του Σερίφη με το οποίο διέσχισε όλη την Πολιτεία για να φθάσει στο Ιλινόις.

Ήταν τόσο συναρπαστική η καταδίωξή -που δεν είχε και αποτέλεσμα- ώστε διατάχθηκε έρευνα για τον τρόπο με τον οποίο μπόρεσε να σπάσει όλα τα μπλόκα και για το ενδεχόμενο συμμετοχής παραγόντων του Ιλινόις στην υπόθεση αυτή. Για την έρευνα όμως αυτή δεν αναφέρθηκε ποτέ κάτι επειδή ήθελαν να προστατεύσουν εκείνους που είχαν ως συνδέσμους με το διαβόητο πλέον ληστή.


Λίγο πριν το τέλοςΑπό το σημείο αυτό και πέρα ο κλοιός σφίγγει, εφόσον το FBI αποφασίζει τη δίωξη του Ντίλινγκερ αντιμετωπίζοντάς τον ως κακοποιό πανεθνικής εμβέλειας. Ο ρυθμός με τον οποίο εκδηλώνονταν οι ληστείες, αλλά και ο θεαματικός και πολλές φορές αιματηρός τρόπος με τον οποίο εξελίσσονταν, ώθησε το Υπουργείο Δικαιοσύνης να επικηρύξει τον ίδιο αντί 10.000 δολαρίων και να προσφέρει 5.000 δολάρια σε όποιον βοηθούσε στον εντοπισμό του.

Εκείνος εξακολουθούσε να χτυπά Τράπεζες εφαρμόζοντας την τακτική του .. προηγούμενου ελέγχου των συστημάτων ασφαλείας. Για το σκοπό αυτό παρουσιαζόταν ως πωλητής τέτοιων. Στη δεύτερη συμμορία του Ντίλινγκερ προστέθηκαν οι Χόμερ βαν Μίτερ, Λέστερ Γκίλις (Μπέιμπι Φέις Νέλσον) και Έντι Γκριν. Αναφέρεται, μάλιστα, ότι σε μια ληστεία ισχυρίστηκαν πως είναι κινηματογραφικό συνεργείο ώστε να πάρουν τις κατάλληλες θέσεις. Τα περιστατικά αυτά, όπως ήταν φυσικό, όχι μόνο έδιναν τροφή στο αναγνωστικό κοινό της εποχής αλλά μεγεθύνονταν και από τον Τύπο για ευνόητους λόγους.

Αξιοσημείωτη ήταν δε, και η συμπεριφορά του Ντίλινγκερ ο οποίος γοήτευε τους ταμίες των τραπεζών έχοντας έναν ξεχωριστό και ευγενικό τρόπο να τους ζητά τα... χρήματα! Υπολογίζεται ότι από τις δεκάδες ληστείες είχε αποκομίσει περίπου 300.000 δολάρια. Το ποσό ήταν αστρονομικό για την εποχή εκείνη αν λάβουμε υπ΄ όψιν ότι οι οικονομικές πληγές που είχαν προκληθεί από το κραχ του Χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης (1929) δεν είχαν ακόμη επουλωθεί.

Στις 30 Μαρτίου 1934 και ενώ διατηρούσε σχέση με την Έβελιν Φρίτσετ, το FBI ειδοποιήθηκε από το διαχειριστή ενός συγκροτήματος διαμερισμάτων στην περιοχή του Αγίου Παύλου, ο οποίος είχε διαπιστώσει πως ένα ζευγάρι ενοίκων, ο κύριος και η κυρία Χέλμαν, φιλοξενούσαν στο σπίτι τους ένα ζευγάρι με ιδιαίτερη μυστικότητα αλλά και φόβο. Ο πράκτορας που επισκέφθηκε τις κατοικίες μαζί με το Σερίφη δεν έγιναν δεκτοί από το ζευγάρι. Η αντίδρασή τους σήμανε συναγερμό και το κτίριο περικυκλώθηκε. Κατά τη διάρκεια της επιφυλακής εντόπισαν έναν άνδρα κοντά στο διαμέρισμα των Χέλμαν. Όταν τον πλησίασαν εκείνος, που δεν ήταν άλλος από τον Χόμερ βαν Μίτερ, τους πυροβόλησε και κατάφερε να διαφύγει. Εν τω μεταξύ, ξαφνικά, άνοιξε η πόρτα του διαμερίσματος και εμφανίσθηκε μόνο η κάνη ενός όπλου το οποίο εκπυρσοκροτούσε ακατάπαυστα. Ο αντιπερισπασμός ήταν επιτυχής. Το παράνομο ζευγάρι κατάφερε να διαφύγει από την πίσω πόρτα και να φθάσει στο διαμέρισμα του Γκριν όπως άλλωστε είχε κάνει και ο βαν Μίτερ. Εκεί αντιμετωπίσθηκε και το τραύμα του Ντίλινγκερ που δεχθεί σφαίρα κατά την καταδίωξη.

Στο διαμέρισμα των Χέλμαν το FBI βρήκε ικανό οπλισμό, ενώ λίγες μέρες μετά εντοπίσθηκε ο Γκριν που έμενε με τη σύντροφό του χρησιμοποιώντας το επώνυμο κύριος και κυρία Στέφενς. Κατά την προσπάθειά τους να διαφύγουν ο Γκριν τραυματίσθηκε και κατέληξε οκτώ μέρες αργότερα.

Ο Ντίλινγκερ και Έβελιν έφθασαν στο πατρικό του και λίγο αργότερα η Έβελιν σε ένα ταξίδι της στο Σικάγο συνελήφθη από το FBI και καταδικάσθηκε σε διετή φυλάκιση και πρόστιμο χιλίων δολαρίων ενώ η Μπέσι Σκίνερ, σύντροφος του Γκριν, σε 15μηνη. Ο Ντίλινγκερ προσπαθώντας να ανακτήσει τις δυνάμεις του ώστε να αντιμετωπίσει του διώκτες του, εισβάλει σε ένα αστυνομικό τμήμα της Ιντιάνα μαζί με τον βαν Μίτερ εξασφαλίζοντας οπλισμό και αλεξίσφαιρα γιλέκα. Η κίνησή του προκάλεσε εκ νέου το FBI που έστειλε, αεροπορικώς,  πράκτορες στην περιοχή.

Τον Απρίλιο της ίδιας χρονιάς, πιθανά με άλλα τέσσερα μέλη της συμμορίας και τρεις γυναίκες, εγκαταστάθηκαν σε ένα απομονωμένο μέρος. Το κρησφύγετό τους ήταν ένα σπιτάκι κήπου, στον Μέιντουγουις Γουότερς, γνωστό με το όνομα Μικρή Βοημία, ιδιοκτησίας Έμιλ Ουάνατκα. Ουσιαστικά η οικογένεια βρισκόταν στο έλεος του Ντίλινγκερ, άνθρωποι του οποίου δεν τους άφηναν από τα μάτια τους ώστε να μην τηλεφωνήσουν ή στείλουν μήνυμα στις αρχές για τους καταληψίες. Ωστόσο η γυναίκα του Έμιλ, Ναν, μαζί με τον αδελφό της κατάφεραν να ξεφύγουν από την επιτήρηση του Νέλσον, γνωστού και ως Μπέιμπι Φέις και να στείλουν μήνυμα στις αρχές το οποίο διαβιβάστηκε στο FBI.

___________________________________________________
Ο βαν Μίτερ, γαζώθηκε κυριολεκτικά από πράκτορες του FBI, ένα σχεδόν μήνα μετά τον θάνατο του Ντίλινγκερ

Λίγες μέρες αργότερα οι ομοσπονδιακοί πράκτορες κύκλωσαν, χαράματα, το κρησφύγετο του Ντίλινγκερ και προδόθηκαν μόνο όταν πυροβόλησαν κατά λάθος δύο εργαζόμενους σε παράπλευρο δρόμο. Βλέπετε, οι γκάνγκστερς είχαν συνηθίσει τόσο τα σκυλιά της οικογένειας που τους «φιλοξενούσε» που δεν έδωσαν καμιά σημασία στα γαυγίσματα, όταν αυτά μυρίστηκαν την παρουσία των ανθρώπων του FBI. Ακολούθησε ανταλλαγή πυροβολισμών, ωστόσο ο Ντίλινγκερ και η παρέα του κατάφεραν να ξεφύγουν. Μάλιστα ο Μπέιμπι Φέις κατά τη διάρκεια της μάχης σκότωσε τον Επιθεωρητή Κάρτερ Μπουμ.

Μέχρι το καλοκαίρι ο Ντίλινγκερ ήταν άφαντος. Για την ακρίβεια κατοικούσε στο πολυπληθές Σικάγο με το ψευδώνυμο Τζίμι Λόρενς και μόνο η 26χρονη γραμματέας του Πόλι Χάμιλτον, η οποία ήταν και σύντροφός του, γνώριζε την αληθινή του ταυτότητα. Ωστόσο, το FBI ήταν σε θέση να γνωρίζει την παρουσία του στην πόλη δεδομένου ότι μετά το φιάσκο στο κρησφύγετό του είχαν εντοπίσει ένα αυτοκίνητο με αίμα που ανήκε σε αυτόν, παρατημένο σε δρόμο της πόλης. Ο Ντίλινγκερ βέβαια από την εποχή της προκήρυξής του είχε υποβληθεί σε πλαστική επέμβαση και αλλαγή δακτυλικών αποτυπωμάτων ώστε να είναι δύσκολος, έως αδύνατος, ο εντοπισμός του.

Στις 22 Ιουλίου 1934 συνοδευόμενος από την Πόλι και τη μοιραία «γυναίκα με τα κόκκινα» έφθασε στο Μπάιογκραφ Θίατερ του Λίνκολν Παρκ, γειτονιά του Σικάγο, για να παρακολουθήσει την ταινία το Μελόδραμα του Μανχάταν (το στόρι ήταν γκανγκστερικό). Ασφαλώς, δεν γνώριζε πως ζούσε την τελευταία μέρα της πολυτάραχης ζωής του. Αν και αυτό, όπως αναφέρθηκε, αμφισβητείται για τους λόγους που θα δούμε στη συνέχεια.





Συνεχίζεται...